Έχοντας σημαντικά προβλήματα με τα ηλεκτρολογικά ο Βασίλης Ορφανός υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει στην 10η ημέρα του 33ου Ράλι Ντακάρ.

Έχοντας σημαντικά προβλήματα με τα ηλεκτρολογικά ο Βασίλης Ορφανός υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει στην 10η ημέρα του 33ου Ράλι Ντακάρ.
 
Ο κορυφαίος έλληνας αναβάτης αναγκάστηκε να παραιτηθεί από το όνειρο ενός ακόμη τερματισμού στον πιο απρόβλεπτο, ριψοκίνδυνο και εν τέλει συναρπαστικό αγώνα του μηχανοκίνητου αθλητισμού.
 
Ο ίδιος, μετά από τις πρώτες βοήθειες που δέχτηκε, περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τι ακριβώς συνέβη από το ελικόπτερο που τον μετέφερε στο Μπιβουάκ:
 
“Ήδη μετά το τέλος του αγώνα της Τρίτης (σ.σ 12 Ιανουαρίου) παραπονέθηκα στους μηχανικούς της ομάδας για ένα πρόβλημα με το ρεύμα, καθώς η μηχανή μου δεν πήρε μπροστά με τη μίζα. Οι μηχανικοί μου απάντησαν ότι το πρόβλημα ήταν στις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες και αφού στο τελευταίο τσεκάρισμα πριν τον αγώνα της Τετάρτης, η μηχανή πήρε μπρος αποφασίσαμε να μην αλλάξουμε τη μπαταρία. Ξεκινώντας ο αγώνας όμως στις 4 τα ξημερώματα της Τετάρτης, η μηχανή πάλι δε πήρε μπρος με τη μίζα και αναγκάστηκα να τη σπρώξω για να ξεκινήσει. Για να είμαι ειλικρινής, ξέροντας το απαιτητικό πρόγραμμα της ημέρας, σε όλη τη διαδρομή είχα αυτή την έγνοια και κυρίως πρόσεχα να μη μου σβήσει η μηχανή. Μετά την απλή διαδρομή, το απίστευτο κρύο και το πέρασμα των Άνδεων στα 4800μ., σειρά είχε η ειδική. Πριν από την ειδική το πρόγραμμα προέβλεπε ανεφοδιασμό και σε αυτό το σημείο είναι που ξεκίνησαν τα πραγματικά προβλήματα καθώς έπρεπε πάλι να σπρώξω για να πάρει μπρος η μηχανή. Σηκώνω το ρελαντί και φεύγω αποφασισμένος ότι επουδενί δε πρέπει να μου σβήσει. Από τα 170χλμ. της ειδικής έχω διανύσει ήδη τα 102 όταν το βιβλίο του αγώνα μας στέλνει να περάσουμε από ένα ποτάμι με πολλή πέτρα, να κάνουμε δηλαδή τράιαλ. Ξανασηκώνω το ρελαντί για να ξεκολλήσω από το ποτάμι και εκεί είναι που η μηχανή σβήνει και πάλι. Είμαι σε ένα σημείο ολομόναχος, μου χωρίς άλλους οδηγούς κοντά μου αλλά για καλή μου τύχη περνάει ένας Ολλανδός οδηγός, στην ίδια ομάδα με εμένα, ο οποίος μου δίνει ρεύμα για να συνεχίσω. Ωστόσο όπως αποδείχτηκε ήταν μάταιη η προσπάθεια καθώς μετά από 100μ. μένω και πάλι. Είμαι αποφασισμένος ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψω, όμως νιώθω τις δυνάμεις μου να λιγοστεύουν. Η υπερπροσπάθεια του αγώνα, η αγωνία της μηχανής, το μένος μου να βρω τη λύση, είχαν σαν αποτέλεσμα να μείνω και από σωματικά υγρά. Είμαι στη μέση του πουθενά, στην έρημο, μόνος και σκέφτομαι ότι πρέπει να βρω έναν τρόπο να μην εγκαταλείψω. Είμαι στη στιγμή που ζυγίζω τις αποφάσεις που πρέπει να πάρω όταν περνάει από πάνω μου ένα ελικόπτερο της οργάνωσης. Του κάνω σήμα να κατέβει και ζητάω από το γιατρό να μου χορηγήσει επί τόπου έναν ορό. Η ιατρική ομάδα – ως όφειλε – με ρώτησε αν εγκαταλείπω ή όχι τον αγώνα και στην αρνητική μου απάντηση, πήρα την προειδοποίηση ότι αν σε ένα τέταρτο που θα ξαναπεράσουν δε φύγω μαζί τους τότε η εναλλακτική μου, αν δε λύσω και το πρόβλημα της μηχανής, ήταν να περάσω όλο το βράδυ στην έρημο. Με τον ορό που μου έδωσε ο γιατρός ανέκτησα κάποιες δυνάμεις. Η ιστορία συνεχίζεται με ένα αυτοκίνητο αγωνιζόμενων οι οποίοι είχαν χαθεί και σε αντάλλαγμα για το γεγονός ότι τους έδειξα το δρόμο, μου έδωσαν ρεύμα. Βάζω μπροστά τη μηχανή, ωστόσο μετά από 100μ. μου σβήνει και πάλι. Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα ότι είχαν τελειώσει όλα. Έφτασα στο οριακό σημείο όπου πλέον ετίθετο θέμα επιβίωσης. Δεν το κρύβω ότι η “τρέλα του Dakar” με παρότρυνε να κάνω την υπέρβαση και να το ρισκάρω ωστόσο ένιωθα πολύ αδύναμος και για πρώτη φορά έπρεπε να υπερισχύσει η λογική. Ήταν ανθρωπίνως αδύνατο να μείνω τη νύχτα στην έρημο, ήταν μάταιος κόπος να προσπαθήσω να βάλω μπροστά τη μηχανή. Προτού μετρήσω το δίκαιο και το άδικο, την τύχη και την ατυχία, νιώθω καλά με τον εαυτό μου διότι έκανα ό, τι μπορούσα, διότι δεν εγκατέλειψα το μότο μου ότι “δεν υπάρχει δε μπορώ, υπάρχει δε θέλω”. Δυστυχώς έφτασα στο σημείο που δε μπορούσα άλλο”.
 
Ώρες μετά την εγκατάλειψη, η μηχανή του Βασίλη Ορφανού μεταφέρθηκε με ελικόπτερο στο μπιβουάκ, καθώς τα φορτηγά της οργάνωσης δε μπορούσαν να προσεγγίσουν το σημείο.
 
Στο Μπιβουάκ οι μηχανικοί της Απρίλια διαπίστωσαν ότι είχε καεί η γεννήτρια που έδινε ρεύμα.