Ο Γιάννης Ανδριανός τόνισε ότι όλοι πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους, προκειμένου ο αθλητισμός και δη το ποδόσφαιρο να απαλλαγεί από τη βία. Ο υφυπουργός Αθλητισμού σε συνέδριο που βρέθηκε στην Κρήτη, είπε επίσης ότι η αναβολή της αγωνιστικής ήταν μονόδρομος μετά την εισήγηση της αστυνομίας.
Αναλυτικά, όσα είπε:
«Θέλω πρώτα απ’ όλα να συγχαρώ την Ένωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Ηρακλείου και όλους όσοι εργάστηκαν για την πραγματοποίηση αυτού του Συνεδρίου, για το οποίο μιλήσαμε και κατά την πρόσφατη συνάντηση που είχαμε στο γραφείο μου στην Αθήνα.
Είναι ένα συνέδριο, που γίνεται βεβαίως στη σκιά ενός τραγικού γεγονότος, του θανάτου του Κώστα Κατσούλη μετά τα βίαια επεισόδια στον αγώνα Ηροδότου- Εθνικού, αλλά και λίγες ώρες μετά την βίαιη επίθεση κατά του διαιτητή και αναπληρωτή προέδρου της ΚΕΔ, Χριστόφορου Ζωγράφου.
Και να πούμε κάτι ξεκάθαρα και εξαρχής: Αυτά που συμβαίνουν – η βία, οι εκβιασμοί, οι δολοφονικές επιθέσεις – δεν είναι αθλητισμός. Είναι μια νοσηρή κατάσταση που εξυπηρετεί οτιδήποτε άλλο εκτός από τον αθλητισμό. Αθλητισμός είναι τα παιδιά, οι νέοι μας, οι αθλητές μας που μας κάνουν υπερήφανους με τις επιτυχίες τους, τις διακρίσεις τους σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Είναι τα παιδιά, οι νέοι μας που αγωνίζονται καθημερινά στα γήπεδα και γενικά τους αθλητικούς χώρους, πολλές φορές σε δύσκολες συνθήκες. Αυτά είναι ο αθλητισμός! Γιατί ο αθλητισμός εμπεριέχει αξίες και ιδανικά.
Με όλα λοιπόν αυτά τα καταδικαστέα που συμβαίνουν στο λαοφιλέστερο σπορ, το ποδόσφαιρο, συνεχίζει η απαξίωσή του. Και εδώ δεν χωρά υποκρισία από κανένα. Όταν καλείς την πολιτεία να παρέμβει απαιτείται να το εννοείς πραγματικά, χωρίς υπεκφυγές και προσχήματα, χωρίς προφάσεις εν αμαρτίαις – τύπου αυτοδιοίκητου. Γιατί το αυτοδιοίκητο αφορά απολύτως συγκεκριμένα πράγματα. Δεν μπορεί να ξεχειλώνει κατά το δοκούν.
Την επόμενη εβδομάδα, καταθέτω προς διαβούλευση το νέο αθλητικό νομοσχέδιο. Θα ακολουθήσει ο διάλογος που προβλέπεται. Και όποιος θέλει να προσφέρει ουσιαστικά, θα προσφέρει χωρίς υποκρισία και θα το δείξει με τις θέσεις του, με ειλικρίνεια και γόνιμο διάλογο, έχοντας ως μόνο στόχο και σκοπό το καλό του ποδοσφαίρου. Είναι η ώρα αυτή η απαίτηση ολόκληρης της υγιούς κοινωνίας να ακουστεί και να γίνει πράξη. Είναι η ώρα το τεράστιο υγιές κομμάτι της κοινωνίας μας οι υγιείς Έλληνες φίλαθλοι, ανεξάρτητα από πολιτική ταύτιση και άλλες επιμέρους διαφορές, να συνταχθούμε σ’ αυτό τον στόχο.
Γιατί αυτό που υπογραμμίζει και το Συνέδριο αυτό, είναι πως η μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων του αθλητισμού, τόσο στην Κρήτη όσο και σε ολόκληρη την Ελλάδα, όχι μόνο καταδικάζει με τον πιο απερίφραστο τρόπο την οπαδική βία, σε όλες τις εκφάνσεις της, αλλά και έχει τη βούληση να ενώσει δυνάμεις για να την ξεριζώσει από τον αθλητισμό μας.
Σ’ αυτή την κατεύθυνση, η συζήτηση που θα διεξαχθεί εδώ, μπορεί ουσιαστικά να εμπλουτίσει τον κοινό μας προβληματισμό, αλλά και να παραγάγει συγκεκριμένες προτάσεις, που μπορούν να ενσωματωθούν στο νέο νόμο. Βεβαίως η οπαδική βία είναι ένα χρόνιο πρόβλημα εξαιρετικά πολύπλοκο και πολυδιάστατο, είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο με βαθιές ρίζες και πολλές απολήξεις.
Όταν έχουμε περιστατικά άγριας, τυφλής βίας σε αγώνες τρίτης εθνικής ποδοσφαίρου, σε αγώνες γυναικείου βόλεϊ, χάντμπολ και πόλο παίδων, είναι ξεκάθαρο ότι δεν μιλάμε απλώς για οπαδική βία. Μιλάμε για γενικότερη, ευρύτερη βία που εκδηλώνεται σε αθλητικούς χώρους και διοργανώσεις.
Βεβαίως, η περιπλοκότητα του ζητήματος, δεν πρέπει και δεν μπορεί να λειτουργεί ως άλλοθι αδράνειας. Ίσα-ίσα που υπογραμμίζει την ανάγκη για συνένωση δυνάμεων. Χρειάζεται η ενεργή συνεργασία όλων, των διοικήσεων των ομάδων και των Ομοσπονδιών, των φιλάθλων καθώς και του οπαδικού τύπου που πάρα πολύ συχνά, προκειμένου να βγει το πρωτοσέλιδο, ρίχνει λάδι στη φωτιά.
Σ’ αυτή τη φάση, όπως καταλαβαίνετε, δεν είναι σκόπιμο να ανακοινώσω τις προβλέψεις του νομοσχεδίου, καθώς πρέπει να τηρηθεί η προβλεπόμενη διαδικασία. Ενδεικτικά μόνο να σταθώ σε τρία σημεία, τα οποία ανέφερα και στην πρόσφατη κοινή συνεδρίαση Κοινοβουλευτικών Επιτροπών για το θέμα της οπαδικής βίας.
Το πρώτο σημείο είναι κάτι που θα το επαναλαμβάνω όσο χρειαστεί. Είμαι υποχρεωμένος να ακολουθώ απαρέγκλιτα τις εισηγήσεις της Ελληνικής Αστυνομίας και της ΔΕΑΒ σε ό,τι αφορά την απαγόρευση μετακίνησης οπαδών, ή ακόμη και την αναβολή αγώνων. Γιατί αυτό που προέχει είναι η ασφάλεια των αθλητών, των διαιτητών και των φιλάθλων στους αγωνιστικούς χώρους και αυτό είναι αδιαπραγμάτευτο.
Είναι σαφές πως από την στιγμή που εισηγείται η ΕΛ.ΑΣ απαγόρευση μετακίνησης ή αναβολή, αυτό είναι μονόδρομος. Για παράδειγμα, με το προχθεσινό της έγγραφο, η Αστυνομία τόνιζε ότι αδυνατεί να εγγυηθεί την ασφάλεια παιχτών και φιλάθλων, καθώς όλες οι δυνάμεις της, και από την περιφέρεια, θα διατεθούν για τη λήψη μέτρων ενόψει της επετείου του Πολυτεχνείου. Φανταστείτε λοιπόν να είχα αγνοήσει την εισήγηση αυτή, να επέτρεπα να γίνουν οι αγώνες και να είχαμε κάποιο γεγονός. Η Αστυνομία θα έβγαινε και θα έλεγε «Κύριοι, εμείς εγγράφως είχαμε διαμηνύσει ότι αδυνατούμε να εγγυηθούμε την ασφάλεια». Σε αυτά τα πράγματα λοιπόν, δεν χωρούν άλλες σκέψεις.
Μάλιστα, όπως έχω δηλώσει και στη Βουλή, πιστεύω ότι η αρμοδιότητα της απαγόρευσης μετακίνησης φιλάθλων και όλα αυτά τα αστυνομικά μέτρα, πρέπει να φύγουν από τον Υφυπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού καθώς πρόκειται ξεκάθαρα για θέματα δημόσιας τάξης και όχι αθλητισμού. Το δεύτερο σημείο αφορά ένα απολύτως αναγκαίο μέτρο για την καταπολέμηση της οπαδικής βίας: την εγκατάσταση και λειτουργία καμερών και συνδεδεμένων συστημάτων ηλεκτρονικού εισιτηρίου.
Οι περισσότεροι γνωρίζετε τις εμπλοκές που όλα αυτά τα χρόνια γνώρισε αυτό το έργο. Πλέον, ακόμα και με ΣΔΙΤ εξετάζουμε τις διαθέσιμες λύσεις ώστε να λειτουργήσουν οι κάμερες και το ηλεκτρονικό εισιτήριο σε πρώτη φάση στα γήπεδα που φιλοξενούν αγώνες επαγγελματικών κατηγοριών.
Τρίτον, σε συνεργασία με το Υπουργείο Δικαιοσύνης εξετάζουμε την ενίσχυση της αθλητικής δικαιοσύνης ώστε οι δικαστικοί λειτουργοί της να μην επιφορτίζονται και με άλλες υποθέσεις μη αθλητικές, για να είναι απερίσπαστοι στην εκτέλεση του καθήκοντος.
Σε κάθε περίπτωση, όλοι πρέπει να τεθούν προ των ευθυνών τους. Ο νέος αθλητικός νόμος θα συμβάλει σ’ αυτή την κατεύθυνση. Και είναι πιστεύω ιδιαίτερα θετικό ότι ήδη υπάρχει μια ευρεία συναίνεση τόσο μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, όσο και μέσα στην κοινωνία, τουλάχιστον ως προς τη βούληση για δράση. Όμως για να τελεσφορήσει αυτή η προσπάθεια, χρειάζεται την ενεργή, διαρκή και αποφασιστική βοήθεια όλων.
Ζητώ λοιπόν από σας, ο καθένας από τη θέση του, να συνδράμετε σ’ αυτή την μεγάλη προσπάθεια, ώστε και θετικά αποτελέσματα να έχουμε, αλλά και μακροπρόθεσμα να απαλλαχθούμε από αυτό το δηλητήριο που είναι αντίθετο προς όλες τις αξίες και τα ιδανικά που συμπυκνώνει ο αθλητισμός.
Θέλω λοιπόν κατ’ αρχάς να ακούσω με προσοχή τις σκέψεις και τις προτάσεις σας, για να εμπλουτίσουμε τόσο το θεσμικό μας οπλοστάσιο, όσο και τις επιμέρους μας δράσεις. Και βεβαίως, δεσμεύομαι όσες εισηγήσεις δεν παρακολουθήσω ζωντανά να τις μελετήσω, εγώ και οι συνεργάτες μου, από τα πρακτικά του συνεδρίου».