Mόλυβος. Ο μεσήλικας αγωνιά και τρέχοντας σκαρφαλώνει στα βράχια. Στην προβλήτα. Σηκώνει το χέρι. Φάρος ελπίδας. Στεριάς. Η βάρκα καταπλέει. Φουσκωτό στο όριο βύθισης.
Βγαίνουν τρεμάμενα παιδιά. Άνδρες και γυναίκες απλώνουν κουβέρτες. Τα αγκαλιάζουν. Ζεστασιά. Λέσβου. Ανθρώπινη. Οι μεγαλύτεροι αφήνουν το φουσκωτό με βλέμμα παγωμένο, καταθλιπτικό. Σώθηκαν.
Κάθεσαι στις καρέκλες με τους στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου στην πλάτη και σιγοτραγουδάς.
Άπονη ζωή, μας πέταξες στου δρόμου την άκρη, μας αδίκησες, ούτε μια στιγμή, δεν ήρθες να μας διώξεις το δάκρυ, μας κυνήγησες, το κρίμα μας βαρύ, μας γέννησες φτωχούς, με την καρδιά πικρή, γεμάτη στεναγμούς.
Σκαραμαγκάς. Ο μεσήλικας περπατά στα κοντέινερ από το πρωί. Μιλάει με παιδιά, μικρούς και μεγάλους. Το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων καταγράφει. Το Ίδρυμα της Μπαρσελόνα ακολουθεί. Το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος συμμετέχει.
Ο γεννημένος στη Γουαδελούπη Λιλιάν Τουράμ συστήνεται. Διδάσκει. Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε συνθήκες αφόρητης ζέστης, σε προστατευμένο περιβάλλον, πάνε σχολείο. Μαθαίνουν. Κοινωνικοποιούνται. Μεγαλώνουν.
Ο Λιλιάν διδάσκει. Πολιτισμό. Ανθρωπισμό. Συμφιλιώνει τα παιδιά προσφύγων με τα παιδιά των Αθηνών. Τα παιδιά είναι ίδια. Οι συνθήκες είναι διαφορετικές. Το χρώμα. Το έθνος. Η καταγωγή. Τα παιδιά είναι ίδια.
Στη Γουαδελούπη, ο Λιλιάν ήταν ένα από αυτά τα παιδιά της άπονης ζωής. Στη ζωή έγινε σταρ. Ποδοσφαίρου. Για να διδάξει τη διαδρομή από το Μόλυβο στο Σκαραμαγκά. Ως μέλος της ομάδας που είναι κάτι περισσότερο από ομάδα. Της Μπαρσελόνα. Τώρα που κάνει σαν παιδί μεταξύ προσφύγων.
Στις καρέκλες στο Μόλυβο ο Παπαδόπουλος άφησε στίγμα. Το στίγμα που σιγοτραγουδάς, αφήνοντας τα παιδιά στην προβλήτα του Σκαραμαγκά.
Άπονη ζωή, δεν θέλαμε παλάτια κι αστέρια, να μας χάριζες, μια μπουκιά ψωμί, για μας τα ορφανά περιστέρια, ας χαλάλιζες, μας έδειρε ο βοριάς, μας ήπιε η βροχή, το αίμα της καρδιάς, γιατί είμαστε φτωχοί…