Ο Δημήτρης Ιτούδης εμφανίστηκε αισιόδοξος για το μέλλον της Εθνικής Ελλάδος και τόνισε πως το πρόσφατο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ήταν η αρχή μιας προσπάθειας.

Ο Έλληνας ομοσπονδιακός τεχνικός αναφέρθηκε στον χαμένο προημιτελικό από τη Γερμανία και στον χειρισμό του Γιάννη Αντετοκούνμποο. Παράλληλα, μίλησε για τη συνεργασία του με τη Φενέρμπαχτσε και την προσωπική του ζωή. Ο 52χρονος κόουτς μίλησε στον τηλεοπτικό σταθμό «Alpha». Αναλυτικά δήλωσε:

Για την ήττα από τη Γερμανία στον προημιτελικό του Ευρωμπάσκετ: «Χάσαμε από τη Γερμανία γιατί ήταν καλύτεροι. Σ’ αυτή την πορεία χάσαμε ένα ματς στην έδρα της Σερβίας κι ένα ματς στην έδρα της Γερμανίας. Υπάρχουν πολλές λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να γίνουν διαφορετικά. Εγώ είμαι ο πιο δύσκολος κριτής του εαυτού μου και έδωσα συγχαρητήρια στον αντίπαλο κόουτς. Υπήρχε στεναχώρια μετά το ματς και την επόμενη ημέρα. Ωστόσο, στα νοκ άουτ δε νικάει πάντα ο καλύτερος, αλλά εκείνος που είναι καλύτερα τη συγκεκριμένη μέρα».

Για το μέλλον αυτής της ομάδας: «Είναι η αρχή μιας προσπάθειας. Μάλιστα, πρόσφατα επικοινωνήσαμε με τους παίκτες για να τους ευχηθούμε καλή αρχή στη σεζόν. Όλοι τους έχουν πει πως θέλουν να συνεχίσουν. Για να δέσει μια ομάδα χρειάζεται διάρκεια. Δεν κάναμε ούτε μια προπόνηση όλοι μαζί…».

Για τη συνεργασία με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο: «Ο χειρισμός του Γιάννη ήταν πολύ εύκολος. Ο Γιάννης είναι δοσμένος σ’ αυτό που κάνει, είναι συνειδητοποιημένος, είναι παράδειγμα προς μίμηση, πατάει και με τα δύο του πόδια στη γη. Αυτό που έχει πετύχει και καταφέρει, αυτό είναι βιβλίο ζωής, γιατί δεν είναι εύκολο. Είναι έμπνευση για τα νέα παιδιά, πώς από τις αντιξοότητες που έζησε, από την απόρριψη… είναι τώρα ο κορυφαίος στον κόσμο».

Για την κριτική που δέχτηκε γιατί ήταν στη 12άδα πέραν του Γιάννη και δύο αδέρφια του: «Ο Γιάννης, ο Θανάσης και ο Κώστας άξιζαν αυτό που πήραν».

Για τα συναισθήματα που του προκάλεσε η εμπειρία να είναι στον πάγκο της Εθνικής: «Δάκρυσα στον εθνικό ύμνο γιατί η εθνική κέρδισε τον κόσμο. Ο κόσμος έκατσε να δει την εθνική ομάδα και άλλοι έδωσαν από το υστέρημά του για να έρθουν να μας δουν από κοντά. Καταλαβαίνεις πως υπάρχει πολύς κόσμος από πίσω».

Για το πώς τον αντιμετωπίζουν οι Τούρκοι: «Ο τουρκικός λαός αγαπάει τους Έλληνες. Το καρντάς που λέμε πάνω στη Θεσσαλονίκη, αυτό είναι που μας συνδέει. Δεν υπάρχει καμία καχυποψία προς το πρόσωπό μου. Αγάπη, αποδοχή, χειροκρότημα, πίστη. Αν έρθουν οι στραβές, θα το δούμε, θα το φτιάξουμε. Θα προπονηθούμε και στις στραβές».

Για το λόγο που πήγε στη Φενέρμπαχτσε: «Δεν επέλεξα εγώ τη Φενέρμπαχτσε. Εκείνη με επέλεξε. Αν δεν γινόταν ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν θα έφευγα από την ΤΣΣΚΑ Μόσχας, άλλωστε είχα ένα χρόνο συμβόλαιο ακόμη. Το οικονομικό στοιχείο είναι σημαντικό αν θες να “χτίσεις” μια ομάδα».

Για τη σύζυγό του, Μαρία: «Πώς με αντέχει; Καλύτερα να ρωτήσεις εκείνη (γέλια). Η γυναίκα μου έρχεται στο γήπεδο. Στη Μόσχα, τα οκτώ χρόνια που ήμασταν εκεί ήταν συνέχεια μαζί μου. Έχει παίξει σημαντικό ρόλο και στην καριέρα μου. Έχει έναν τρόπο να σε διδάξει και να σε κοουτσάρει και να αποδεχτείς αυτό που λέει γιατί είναι πάντα εμπεριστατωμένο και με παραδείγματα και με ουσιαστικές λύσεις».

Για τη σχέση του με τη θρησκεία: «Κάθε χρόνο τα τελευταία έξι χρόνια επισκέπτομαι τον Άγιο στη Σύμη και πάω και κολυμπώντας. Πιστεύω. Μία από τις συνήθειες μου είναι να προσεύχομαι πριν από το παιχνίδι».

Για τους γονείς του: «Οφείλω αυτά που είμαι στους γονείς μου που με φέρανε στη ζωή. Με στήριξαν για να σπουδάσω, δεν προέρχομαι από εύπορη οικογένεια. Το όραμά μου, όμως, ήταν να γίνω προπονητής, να πάω στην καλύτερη σχολή. Μιλάμε για το 1987, 1988, δεν υπάρχει κάτι, δεν υπάρχει ίντερνετ, από πού να αντλήσω πληροφορίες; Έπαιρνες το μηδέν για να ακούγεσαι καλά στο τηλέφωνο! Βρήκα, πάντως, τις πληροφορίες. Δεν περίμενε κανείς πως θα πήγαινα στο Ζάγκρεμπ. Όλα τα πανεπιστήμια είναι σημαντικά, αλλά το πανεπιστήμιο της ζωής σου δίνει αυτό που δεν αγοράζεται. Την εμπειρία».