Εδώ έχουμε να κάνουμε με την «ζωντανή» ιστορία της Toyota, την 11η γενιά του μοντέλου Corolla, που κλείνει φέτος 50 χρόνια ζωής και θα μπορούσε από μόνο του να είναι ένα πετυχημένο “brand name” αυτοκινήτων. Παρουσιάστηκε το 1966, κατάφερε σύντομα να πείσει το παγκόσμιο κοινό και σήμερα πωλείται σε περισσότερες από 150 χώρες στον κόσμο, έχοντας παραχθεί σε 40 και πλέον εκατομμύρια αντίτυπα, αν και στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια έχει περιορίσει τις πωλήσεις της αφήνοντας χώρο στο hatchback  Auris, που δεν είναι τίποτε άλλο από την 5θυρη Corolla.

Η τελευταία γενιά φυσικά ακολουθεί την κλασική τετράθυρη φόρμα (αυτό που στην Ελλάδα ονομάζουμε «κούρσα»), καθώς το ευρύτατο κοινό στο οποίο απευθύνεται δεν θέλει σχεδιαστικούς εξτρεμισμούς και οπτικές εκπλήξεις.

Η Corolla λοιπόν, της δοκιμής μας είναι ένα τετράθυρο αμάξωμα, τριών όγκων με θέσεις για πέντε (ακόμα και μεγαλόσωμους) επιβάτες.

Το κλασικό αμάξωμα αποδεικνύεται αεροδυναμικό με Cx 0,27, κάτι που βελτιώνει την κατανάλωση και παράλληλα μειώνει τους αεροδυναμικούς θορύβους, που δεν ήταν και από τα δυνατά σημεία των προηγούμενων γενεών.

Πάντως οι σύγχρονες σχεδιαστικές πινελιές δεν λείπουν και εντοπίζονται κυρίως στην εντυπωσιακή αιχμηρή εμπρός μάσκα με τα LED φώτα ημέρας, όσο και τα όμορφα φωτιστικά σώματα πίσω, αλλά και στο προοδευτικό σβήσιμο της οροφής πάνω από το πορτ μπαγκάζ, που από μακριά κάνει το σεντάν να μοιάζει με λιφτ μπακ.

Η μόνη σχέση που έχει η νέα Corolla με την προκάτοχό της είναι το όνομα και το μεταξόνιο των 2.600 χλστ., που διατηρήθηκε παρά την αύξηση του μήκους, που τώρα φτάνει τα 4,6 μ.  Η αύξηση του μήκους γίνεται εμφανής στην αύξηση των εσωτερικών χώρων, που είναι σαφώς μεγαλύτεροι από τους αντίστοιχους της προηγούμενης γενιάς, κυρίως πίσω όπου εκτός από πολύ χώρο στα γόνατα και στο κεφάλι, το flat πάτωμα επιτρέπει σημαντική ελευθερία κινήσεων.

Αντίστοιχα μεγάλος είναι και ο χώρος αποσκευών, με 452 λίτρα, αλλά το σχήμα του εμποδίζει την πλήρη εκμετάλλευσή του, ενώ στον πυθμένα του βρίσκεται η ρεζέρβα ασφαλείας (διατάσεις ελαστικών 195/65/15). Ιδιαίτερη προσοχή έχει δοθεί στους χώρους για μικροαντικείμενα, στην εργονομία και γενικά  στην πρακτικότητα, ενώ έχει αναβαθμιστεί συνολικά η άνεση, η ηχομόνωση και η ποιότητα κατασκευής (που βέβαια ήταν πάντα σημείο αναφοράς). Υψηλής ποιότητας είναι και τα υλικά (άψογα τα μαλακά πλαστικά στο ταμπλό), αλλά και η ποιότητα συναρμολόγησης που είναι υποδειγματική ακόμα και για πιο ακριβές κατηγορίες.

Στην κεντρική κονσόλα κυριαρχεί η μεγάλη οθόνη αφής των 6,1 ιντσών, όπου λειτουργεί το σύστημα πολυμέσων Toyota Touch 2ης γενιάς με τις λειτουργίες του ηχοσυστήματος, του κλιματισμού, του αυτοκινήτου και της κάμερας οπισθοπορείας, με μοναδικό μειονέκτημα το ότι, την ημέρα η οθόνη είναι δυσανάγνωστη ή τουλάχιστον δεν καταφέραμε εμείς να την ρυθμίσουμε όπως πρέπει. Αξιοσημείωτος είναι και ο εξοπλισμός που από τη βασική κιόλας έκδοση περιλαμβάνει 7 αερόσακους, ESP, air condition, υπολογιστή ταξιδιού, ηχοσύστημα και ηλεκτρικά παράθυρα.

Κάτω από το μακρύ καπό βρίσκεται ο πετρελαιοκινητήρας άμεσου ψεκασμού των 1,4 λίτρων, ένας από τους καλύτερους της αγοράς. Με απόδοση 90 ίππων στις 3800σ.α.λ., αλλά ροπή 20,9χγρμ από τις 1800 μόλις στροφές, είναι λίγος στα χαρτιά αλλά τουλάχιστον επαρκής στην πράξη, αν και οι περισσότεροι από αυτούς που επιλέγουν Corolla δεν έχουν στα πρωτέυοντα κριτήριά τους τις επιδόσεις.

Πάντως, ο κινητήρας αντιμέτωπος με τα 1.300 κιλά βάρους του αμαξώματος, όντας εύστροφος και σωστά πλαισιωμένος από το 6άρι (με αραιές σχέσεις) χειροκίνητο κιβώτιο, τα καταφέρνει μια χαρά, επιταχύνοντας στα 0-100 σε 12,5’’ και φτάνοντας στην τελική των 180 χλμ/ώρα. Ακόμα καλύτερα όμως τα καταφέρνει στις ενδιάμεσες επιταχύνσεις, καθώς τραβώντας από χαμηλές στροφές επιτρέπει εύκολα προσπεράσματα, ενώ διατηρεί με άνεση υψηλή μέση ωριαία ταχύτητα στο ταξίδι.

Όλα τα παραπάνω επιτυγχάνονται με απόλυτα λογική κατανάλωση, η μέση τιμή της οποίας στη διάρκεια της δοκιμής μας δεν ξεπέρασε τα 6,1λτ/100χλμ, αριθμός που συνδυαζόμενος με το 50λιτρο ρεζερβουάρ, δίνει περισσότερα από 800 χλμ. αυτονομίας.

Όλα τα παραπάνω στα χαρτιά, γατί όταν καθίσεις στο με άριστη πλευρική στήριξη κάθισμα του οδηγού της Corolla, διαπιστώνεις πως έχεις να κάνεις με ένα απόλυτα σύγχρονο αυτοκίνητο, που κάθε άλλο παρά παλιομοδίτικο είναι και ταυτόχρονα δίνει στον οδηγό του οδηγική ευχαρίστηση και απόλυτη πληροφόρηση σε κάθε στιγμή.

Με εξαίρεση στην σκαλωτή ρύθμιση της πλάτης των εμπρός καθισμάτων (παραδοσιακή επιλογή της Toyota), δεν καταφέραμε να βρούμε επιλήψιμο σημείο στην για σχεδόν 1000χλμ. συμβίωσή μας με την 11η έκδοση της Corolla. Μόνο αν αποφασίσεις να κινηθείς γρήγορα με πλήρες φορτίο, ο κινητήρας μπορεί να φανεί λίγος, κάτι που βέβαια αφορά μάλλον ελάχιστους από τους εν δυνάμει αγοραστές του πλέον καλοπουλημένου Toyota όλων των εποχών.

Ο ντιζελοκινητήρας των μόλις 1,4 λίτρων «τραγουδάει» εντυπωσιακά από 1500-3500σ.α.λ. και στη συνέχεια ανεβάζει (αλλά «κούφια») μέχρι τις 5000. Με το καλύτερο σύστημα start/stop που έχουμε οδηγήσει σε αυτή την κατηγορία και ένα από τους καλύτερους επιλογείς ταχυτήτων που διαθέτει αυτοκίνητο με εγκάρσια τοποθετημένο κινητήρα, νοιώσαμε μια ευχάριστη έκπληξη για το πώς ένα τυπικά «αδιάφορο» μοντέλο, μπορεί να γίνει τόσο ευχάριστο οδηγικά.

Την ίδια στιγμή, το σαφές τιμόνι και η νέα εμπρός ανάρτηση χαρίζουν στον οδηγό καλύτερο χειρισμό, μεγαλύτερη ευστάθεια και περισσότερη άνεση, ενώ το αυτοκίνητο παραμένει σταθερό και προβλέψιμο ακόμα και σε υψηλές ταχύτητες. Το βαρύ αμάξωμα γέρνει αλλά συμπεριφέρεται ουδέτερα στις στροφές, και παραμένει έτσι ακόμα και στην πίεση, έχοντας σαν επιπλέον ασφάλεια το διακριτικό ESP και τα πολύ δυνατά φρένα.

Αν σε όλα τα παραπάνω προσθέσουμε την άπλετη ορατότητα, τα δυνατά φώτα, την ποιότητα κύλισης και την σαφώς αναβαθμισμένη ηχομόνωση, έχουμε με διαφορά το καλύτερο Corolla όλων των εποχών και χαλάλι τα κάποια περισσότερα ευρώ που κοστίζει σε σχέση με τον ανταγωνισμό.

Τελικά, η Corolla μοιάζει σαν το παλιό καλό κρασί, αφού σε κάθε έκδοσή της γίνεται με διαφορά καλύτερη, επιλέγοντας ένα ρυθμό εξέλιξης που σε καμιά περίπτωση δεν ξαφνιάζει το παραδοσιακό κοινό της, αλλά την ίδια στιγμή εύκολα μπορεί να «ψαρέψει» τον όποιο πιστό άλλου μοντέλου τύχει να ζήσει μαζί της έστω για λίγες ημέρες.

Με τιμή στα περίπου 17.500 ευρώ (με απόσυρση) δείχνει ακριβούτσικη,κάτι που όμως δεν ισχύει αν συνυπολογίσουμε τα προσόντα της (μαζί και τα 6 χρόνια εργοστασιακής εγγύησης) και την αδιαμφισβήτητη μεταπωλητική αξία που διατηρεί ακόμα και στις μέρες μας, όπου το μεταχειρισμένο επιβατικό έχει απαξιωθεί.

Yπέρ

– Ποιότητα κατασκευής

– Εξοπλισμός

– Άνεση

– Χώροι

– Ποιότητα κύλισης/Ηχομόνωση

– Φρένα

– Κατανάλωση          

Kατά

– Τιμή

– Μέτριες επιδόσεις (πλήρες φορτίου

Τεχνικά χαρακτηριστικά

Αμάξωμα:  Sedan, 4θυρο, 5θέσιο

Διαστάσεις: 4.620 Χ 1.775 Χ 1.465 χλστ

Μεταξόνιο:  2.700χλστ

Βάρος:        1.300 κιλά

Χώρος αποσκευών:  452 λτ

Κινητήρας:  diesel, 4κύλινδρος, 16βάλβιδος, 1364κ.εκ.

Ισχύς:          90 ίπποι/3.800σ.α.λ.

Ροπή:          20,9χγρμ/1.800σ.α.λ.

Επιτάχυνση 0-100: 12,5’’

Τελική ταχύτητα:   180 χλμ/ώρα

Κατανάλωση:     6,1λτ/100χλμ

Μετάδοση:   Στους εμπρός τροχούς

Κιβώτιο:       Χειροκίνητο 6σχέσεων

Ανάρτηση: McPherson εμπρός/Ημιάκαμπτος Άξονας πίσω

Τροχοί:   195/65/15

Φρένα:    Αεριζόμενοι Δίσκοι εμπρός/Απλοί δίσκοι πίσω

Ρεζερβουάρ: 50 λτ