Σε μια εβδομάδα θα συμπληρωθεί ένας χρόνος από την ημέρα (26/6) που ο Βασίλης Σπανούλης ανακοίνωσε το απόγευμα ενός Σαββάτου, την απόφαση του να ολοκληρώσει την ένδοξη καριέρα του σε Μαρούσι, Παναθηναϊκό και κυρίως στον Ολυμπιακό, του οποίου στιγμάτισε με τίτλους την νεότερη ιστορία της ομάδας μπάσκετ. Στον πρώτο χρόνο της μετά Σπανούλη εποχή, οι «ερυθρόλευκοι» «απορρόφησαν» την απουσία του θρυλικού αρχηγού τους, με κατάκτηση ντάμπλ και επιστροφή στο F4 της Ευρωλίγκα.
Διτή ερμηνεία αυτής της αναμφισβήτητης επιτυχίας του Ολυμπιακού που τίμησε την μεγάλη «κληρονομιά» τίτλων και διακρίσεων με αρχηγό και πρωταγωνιστή, τον V-Span και ταυτόχρονα είχε προετοιμάσει στην εντέλεια την αναπλήρωση του σπουδαίου απόντα στην νέα σελίδα που γράφτηκε στην περίοδο 2021-22.
Δεν πέρασαν παρά λίγοι μήνες από το «αντίο» του Βασίλη στο ελληνικό μπάσκετ και ο ίδιος προαποφασίσει το επόμενο βήμα του. Ο «μανιακός» με το μπάσκετ και πολύτεκνος Βασίλης, δέχτηκε αμέτρητες ευχές από όλο το ελληνικό και ευρωπαϊκό μπάσκετ να ζήσει ήσυχες οικογενειακές στιγμές με την σύζυγο Ολιμπία και τα έξι παιδιά του, αλλά ο Σπανούλης, όχι μόνο δεν αντέχει μακριά από το μπάσκετ, αλλά επιθυμούσε να συνεχίσει την καθημερινή ενασχόληση του με την «πορτοκαλί» μπάλα. Όχι από περιφερειακή θέση του αθλήματος, αλλά και πάλι σε ρόλο πρωταγωνιστή.
Προπονητής Βασίλης Σπανούλης, λοιπόν! Δεν πέρασαν, παρά λίγοι μήνες που έβαλε στο ντουλάπι την φανέλα με τον αριθμό «7» και από ένα άλλο ντουλάπι έβγαλε το t-shirt του προπονητή, αποδεχόμενος την πρόταση της Euroleague για να αναλάβει την ομάδα ταλαντούχων επίλεκτων παικτών του ευρωπαϊκού μπάσκετ στο νεοσύστατο τουρνουά «Next Generation». Πήγε σε 4 τουρνουά με κατάληξη το Βελιγράδι και την διεξαγωγή του, παράλληλα χρονικά με το F4.
Η άμεση ενασχόληση του Σπανούλη με την προπονητική, μπορεί να συγκριθεί με εκείνη τουΠαναγιώτη Γιαννάκη που κάθισε στον πάγκο της Εθνικής ομάδας, αμέσως μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του ’96, στην Ατλάντα και το «κρέμασμα» της φανέλας του. Και ο Γιαννάκης είχε δουλέψει την σκέψη του να γίνει προπονητής, πριν βάλει στο ντουλάπι την φανέλα με το «6». Πριν από 29 χρόνια, στην Καρλσρούη και στον όμιλο του ΕΥΡΩΜΠΑΣΚΕΤ της Γερμανίας, ο πρώην πρόεδρος της ΕΟΚ, Γ. Βασιλακόπουλος είχε δώσει το… «χρίσμα» στον «δράκο».
Τρία χρόνια, δηλαδή, πριν ολοκληρώσει την καριέρα του, ο Γιαννάκης, ο Βασιλακόπουλος σε μια ομήγυρη με τον αείμνηστο Π. Καπαγέρωφ και δημοσιογράφους είχε προαναγγήλει ότι επόμενος τεχνικός της Εθνικής, θα ήταν ο Γιαννάκης. Και έτσι έγινε, έστω και με άκομψο τρόπο, γιατί τα δυο προηγούμενα χρόνια, ο αείμνηστος Μάκης Δενδρινός ήταν απόλυτα επιτυχημένος με την κατάκτηση 4ης θέσης σε Μουντομπάσκετ ’94 και Ευρωμπάσκετ ’95.
Σε ηλικία, ίδια με αυτή του Βασίλη Σπανούλη, ο αρχηγός της Εθνικής με το ακατάριπτο ρεκόρ των 357 εμφανίσεων, έγινε πρώτος προπονητής στην ομάδα-«καθρέφτη» ολόκληρου του αθλήματος συνέχιζε από το ’87, την τροχιά «εκτόξευσης» του σε επιτυχίες.
O Σπανούλης «έπιασε» δουλειά και πριν προλάβει να σκουπίσει τον άπειρο ιδρώτα του, εντός των τεσσάρων γραμμών του παρκέ, συνέχισε να ιδρώνει μπροστά από τον πάγκο, δίνοντας οδηγίες στον Σαμοντούροβ και τους άλλους μελλοντικούς «αστέρες» του ευρωπαϊκού μπάσκετ.
Δεν μπορώ να γνωρίζω αν σε αυτούς τους παίκτες, έβλεπε σε…επανάληψη τον εαυτό του, όταν άρχιζε να παίζει μπάσκετ στα ανοιχτά γήπεδα της Λάρισας, αλλά είναι βέβαιο ότι και στην δική του περίπτωση, όπως έχει συμβεί πολλάκις στο παρελθόν με όποιον πρώην παίκτη έγινε προπονητής, ισχύει το «πρώτα «σκοτώνεις» τον παίκτη μέσα σου και μετά γίνεσαι προπονητής».
Και όσο πιο σπουδαίος και σημαντικός είναι ένας παίκτης, ως προπονητής δεν μπορεί να σκεφτεί καν το «κάντο, όπως εγώ» σε σουτ, πάσα, ντρίπλα, γιατί γνωρίζει ότι ως παίκτης που έχει την μπάλα στα χέρια του και είναι πρωταγωνιστής που κρίνει νίκες και ήττες, ενώ ως προπονητής η τύχη του αγώνα κρίνεται από τους παίκτες του. Το “εξ’ ιδίων τα αλλότρια» δεν μπορεί εκ της πράξης να ισχύσει.
Ο Σπανούλης ήταν έτοιμος από…καιρό για να αρχίσει την ενασχόληση του με την προπονητική του μπάσκετ. Να μην χάσει ούτε για μια ημέρα χωρίς να μπει ξανά σε αποδυτήρια και να πιάσει την μπάλα, όχι για να σουτάρει με πλαϊνό βήμα, αλλά για να δείξει το σύστημα και να δείξει όσα έμαθε από τους προπονητές που είχε στην καριέρα του, δημιουργώντας, παράλληλα, τον δικό του προπονητικό χαρακτήρα. Την δική του φιλοσοφία.
Με την αποδοχή της πρότασης του Περιστερίου που έχει αλλάξει κατά μέσο όρο 2,5 προπονητές, τα τρία τελευταία χρόνια και ενόψει της επικείμενης ανακοίνωσης της συμφωνίας, ο Βασίλης Σπανούλης θα κολυμπήσει απευθείας σε «βαθιά νερά». Αυτονόητα, δεν υπάρχει καμία σύγκριση με τα τουρνουά των ταλαντούχων παικτών, η ανάληψη τεχνικής ηγεσίας μίας επαγγελματικής ομάδας, με scouting και επιλογές ξένων παικτών, στελέχωση Ελλήνων παικτών και της μεγαλύτερης ευθύνης στην δημιουργία και στον σχεδιασμό.
Είναι βέβαιο ότι ο Σπανούλης είναι αποφασισμένος να πετύχει. Είναι βέβαιο ότι το έχει μετρήσει πολύ καλά, το επόμενο βήμα του στο μπάσκετ. Είναι βέβαιο ότι ως μέγας εγωϊστής, όπως όλοι οι μοναδικοί παίκτες, θα έχει απαιτήσεις από τους παίκτες του, θα επιβάλλει πειθαρχία μόνο από την παρουσία του και όποτε χρειάζεται θα δουν οι παίκτες του και τον… «άλλο» Σπανούλη και είναι βέβαιο ότι με την οργάνωση της σκέψης του και το πάθος για την επιτυχία που τον διακρίνει, μπορεί να κοιμηθεί και κανένα βράδυ στο κλειστό του Περιστερίου και να μην επιστρέψει στο σπίτι του για να προετοιμάσει την προπόνηση της επόμενης ημέρας.
Η απόφαση της ΚΑΕ Περιστέρι είναι καινοτόμος στην συνεργασία με τον Βασίλη Σπανούλη. Το αν θα πετύχει ή όχι, θα φανεί στην πορεία.
Καλώς επέστρεψες Bασίλη, αν και δεν έλειψες ούτε μια μέρα από το ελληνικό μπάσκετ!