Η «ομάδα φάντασμα» ήταν η… εναλλακτική Εθνική Αργεντινής του 1973 που επιστρατεύτηκε για ν’ αγωνιστεί κόντρα στην Βολιβία σε υψόμετρο 4.000 μέτρων μια το Περού στα 3.000, μέλος της οποίας ήταν και ο Χουάν Ραμόν Ρότσα.

Η «ομάδα φάντασμα» ήταν η… εναλλακτική Εθνική Αργεντινής του 1973 που επιστρατεύτηκε για ν’ αγωνιστεί κόντρα στην Βολιβία σε υψόμετρο 4.000 μέτρων μια το Περού στα 3.000, μέλος της οποίας ήταν και ο Χουάν Ραμόν Ρότσα.
Ως «La Selección Fantasma» (Η Ομάδα Φάντασμα), είναι καταγεγραμμένη στην Παγκόσμια Ποδοσφαιρική Ιστορία, η «εναλλακτική» εθνική ομάδα της Αργεντινής, η οποία «επιστρατεύτηκε» τον Σεπτέμβριο του 1973 από τον τότε εθνικό προπονητή Ομάρ Σίβορι (Omar Sívori), με στόχο να αντιμετωπίσει την εθνική ομάδα της Βολιβίας, στην πρωτεύουσα της δεύτερης, την Λα Παζ, που βρίσκεται σε υψόμετρο 4.000 μέτρων στην οροσειρά των Άνδεων. Οι ιδιαιτερότητες για τους οργανισμούς που δεν έχουν συνηθίσει να αγωνίζονται σε τέτοιες συνθήκες είναι πολλές και δυσεπίλυτες, με κυριότερη την έλλειψη οξυγόνου και αποτέλεσμα αρκετές ομάδες να αντιμετωπίζουν τρομερά προβλήματα κατά την διάρκεια των αγώνων σε αυτό το υψόμετρο.

Με τον όρο αυτό εννοούνται, η ειδικών συνθηκών προετοιμασία παράλληλα με την παντελή έλλειψη οργάνωσης από την Αργεντίνικη Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, αλλά και την έλλειψη οποιασδήποτε δημοσιογραφικής ενημέρωσης και όλες αυτές οι καταστάσεις που αντιμετώπισαν σε ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες αυτοί οι άνθρωποι και διαδραματίστηκαν για ένα χρονικό διάστημα περίπου 75 ημερών πριν τον αγώνα. Το παιχνίδι πραγματοποιήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου του 1973 στο ”Εστάδιο Ολίμπικο Ερνάντο Σίλες” της Λα Παζ μπροστά σε 30.000 θεατές και έληξε με νίκη της Αργεντινής με 1-0, μια νίκη που της έδωσε και μεγάλο πλεονέκτημα για την πρόκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974, στην Δυτική Γερμανία, που δεν ήθελε να χάσει για κανένα λόγο, μιας και ΔΕΝ είχε συμμετάσχει στην διοργάνωση του Μέξικο το 1970 και ήταν η επόμενη διοργανώτρια! Πολλοί από του ποδοσφαιριστές αυτούς, πέραν του γεγονότος ότι συμμετείχαν σε μια εξαντλητική διαδικασία γνωρίζοντας ότι ΔΕΝ θα αγωνιστούν στον συγκεκριμένο αγώνα, δεν ξανακλήθηκαν ποτέ ξανά στην εθνική ομάδα!


Τα προκριματικά για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974 στην Νότιο Αμερική, γίνονταν με ένα σύστημα το οποίο περιελάμβανε ομίλους των τριών (3) ομάδων. Η Αργεντινή, είχε πάρει ήδη τη διοργάνωση του 1978 και δεν ήθελε, σε καμία περίπτωση, να λείπει από το Μουντιάλ του 1974 στα γήπεδα της Δυτικής Γερμανίας. Ειδικά από τη στιγμή που είχε αποτύχει να προκριθεί το 1970 στο Μέξικο, όταν και αποκλείστηκε από το Περού. Η χώρα γενικά βρισκόταν σε μια περίεργη κατάσταση και το ίδιο χάος επικρατούσε και στο ποδόσφαιρό της. Προπονητής είχε αναλάβει, τον Αύγουστο του 1972, ο θρυλικός Ομάρ Σίβορι (Omar Sívori), σε μια αρκετά παράξενη απόφαση της Ομοσπονδίας, αφού ο Σίβορι ήταν μεν τεράστιο ποδοσφαιρικό μέγεθος, είχε όμως εμπειρία μόλις 3 ετών ως προπονητής.

Ο φόβος για αποτυχία κάνει τον κόουτς να φυλάει τα έρμα και έτσι γεννιέται η περίφημη «La Selección Fantasma», «Η Εθνική Φάντασμα» της Αργεντινής! Σκεφτείτε κάτι σαν την Ομάδα Α, σαν μια ομάδα επίλεκτων-κομάντο, αλλά με πολύ λιγότερη δόξα και καθόλου μέσα! Ο Σίβορι δίνει την εντολή στον βοηθό του, τον Μιγκέλ Ιγνομιριέγιο (Miguel Ignomiriello) να φτιάξει μια «παράλληλη» ομάδα που θα κάνει ειδική προετοιμασία για τον αγώνα της Βολιβίας. Το σύνολο, αποτελείται από παίκτες που παίζουν σε ομάδες της Αργεντινής και γενικά, δεν ήταν συχνά μέλη της εθνικής ομάδας και από ορισμένα ταλέντα της εποχής. Ο βοηθός τους παίρνει μαζί του στην Τιλκάρα, μια κωμόπολη στους πρόποδες των Άνδεων, στην επαρχία Χουχούι, στα περίπου 3.000 μέτρα!

Η παντελής έλλειψη οργάνωσης της Ομοσπονδίας, το δυσπρόσιτο της περιοχής και η έλλειψη σύγχρονής τεχνολογίας, έχει ως αποτέλεσμα η «παράλληλη» εθνική να μην διαθέτει κανέναν τρόπο επικοινωνίας με το κέντρο και έτσι κερδίζει γρήγορα το παρατσούκλι της από έναν δημοσιογράφο της εποχής. Στην «ομάδα φάντασμα» βρίσκονται και αρκετά ταλέντα, δύο εκ των οποίων αργότερα εξελίχθηκαν σε παίκτες-σταθμούς του αργεντίνικου ποδοσφαίρου: ο εμβληματικός Ρικάρντο Μποτσίνι (Ricardo Bochini) που έπαιξε 20 χρόνια στην Ιντεπεντιέντε αφήνοντας εποχή και ο μεγάλος Μάριο Κέμπες (Mario Kempes). Ο τελευταίος στην βιογραφία του μιλάει για την ομάδα φάντασμα:
«Η Ομοσπονδία μας είχε ξεχάσει και περνούσαμε πολύ άσχημα. Ήμασταν σε ένα ξενοδοχείο της κακιάς ώρας και δεν είχαμε χρήματα ούτε για να φάμε. Είχαμε δυο κλεισμένα φιλικά και τελικά καταλήξαμε να παίξουμε εφτά ή οχτώ για να έχουμε χρήματα να φάμε. Με τα λεφτά πηγαίναμε στο σούπερ-μάρκετ για να πάρουμε κάτι να φάμε. Γύρισα με 7-8 κιλά λιγότερα!»

Ένας άλλος ποδοσφαιριστής, ο Χόρχε Τρονκόσο (Jorge Troncoso), δήλωσε ότι η Ομοσπονδία δεν είχε κλείσει ούτε καν διαιτητές για τα φιλικά και ότι αν δεν ήταν ο προπονητής δεν θα είχαν ούτε φανέλες να παίξουν στα φιλικά, αφού πήγε ο ίδιος και αγόρασε! Η ομάδα έκανε πλήρη περιοδεία περνώντας από το Κουαγιάνο, την Χουχούι, τη Χουμαχουάκα, την Τιλκάρα, το Σαν Σαλβαδόρ της Χουχούι, επιστρέφοντας πάλι πίσω σε Τιλκάρα και Χουμαχουάκα, μετά στην Μίνα Αγουιλάρ -ένα μέρος στα 4.000 μέτρα που κάποτε έβγαζαν ασήμι (!!!) και διάφορα άλλα μέρη όπως την Λίμα, τη πρωτεύουσα του Περού μέχρι να φτάσουν στην Λα Παζ, τη πρωτεύουσα της Βολιβίας! Οι παίκτες με μηδενική ψυχολογία, πονοκεφάλους και απογοητευμένοι αφού πολλοί από αυτούς ήξεραν ότι δεν θα έπαιζαν στο παιχνίδι με την Βολιβία και είχαν περάσει όλη την ταλαιπωρία χωρίς λόγο, προσπαθούσαν να επικοινωνήσουν με κάποιον αρμόδιο αλλά δεν τα κατάφερναν!

Η κανονική εθνική ομάδα της Αργεντινής, την πρώτη αγωνιστική συνέτριψε στο ”La Bombonera”, το γήπεδο της Μπόκα Τζούνιορς με 4-0 τη Βολιβία και στη συνέχεια έφερε 1-1 στην Ασουνσιόν με την Παραγουάη. Τον Σεπτέμβριο του 1973, ήρθε η ώρα της ομάδας-φάντασμα. Τριάντα χιλιάδες Βολιβιανοί στο ”Εστάδιο Ολίμπικο Ερνάντο Σίλες” υποδέχτηκαν την Αργεντινή στις 23 του μηνός, μια ομάδα που είχε 7 παίκτες από την ομάδα φάντασμα και κάποιους ακόμα που έφτασαν στην Λα Παζ λίγες ώρες πριν αρχίσει το ματς, όπως ο τερματοφύλακας Ντανιέλ Καρνεβάλι (Daniel Carnevalli), ο Ρουμπέν Αγιάλα (Rubén Ayala) και ο Ρομπέρτο Τελτς (Roberto Telch). Πριν τον αγώνα ο δημοσιογράφος Μιγκέλ Τάπια (Miguel Tapia), διευθυντής του περιοδικού «Hoy Deportivo», έριξε την ιδέα και σε συνεργασία με τον φωτογράφο Λούσιο Φλόρες (Lucio Flores), οι παίκτες έβγαλαν την περίφημη φωτογραφία της ομάδας φάντασμα ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τα όσα πέρασαν. Μετά το τέλος της περιπέτειας, πίσω την Αργεντινή, η φωτογραφία χρησιμοποιήθηκε από την εβδομαδιαία στήλη Goals και προκάλεσε τεράστια αναστάτωση στη δημοσιογραφία και την κοινή γνώμη.

Το παιχνίδι από τον Βραζιλιάνο διαιτητή Arnaldo Coelho, ξεκίνησε με μια ευκαιρία του Κέμπες και μια ευκαιρία για τους γηπεδούχους ύστερα από λάθος της άμυνας. Στο 18ο λεπτό, μετά από πολύ ωραίο συνδυασμό, η μπάλα ήρθε στην περιοχή και ο φορ Όσκαρ Φορνάρι (Oscar Fornari) με μια εντυπωσιακή κεφαλιά-παλομίτα άνοιξε το σκορ. Ήταν το πρώτο και τελευταίο γκολ του Φορνάρι με την «αλμπισελέστε», στην πρώτη και τελευταία του εμφάνιση με το εθνόσημο! Ένα γκολ που ακόμα και σήμερα το θυμούνται στη χώρα, καθώς έδωσε μια σπουδαία νίκη και δικαίωσε εν μέρει τα μέλη της «εθνικής-φάντασμα»! Ο αγώνας αυτός σηματοδότησε και το επίσημο ντεμπούτο του Μάριο Κέμπες στην εθνική ομάδα της Αργεντινής!

Για την ιστορία, η 11άδα της εθνικής Αργεντινής, «η ομάδα-Φάντασμα», που παρατάχθηκε τελικά στις 23 Σεπτεμβρίου του 1973, εναντίον της Βολιβίας, στη Λα Παζ και νίκησε με 1-0, απαρτιζόταν από τους: Daniel Carnevalli, Rubén Glaría, Angel Bargas, Daniel Tagliani, Osvaldo Cortés, Roberto Telch (capitán) (76′ Marcelo Trobbiani), Rubén Galván, Aldo Poy, Oscar Fornari, Rubén Ayala και Mario Kempes (64′ Ricardo Bochini).
ΠΗΓΗ: Ευλογημένο ποδόσφαιρο