Μια παραμυθένια ιστορία εκτυλίσσεται αυτές τις μέρες στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Μια ακόμα παραμυθένια ιστορία. Η ιστορία του Παύλου Παντελίδη. Ο οποίος έχει ζήσει όλο το φάσμα των συναισθημάτων που μπορεί να σου προκαλέσει το ποδόσφαιρο στο έπακρο. Κι όλα αυτά μέσα σε πέντε μόλις χρόνια.
Όταν σαν παιδί από τη Νέα Ιωνία προκρίθηκε για την Ακαδημία του Παναθηναϊκού, ένιωσε πως έχει όλο τον κόσμο στα πόδια του. Προσέξτε. Με ταπεινοφροσύνη και το χαμόγελο στα χείλη κυνηγώντας το όνειρό του. Να παίξει μια μέρα στην πρώτη ομάδα του Παναθηναϊκού. Αυτή η μέρα δεν ήρθε ποτέ. Τουλάχιστον όχι ακόμα, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τί σου επιφυλάσσει ο “βασιλιάς των σπορ”.
Στα 17 του χρόνια, κατά δήλωσή του, κλείστηκε στο δωμάτιό του και έκλαιγε επειδή του είπαν από τον Παναθηναϊκό ότι δεν μπορεί να συνεχίσει στην ομάδα. Κι από εκεί που ένιωθε πως έχει όλο τον κόσμο στα πόδια του, έχασε τη γη κάτω από τα πόδια του. Σε μια πάρα πολύ ευαίσθητη ηλικία. Την εφηβική ηλικία των ονείρων. Και ξαφνικά, θλίψη, οργή. Δεν υπάρχει πιο δύσκολο πράγμα για ένα παιδί να καταφέρει ξανά να σηκωθεί και να θέσει νέους στόχους.
Εκείνος το έκανε και η ιστορία του αποτελεί ήδη φωτεινό φάρο για κάθε παιδί που αποφασίζει να “μπλέξει”/ασχοληθεί (sic) με τον σκληρό κόσμο του ποδοσφαίρου. Πήγε πάλι στην αφετηρία. Στα τοπικά. Ήθελε να παίξει ποδόσφαιρο. Χωρίς όνειρα. Δε θα μπορούσε τότε να ονειρευτεί την Εθνική ομάδα. Όμως ξεκινήσει από την αρχή, κι όπου βγει, για κάτι που τον έκανε χαρούμενο. Επέστρεψε λοιπόν στη Νέα Ιωανία και “ανάγκασε” τη Θύελλα Ραφήνας να του δώσει συμβόλαιο. Με τη δουλειά του και την αφοσίωση στο να κάνει αυτό που αγαπά, ο Παύλος, ο επαγγελματίας πλέον Παύλος, τράβηξε τα βλέμματα. Κι εδώ είναι που χρειάζεται η τύχη. Ποια βλέμματα θα σε δουν,
Τον είδαν τα μάτια του Στέφανου Κοτσόλη. Τεχνικός διευθυντής στην Κηφισιά, στελέχωνε την ομάδα και ο Παύλος Παντελίδης είναι μια δική του επιλογή. Είδε στον Παντελίδη, ένα παιδί που εφόσον ήταν διατεθειμένο να δουλέψει θα μπορούσε να κάνει σημαντικά πράγματα στο ποδόσφαιρο. Προπόνηση με την προπόνηση, παιχνίδι με το παιχνίδι, με υπομονή και επιμονή, δουλεύει και γνωρίζει πλεόν πως να διαχειριστεί μια πρόσκαιρη απογόητευση.
Στο ματς “τελικό” της περσινής Superleague 2, ο 23χρονος πια επιθετικός έβαλε το γκολ της ανόδου στις καθυστερήσεις του αγώνα με την Καλαμάτα σε μια στιγμή που θα θυμάται για πάντα. Η Κηφισιά στην Superleague 1. Και ο Σεμπαστιάν Λέτο να τον εμπιστεύεται πλέον στο πλευρό του άλλου φανταστικού παίκτη και ανθρώπου, του Ανδρέα Τεττέη. Οι δυο τους φέτος αποτελούν “talk of the Superleague” με τις επιδόσεις τους. Ο Παντελίδης με 3 γκολ και 1 ασίστ ήδη, διατηρεί το χαμόγελό του στα χείλη γνωρίζοντας ότι κάθε χαρά και κάθε λύπη στο ποδόσφαιρο είναι παροδική.
Κανείς όμως δεν θα του απαγορεύσει να είναι ευτυχισμένος που αυτές τις μέρες, βρίσκεται ανάμεσα στους καλύτερους Έλληνες ποδοσφαιριστές των ημερών. Η κλήση στην Εθνική ομάδα είναι για τον Παντελίδη το επιστέγασμα των προσπαθειών αυτών των έξι ετών, από την απογοήτευση στο restart και στην αναγνώριση. Το παιδί που έκλαιγε στο δωμάτιό του στα 17 του χρόνια, είναι πλέον άντρας στα 23 του και μάλιστα διεθνής.
Στις πρώτες του στιγμές με τη “γαλανόλευκη” είναι σοβαρός, αφοσιωμένος, γνωρίζοντας ότι μπροστά του έχει μια πολύ μεγάλη ευκαιρία. Δίνει τα πάντα στην προπόνηση και έχει ήδη μιλήσει με τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς για να αντιληφθεί “τί εστί Εθνική ομάδα” και ποιος είναι ο λόγος που έχει κληθεί. Ο Παντελίδης είναι ένας επιθετικός που μπορεί να κάνει πολλές δουλειές στο γήπεδο. Γι’ αυτό και παίζει το ίδιο άνετα τόσο στην κορυφή της επίθεσης όσο και στις δύο πτέρυγες. Κι αυτό είναι προσόν για έναν παίκτη στο σημερινό ποδόσφαιρο.
Ο Γιοβάνοβιτς στις αρχικές του κλήσεις είχε 24 παίκτες, και αφού είδε τα ματς της πρόσφατης αγωνιστικής στη Superleague -και με δεδομένη την ίωση του Καρέτσα που τον έθετε εν αμφιβόλω- άνοιξε την πόρτα της Εθνικής στον Παύλο Παντελίδη. Είδε όσα ήθελε να δει, έμαθε για εκείνον και πλέον αποτελεί μέρος της ομάδας, μπήκε στη “δεξαμενή” με τους καλύτερους. Αυτό δε σημαίνει ότι έχει κατοχυρωμένη θέση στη “γαλανόλευκη” κι αυτό το γνωρίζει πολύ καλά κι ο ίδιος. Όμως το πρώτο βήμα έγινε. Τα επόμενα είναι στο χέρι του.