Ο Μάριο Κολούνα υπήρξε το «Ιερό Τέρας» της Μπενφίκα, επί σειρά αρχηγός της και παίκτης εκπληκτικής τεχνικής κατάρτισης, για κάποιους ανώτερος του Εουσέμπιο.
Ο Πορτογάλος επιτελικός μέσος Μάριο Κολούνα (Mário Esteves Coluna), γεννήθηκε στις 6 Αυγούστου του 1935, στην Ιντσάκα, ένα μικρό νησάκι απέναντι από το Μαπούτο (μέχρι το 1975 Λοουρένσο Μάρκες), τη πρωτεύουσα της Μοζαμβίκης. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ποδοσφαιρικής του καριέρας με την Μπενφίκα, για την οποία εμφανίστηκε σε 525 επίσημα παιχνίδια, σκοράροντας 127 γκολ κατά τη διάρκεια των 16 ετών που αγωνίστηκε γι’ αυτήν.
Με το παρατσούκλι «Monstro Sagrado» (Το Ιερό τέρας) , υπήρξε ο «εγκέφαλος» της ομάδας και επί σειρά ετών αρχηγός της! Πασαδόρος μεγάλης κλάσης με εκπληκτική τεχνική κατάρτιση, έγινε παγκόσμια γνωστός για την αντοχή, τη δύναμη και τα δυνατά σουτ από απόσταση. Κατέκτησε 19 σημαντικούς τίτλους με τον μεγάλο σύλλογο της Λισαβόνας, συμπεριλαμβανομένων 10 πρωταθλημάτων και 2 Κυπέλλων Πρωταθλητριών. Αντιπροσώπευε την Πορτογαλία στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966 και κέρδισε 57 διεθνείς συμμετοχές. Θεωρήθηκε ένας από τους Καλύτερους Μέσους της γενιάς του και επίσης θεωρείται ως ένας από τους Πιο Ταλαντούχους Πορτογάλους Παίκτες Όλων Των Εποχών!
Γεννημένος από Πορτογάλο πατέρα και Μοζαμβικανή μητέρα, είχε εντοπιστεί από τη Μπενφίκα, ενώ έπαιζε για τη Ντεσπορτίβο του Λουρέντσο Μαρκές, όπου έκανε τα πρώτα του αθλητικά βήματα στο μπάσκετ και το στίβο, καταρρίπτοντας το εθνικό ρεκόρ στο άλμα εις ύψος. Θεωρείτο ο κορυφαίος Αφρικανός ποδοσφαιριστής μέχρι την εμφάνιση του Εουσέμπιο (Eusébio da Silva Ferreira), ενώ αμφότεροι έγιναν γνωστοί από την Ντεσπορτίβο του Λουρένσο Μαρκές, τη θυγατρική ομάδα της Μπενφίκα στην Μοζαμβίκη.
Εντάχθηκε στη Μπενφίκα το 1954 και μετακόμισε στη Λισαβόνα για να αγωνιστεί με τους «αετούς», αρχικά ως δεύτερος επιθετικός, πετυχαίνοντας 14 τέρματα σε 26 συμμετοχές, στη πρώτη και πιο παραγωγική σεζόν του στο σύλλογο, ενώ κατέκτησε και το πρώτο του πρωτάθλημα. Αργότερα μετατέθηκε πίσω από την επιθετική γραμμή, καθώς ο τότε προπονητής του, ο Ότο Γκλόρια (Otto Martins Glória) θεώρησε ότι έπρεπε να εκμεταλλευτεί περισσότερο τη φυσική του κατάσταση και δύναμη και να του δώσει την ευκαιρία να δοκιμάζει συχνότερα το ακριβές και δυνατό του σουτ. Μετά από 6 χρόνια, 3 νταμπλ και ένα ακόμα κύπελλο Πορτογαλίας, εντάχθηκε στην ομάδα και ο Εουσέμπιο, με τελικό αποτέλεσμα τη δημιουργία της πανίσχυρης Μπενφίκα της δεκαετίας του 1960.
Στην πρώτη τους κιόλας σεζόν οι δύο αστέρες οδήγησαν τους Μπενφικίστας στην κορυφή της Ευρώπης, νικώντας στον τελικό της Βέρνης στις 30 Μαΐου του 1961, στη Βέρνη την Μπαρσελόνα με 3-2. Το 3ο τέρμα είχε πετύχει ο Κολούνα. Ένα χρόνο αργότερα, στις 2 Μαΐου του 1962, επανέλαβαν το ίδιο επίτευγμα, αυτή τη φορά στο Ολυμπιακό Στάδιο του Άμστερνταμ, με θύμα την πεντάκις τότε πρωταθλήτρια Ευρώπης Ρεάλ Μαδρίτης. Το χατ- τρικ του Φέρεντς Πούσκας (Ferenc Purczeld Bíró Puskás) δεν είχε σταθεί αρκετό και η Μπενφίκα πετυχαίνοντας 5 τέρματα κατέκτησε το 2ο συνεχόμενο τίτλο της, με τον Εουσέμπιο να σκοράρει δις και τον Κολούνα να βάζει γκολ σε 2ο συνεχόμενο τελικό.
Αρχηγός των «αετών» από το 1963 μέχρι το 1970, σε 328 συνολικά αγώνες σ’ αυτό το διάστημα για τη Μπενφίκα, πλούτισε τη τροπαιοθήκη του με άλλα 7 εθνικά πρωταθλήματα και 4 κύπελλα, αλλά και 3 χαμένους ευρωπαϊκούς τελικούς (1963, 1965 και 1968). Από το 1957 έως το 1969, ολοκλήρωσε 58 παιχνίδια στο Κύπελλο Πρωταθλητριών, όσα και ο Αλφρέντο Ντι Στέφανο (Alfredo Stéfano Di Stéfano Laulhe) και οδήγησε τη Μπενφίκα σε 37 αγώνες ως αρχηγός της. Συνολικά υπηρέτησε την Μπενφίκα για 16 συναπτά χρόνια, αγωνιζόμενος 364 φορές και σημειώνοντας 89 τέρματα στο πρωτάθλημα, ενώ εμφανίστηκε συνολικά σε 525 επίσημα παιχνίδια της και σκόραρε 127 γκολ, σε όλες τις διοργανώσεις. Μεταπήδησε για μία σεζόν, την 1970/71, στην Λιόν και ολοκλήρωσε τη σπουδαία καριέρα του στην Εστρέλα Πορταλέγκρε την περίοδο 1971/72.
Πραγματοποίησε 57 συμμετοχές με την εθνική Πορτογαλίας, σημειώνοντας 8 γκολ. Η πρώτη του διεθνής εμφάνιση ήταν σε μια φιλική ήττα με 0-3 από τη Σκωτία στη Γλασκόβη, στις 4 Μαΐου του 1955. Ήταν από τους πρωταγωνιστές στο Μουντιάλ του 1966, στο οποίο κατετάγη 3ος, χάνοντας στον ημιτελικό από την οικοδέσποινα και μετέπειτα Παγκόσμια Πρωταθλήτρια Αγγλία. Ήταν στην καλύτερη ενδεκάδα του τουρνουά, όπως και οι συμπαίκτες του Εουσέμπιο και Βιθέντε Λούκας (Vicente da Fonseca Lucas). Το τελευταίο διεθνές παιχνίδι του, το έδωσε
στις 11 Δεκεμβρίου του 1968, στο Γεώργιος Καραϊσκάκης, στη νίκη της εθνικής μας ομάδας με 4-2, για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του Μέξικο το 1970.
Ήδη παίζοντας για τη Λιόν, του απονεμήθηκε ένας αποχαιρετιστήριος αγώνας προς τιμή του από την Μπενφίκα, στις 8 Δεκεμβρίου του 1970, με αντίπαλο μια ομάδα επιλέκτων της UEFA που απαρτίζονταν από μεγάλους αστέρες της εποχής όπως ο Γιόχαν Κρόιφ (Johan Cruyff), ο Ντράγκαν Τζάιτς (Dragan Džajić), ο Τζεφ Χαρστ (Geoff Hurst), ο Μπόμπι Μουρ (Bobby Moore), ο Λουίς Σουάρεθ (Luis Suarez) και ο Ούβε Ζέελερ (Uwe Seeler). Μόλις η Μοζαμβίκη ανεξαρτητοποιήθηκε από την Πορτογαλία το 1975, ο κορυφαίος μέσος επέστρεψε για να αναλάβει πρόεδρος της Ποδοσφαιρικής της Ομοσπονδίας. Διετέλεσε επίσης, υπουργός αθλητισμού από το 1994 μέχρι το 1999.
Ο Μάριο Κολούνα, πέθανε στις 25 Φεβρουαρίου του 2014, σε ηλικία 78 ετών, στο Μαπούτο, μη μπορώντας να ξεπεράσει μια πνευμονική λοίμωξη.
ΠΗΓΗ: Ευλογημένο Ποδόσφαιρο, Wikipedia, sobrero
Μάριο Κολούνα: Το Ιερό Τέρας
Ο Μάριο Κολούνα υπήρξε το «Ιερό Τέρας» της Μπενφίκα, επί σειρά αρχηγός της και παίκτης εκπληκτικής τεχνικής κατάρτισης, για κάποιους ανώτερος του Εουσέμπιο.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ