Μοιάζει οξύμωρο για έναν προπονητή, ο οποίος έβγαλε εις πέρας την αποστολή που του είχε αναθέσει η ομάδα, όταν αναλάμβανε, σχεδόν έξι μήνες αργότερα να βλέπει την πόρτα της εξόδου. Σίγουρα δεν είναι κάτι που συναντάμε πρώτη φορά, αλλά είναι τουλάχιστον περίεργο αν βάλεις στην εξίσωση μόνο το στοιχείο τίτλοι. Μία τέτοια περίπτωση είναι ο Όντεντ Κάτας. Ο Ισραηλινός προπονητής άφησε μεσούσης της περιόδου της Χάποελ Ιερουσαλήμ για να καθίσει στην “ηλεκτρική καρέκλα” του πάγκου του Παναθηναϊκού, διαδεχόμενος τον Γιώργο Βόβορα, σε μία χρονιά πολύ ιδιαίτερη. Για τον 46χρονο Κάτας αποτελούσε τη μεγαλύτερη πρόκληση της προπονητικής του καριέρας, ασχέτως αν στην άκρη του μυαλού του ήξερε πως οι πιθανότητες, μετά από λίγο καιρό, να μείνει χωρίς δουλειά ήταν πολλές περισσότερες απ’ ότι να είχε μείνει στη Χάποελ. Και πιθανότατα όποιος κι αν ήταν στη θέση του την ίδια επιλογή θα έκανε.
Ο Κάτας επέστρεψε στο ΟΑΚΑ στις 14 Ιανουαρίου, αυτή τη φορά φορώντας το κοστούμι του προπονητή και μπροστά του είχε τρεις μεγάλους στόχους. Πρωτάθλημα, Κύπελλο και αλλαγή της εικόνας που παρουσίαζε ο Παναθηναϊκός μέχρι εκείνη τη στιγμή. Τους δύο πρώτους τους πέτυχε και μάλιστα χωρίς οι “πράσινοι” να δώσουν χώρο για αμφισβήτηση εντός συνόρων. Σίγουρα η απουσία του Ολυμπιακού από τη Basket League έπαιξε τον δικό της ρόλο, όμως κανείς δεν μπορεί να μειώσει την επιτυχία του Ισραηλινού προπονητή και ειδικότερα του Παναθηναϊκού που κατέκτησε τουλάχιστον ένα τίτλο για 26η διαδοχική χρονιά στην ιστορία του. Στα θετικά της θητείας του Ισραηλινού προπονητή στον “πράσινο” πάγκο μπορεί να προστεθεί και η άνετη νίκη επί του Ολυμπιακού στο ΣΕΦ. Ο Κάτας είχε διαβάσει υποδειγματικά το παιχνίδι, είχε καλύψει και με το παραπάνω την τεράστια απουσία του Νέντοβιτς, χρησιμοποιώντας το “τρικ” με τα ψηλά σχήματα και στη “μάχη” με τον Γιώργο Μπαρτζώκα είχε κυριαρχήσει, οδηγώντας τους “πράσινους” σε μία νίκη γοήτρου επί του “αιώνιου” αντιπάλου.
Το μεγάλο στοίχημα του Όντεντ Κάτας, που πιθανόν θα του έδινε και το διαβατήριο για τη νέα σεζόν στο “τιμόνι” της ομάδας, ήταν η αγωνιστική εικόνα του Παναθηναϊκού και δη η έλλειψη ταυτότητας που παρουσίαζαν οι “πράσινοι”. Κάπου εδώ ο καθένας μπορεί να υποστηρίξει και δικαίως πως η ομάδα δεν ήταν “χτισμένη” από τον ίδιο, αλλά ήταν κάτι που γνώριζε ο Κάτας, όταν ανέλαβε. Μάλιστα, με την έλευση του αποκτήθηκε ο Τι Τζέι Μπρέι, ο οποίος στάθηκε άτυχος με τον τραυματισμό που υπέστη και λίγο αργότερα ο Μάριο Χεζόνια. Ειδικά ο Αμερικανός ήταν επιλογή του 46χρονου – πρώην πλέον – προπονητή του Παναθηναϊκού προκειμένου να “μπαλωθεί” όσο ήταν δυνατό το κενό στον “άσο”.
Σίγουρα ο τραυματισμός του έφερε τα πάνω κάτω στα σχέδια του Κάτας, όμως η αλήθεια είναι πως το πρόβλημα δεν ήταν η απουσία του Μπρέι. Στις 161 ημέρες θητείας του Ισραηλινού στον “πράσινο” πάγκο, ο Παναθηναϊκός βασίστηκε στο ατομικό ταλέντο και στην ποιότητα που διέθεταν αρκετοί από τους παίκτες του. Με εξαίρεση την επιλογή σε αρκετά παιχνίδια να παίξει με τα ψηλά σχήματα, την οποία μπορούσε να υποστηρίξει το ρόστερ του “τριφυλλιού”, ο Κάτας δεν κατάφερε να βγάλει κάτι από τη φιλοσοφία του γύρω από την προπονητική. Και φαίνεται πως είναι κάτι που του στοίχισε την παραμονή του και τη νέα σεζόν.
Το παράδοξο στην περίπτωση του Ισραηλινού κόουτς είναι πως στη Χάποελ Ιερουσαλήμ είχε δείξει το ακριβώς αντίθετο. Είχε δημιουργήσει μία ομάδα με αρχή, μέση και τέλος, που έπαιζε σε πολύ υψηλό ρυθμό, με αυτοματισμούς, καλές συνεργασίες και ξεκάθαρη φιλοσοφία. Γι’ αυτό άλλωστε είχε επιλεγεί από τους ανθρώπους του Παναθηναϊκού, ώστε να διαδεχτεί τον Γιώργο Βόβορα. Στην πράξη το… στοίχημα Κάτας δεν πέτυχε ή καλύτερα δεν “κούμπωσε” και γι’ αυτό αποφασίστηκε να μην δοθεί συνέχεια. Οι δύο πλευρές τερμάτισαν τη συνεργασία τους, με τον Κάτας να αποχωρεί από την Αθήνα έχοντας κατακτήσει δύο τίτλους.