Μία ταινία στην εποχή της καραντίνας, ο "Θεός", ο Οσκαρικός σκηνοθέτης, η Μαφία, μία αυτοκτονία και η απάντηση στο ερώτημα "γιατί ο Μαραντόνα κατάντησε έτσι".

Η καραντίνα είναι η αλήθεια ότι δεν είναι και το καλύτερό μου. Έχω μάθει να είμαι έξω να συναναστρέφομαι πολύ κόσμο και γενικά το μέσα με δυσκολεύει. 

Όμως είναι μία καλή ευκαιρία να διαβάσεις, να ακούσεις και να δεις πράγματα που δεν θα προλάβαινες πριν ή που δεν θα σου ερχόταν στο μυαλό ως επιλογή. 
“Φίλε, βρες και κατέβασε να δεις οπωσδήποτε, το ντοκιμαντέρ για τον Μαραντόνα”, έγραφε σε μήνυμά του ένας φίλος και ξάφνου ήρθε από το πίσω μέρος του μυαλού, μπροστά το “κάποια στιγμή πρέπει να δω την ταινία για τον Ντιέγκο”. 

Το να βρεις το ντοκιμαντέρ στις μέρες μας δεν είναι και δύσκολο,σε πολύ λίγη ώρα ήταν έτοιμο στην οθόνη μου. 

“Ας δούμε τη έφτιαξε ο Καπάντια, Οσκαρικός είναι, ο δε Μαραντόνα, είναι ο Μαραντόνα, δε μπορεί καλό θα είναι”, σκέφτηκα βάζοντας λίγο κρασί στο ποτήρι, λίγο προσούτο, κριτσίνια και τυρί. Η καραντίνα είπαμε έχει και τα καλά της. 

Τα λεπτά περνούν, ανοίγει σαν βεντάλια μπροστά σου ένα υλικό που αρχικά σε βάζει σε σκέψεις για το πόσο μπροστά σκεφτόταν σχεδόν 40 χρόνια πριν ο παιδικός φίλος και μετέπειτα μάνατζερ του Μαραντόνα, Χόρχε Σιτερσπίλερ, που “φόρτωσε” δύο κινηματογραφιστές στο σβέρκο του Ντιέγκο και τον ακολουθούσαν μέχρι και στο… μπάνιο από τότε που ήταν στην Αργεντινή και την Μπόκα, πριν καν δηλαδή έρθει στην Ευρώπη και βάλει την ριγωτή της Μπαρτσελόνα. 

Ήταν πολύ μεγάλο για τις δυνάμεις ενός ανθρώπου

Μετά βλέπεις, πως αυτό που έγινε στη Νάπολι, ήταν εκτός πραγματικότητας. Καθ’ υπερβολή, θύμιζε… μέρες που είναι: “τῇ ἐπαύριον ὁ ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα, ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἐκραύγαζον· Ὡσαννά· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ”. Αλλάξτε το Ιησούς, αλλάξτε τις περιοχές και όλα τα άλλα παραμένουν ίδια. 

Περισσότεροι από 75 χιλιάδες άνθρωποι μαζεύονται για να τον υποδεχτούν, ο Ντιέγκο έχει γεννηθεί για να γίνει ο Ματαντόνα και ο Μαραντόνα να γίνει “Θεός”, με πιστούς και εκκλησία. 

Πάντα λάτρευα τον Ματαντόνα, αν και ποδοσφαιρικά δεν τον απόλαυσα στα καλά του. Ήμουν εξ “youtube” ακόλουθος των “θαυμάτων” του. Ήμουν από τους άτυχους που βλέπαμε τον Μαραντόνα στη δύση του, που μάλιστα δεν είχε το ωραίο πορτοκαλοκόκκινο χρώμα της δύσης, αλλά πολύ γκρίζο και πολύ μαύρο. Βλέπετε ο Ντιέγκο υποχωρούσε όσο μεγάλωνε ο Μαραντόνα. Πολλοί στη ζυγαριά ανάμεσα στον ποδοσφαιριστή Μαραντόνα και τον άνθρωπο, έχαναν τη μαγεία της στρογγυλής Θεάς.

Πάντα προσπαθούσα να εξηγήσω πόσο γιγαντιαίο είναι αυτό που πρέπει να διαχειριστούν αθλητές, τραγουδιστές, ηθοποιοί όταν βρίσκονται ξαφνικά στο κέντρο του κόσμου. Έρχεται όμως αυτό το αριστούργημα του Καπάντια να δείξει το πραγματικό μέγεθος, ειδικά όταν “παντρεύεται” ένας δύσκολος άνθρωπος, με μία ακόμα πιο δύσκολη πόλη, όπως αυτή της Νάπολι. 

Η Μαφία είναι δίπλα στον Μαραντόνα, ξέρει πως πρέπει να “διώξει” τον Ντιέγκο μακριά, πρέπει να κυριαρχήσει ο Μαραντόνα. Η Καμόρα “παίζει” μπάλα στην πλάτη του Αργεντίνου και μέρα με τη μέρα ο Μαραντόνα “κατασπαράσσει” τον Ντιέγκο.

Τον Ντιέγκο που στις αυλές και τους δρόμους, του Μπουένος Άιρες, “μίλαγε” στην μπάλα, χαιρόταν με το παιχνίδι, άστραφτε κάθε φορά που ακουμπούσε το δέρμα της στρογγυλής Θεάς. Δύο Θεοί ερχόντουσαν σε επαφή, σαν συνουσία μαγική, σκορπούσαν αστερόσκονη. 
Όμως ο Μαραντόνα, αποδόμησε σιγά, σιγά την αστερόσκονη, μπλέκοντας με κάθε άλλου είδους σκόνες και παίρνοντας την κάτω βόλτα. 
Είδα τον Μαραντόνα να διαλύει την άμυνα της Εθνικής Ελλάδας στο Μουντιάλ της Αμερικής και πάνω που έλεγα, “να τον απόλαυσα, έστω και στην καμπούρα μας να κάνει τα μαγικά του”, να η είδηση του ντόπινγκ, να η απογοήτευση που έρχεται να καλύψει τη μαγεία του ποδοσφαίρου. 
Ήταν και πάλι ο Μαραντόνα που νικούσε τον Ντιέγκο. 

Σαν δύο διαφορετικοί άνθρωποι

Μιλούν τόσοι σημαντικοί άνθρωποι του ποδοσφαίρου για τον Μαραντόνα και λένε λόγια που πραγματικά καταδεικνύουν το ποδοσφαιρικό του μεγαλείο, την ίδια ώρα που ακούς τα όσα λένε οι δικοί του άνθρωποι, οι άνθρωποι του Ντιέγκο και καταλαβαίνεις πως είναι σαν να μιλάνε για δύο διαφορετικούς ανθρώπους. 

“Με τον Ντιέγκο θα μπορούσα να πάω στην άκρη του κόσμου, με τον Μαραντόνα δεν θα έκανα ούτε βήμα”, είναι μία από τις χαρακτηριστικές ατάκες του επί χρόνια φίλου του και προσωπικού του προπονητή, Φερνάντο Σινιορίνι, με τον Μαραντόνα να του απαντά “μπορεί, αλλά αν δεν ήταν ο Μαραντόνα, θα ήμουν ακόμη στην Βίγια Φιορίτο”, μία μικρή πόλη στην Λόμα ντε Ζαμόρα, προάστιο του Μπουένος Άιρες, εκεί όπου ο Ντιέγκο έκανε τα πρώτα του βήματα. 

Είναι μία ιστορία περασμένη άριστα σε όλους του “τρελούς” του ποδοσφαίρου, με την σύγχρονη τεχνολογία και με καταπληκτική ρεαλιστικότητα. 

Ο Μαραντόνα, λένε πως δεν την έχει δει ακόμα, για αρκετό καιρό ούτε ο ίδιος ο Ασίφ Καπάντια (άγνωστο αν τελικά την είδε μετά), ο οποίος ήθελε να την δει μαζί με τον Μαραντόνα, φέξε μου και γλύστρησα, λένε πολλοί. 

Δυστυχώς δεν θα την δει ο μέχρι το 1985 κολλητός του Μαραντόνα και μάναντζέρ του Χόρχε Σιτερπίλερ. Κι ας του ανήκει το μεγαλύτερο μέρος όλου αυτού το έργου.
Τότε, το 1985, τον απέλυσε ο Μαραντόνα και μάλιστα με μυθικό καβγά όπως λένε πολλοί. Και δεν θα την δει ποτέ την ταινία διότι το 2017 αυτοκτόνησε πηδώντας από το μπαλκόνι του ξενοδοχείου που έμενε στο Μπουένος Άιρες νικημένος από την επί χρόνια κατάθλιψη που τον βασάνιζε. 

Ταξίδι στον χρόνο, “ζεις” για λίγο δίπλα του και καταλαβαίνεις πολλά.

Πρέπει να σας πω πως το ευχαριστήθηκα, το απόλαυσα, βλέπετε είναι μία δουλειά που σε γυρίζει πίσω στον χρόνο και σου δίνει τη δυνατότητα να ζήσεις λίγο δίπλα στον Μαραντόνα. Να καταλάβεις πολλά από τα όσα έγιναν, ώστε ο Μαραντόνα, να “κατασπαράξει” τον Ντιέγκο και να έλθει ένα άδοξο τέλος, ίσως για τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή που βρέθηκε στα γήπεδα. Έναν ποδοσφαιριστή με σπάνιο ταλέντο, που όμως, όσο σταθερός ήταν στο χορτάρι, τόσο ασταθής ήταν εκτός αυτού. 

Για μένα ο Ντιέγκο είναι ο κορυφαίος στην ιστορία, διότι έκανε πράγματα που μέχρι τότε δεν είχε κάνει κανείς, έπαιζε σε μία εποχή που οι αμυντικοί θα μπορούσαν εύκολα να κατέβουν σε αγώνες ΜΜΑ και σε μία εποχή που οι ποδοσφαιριστές δεν είχαν την τεχνολογία του τώρα, που το “recover’ είναι… παιχνιδάκι. Τότε ο Μαραντόνα δεχόταν διψήφιο αριθμό “εγκληματικών” κλοτσιών σε έναν αγώνα κι όμως λίγες μέρες μετά ήταν και πάλι εκεί για να μαγέψει τους πάντες. Όπως έκανε τότε που φορούσε τα χρώμα της Μπόκα και το κοινό παραληρούσε όταν έβγαινε στο χορτάρι. 

Μπορεί για κάποιους να μην είναι ο κορυφαίος, είναι όμως σίγουρα σημείο αναφοράς για τον παγκόσμιο αθλητισμό, ήταν άλλωστε, κάτι που δείχνει και η ταινία, το πρώτο θύμα της σόουμπιζ που άρχισε να χτίζεται με τον Αργεντίνο να μετατρέπεται σε Θεό, βάρος πολύ μεγαλύτερο απ’ όσο μπορούσε να αντέξει ένας άνθρωπος. 

Οι “πιστοί” τον συγχώρεσαν και υπάρχει λόγος

Πέρα από την ταινία, είδα και πολλά “βιντεάκια” στο youtube, για τον Μαραντόνα, από την Αργεντινή, την Μπόκα, την Μπαρτσελόνα, τη Νάπολι και πάλι πίσω στην Αργεντινή. Μέχρι και από την τελευταία του εμφάνιση ως καλεσμένος στο La Bombonera. Μέσα από αυτήν την ακολουθία των ολιγόλεπτων βίντεο, κατάλαβα πως οι μόνοι που συγχώρεσαν τον Μαραντόνα, οι μόνοι που κατάλαβαν την αλήθεια, που ένιωσαν τον εγκλωβισμό του Ντιέγκο στα πάθη του Μαραντόνα υπό την πίεση και τις απειλές την Καμόρα, ήταν οι Λατινοαμερικανοί και φυσικά περισσότερο απ’ όλους οι Αργεντίνοι. Οι δικοί του άνθρωποι, τα παιδιά του, οι πιστοί του. Όλοι οι άλλοι έχαναν κάτι στη… μετάφραση, όχι όμως και οι Αργεντίνοι και ξέρετε γιατί; Γιατί εκείνοι γνώρισαν, έζησαν, αγάπησαν, λάτρεψαν τον Ντιέγκο, αφήνοντας εκτός πλάνου το Μαραντόνα. Έζησαν τον πιτσιρικά Ντιέγκο με το φλογερό ταπεραμέντο, με το πάθος για την μπάλα, γνώρισαν και λάτρεψαν τον Ντιέγκο που θα αποτελούσε στο πέρασμα των χρόνων τον “φάρο” ελπίδας για όλους, το σημαντικότερο σύμβολο μίας ολόκληρης χώρας, πέρα από τα άλλα χρώματα, επικεντρωμένο στο λευκό και το γαλάζιο. Έζησαν και λατρεύουν τον Ντιέγκο τους.