Ο Αντώνης Καρπετόπουλος με αφορμή την πρόσληψη του Ζοζέ Πεσέιρο από την Πόρτο, γράφει στο Novasports.gr για την απαξίωση που είχε γνωρίσει ο Πορτογάλος προπονητής κατά την παρουσία του στη χώρα μας και τον Παναθηναϊκό.

Πέρασε μάλλον στα ψιλά η είδηση ότι ο γνωστός μας από το πέρασμά του από τον ΠΑΟ Πορτογάλος προπονητής κ. Ζοζέ Πεσέιρο ανέλαβε μια μεγάλη ομάδα όπως η Πόρτο. Ο Πεσέιρο έμεινε ένα χρόνο στον ΠΑΟ, το 2007-08. Ο χρόνος εκείνος ήταν ένας από τους πιο δύσκολους της ομάδας, αφού αυτή βρέθηκε στο κυκλώνα της αντιπαράθεσης της οικογένειας Βαρδινογιάννη με τους τότε υποψήφιους (και μετέπειτα ενεργούς νέους) μετόχους, δηλαδή τον Ανδρέα Βγενόπουλο, τον Παύλο Γιαννακόπουλο, τον Νίκο Πατέρα, τον Ανδρέα Πολέμη κτλ. Το εμφυλιοπολεμικό κλίμα της εποχής δεν άφησε τον Πορτογάλο να ολοκληρώσει τη δουλειά του: ο Πεσέιρο, με τη βοήθεια του Βέλιτς, είχε φτιάξει ένα νεανικό Παναθηναϊκό, που μετά τον αποκλεισμό από τον Ολυμπιακό στο κύπελλο με μια ήττα με 4-0, στήθηκε στον τοίχο. Η ήττα χάρισε στον Πορτογάλο το προσωνύμιο ο «Τεσέιρο»: τον φώναζαν έτσι και οπαδοί του ΠΑΟ που δεν τους άρεσε η τότε διοίκηση. Η ομάδα κατέρρευσε στο τέλος χάνοντας από την Ξάνθη και τον ΟΦΗ, τερμάτισε δεύτερη κάνοντας καλά play off και διαλύθηκε το επόμενο καλοκαίρι όταν άρχισε η περίοδος της πολυμετοχικότητας με τον Τεν Κάτε στο τιμόνι. Κανείς σχεδόν δεν την έκλαψε – κι ας ήταν μια καλή, αν όχι θεαματική ομάδα. Σήμερα ο προπονητής της ανέλαβε ένα μεγάλο σύλλογο: δύσκολο να πεις ότι δεν έκανε για τον ΠΑΟ. 

Απαξίωση με ευκολία 

Υπάρχει ένα θέμα με την αξιολόγηση των προπονητών και την ευκολία με την οποία τους βγάζουμε όλους άχρηστους. Στην Ελλάδα συνήθως είναι άχρηστος όποιος δεν κερδίζει, αλλά πολλές φορές το συμπέρασμα βγαίνει και πριν καν φτάσουμε στο τέλος της σεζόν. Ο Πεσέιρο χαρακτηρίστηκε «άχρηστος» μετά από ένα σκληρό αποκλεισμό στο κύπελλο, ενώ όμως ο Παναθηναϊκός του ήταν ψηλά στη βαθμολογία του πρωταθλήματος. Ο Σάντος έφυγε κάποτε από τον ΠΑΟ μετά από πέντε αγωνιστικές: «άχρηστος» κι αυτός. Ο Ζαρντίμ έφυγε από τον Ολυμπιακό αήττητος κι ο Περέιρα έχοντας κάνει νταμπλ: και οι δυο «άχρηστοι». Ο Δέλλας έφυγε από την ΑΕΚ μετά την πρώτη ήττα, ο Δώνης από τον ΠΑΟΚ γιατί δεν πήρε το πρωτάθλημα – σε μια χρονιά που οι μεταγραφές του όλες μαζί κόστιζαν λιγότερο από το συμβόλαιο του Ιμπαγάσα. Θυμίζω ότι δεν υπήρχε καμία ανοχή για τον Στέφενς, που δεν τελείωσε καν τη σεζόν. Τις περιπτώσεις του Ρανιέρι και του Τρινκέρι δεν θέλω να τις θυμίσω καν. 

Οι δημοσιογράφοι δημιουργούν κλίμα  

Γιατί είναι εύκολες οι κρίσεις και γιατί συνήθως οδηγούν τις ομάδες στο να απολύουν επαγγελματίες, που κατά τα άλλα προσλαμβάνουν έχοντας μετρήσει πολλά; Η πιο συνηθισμένη απάντηση είναι ότι στην Ελλάδα ο Τύπος είναι παρεμβατικός, οι δημοσιογράφοι δημιουργούν «κλίμα», η πίεση είναι μεγάλη: κουραφέξαλα! Σήμερα όλες οι εφημερίδες μαζί πουλάνε ελάχιστα φίλα, στο διαδίκτυο παράγεται κατά βάση θόρυβος κατά πάντων, τα ραδιόφωνα δεν έχουν την παρεμβατικότητα που είχαν κάποτε για μια σειρά από λόγους – ο μεγαλύτερος εκ των οποίων είναι και οι εξαρτήσεις: για μένα η αθλητικογραφία ψυχορραγεί, αν δεν έχει ήδη πεθάνει. Κι όμως οι προπονητές φεύγουν ή ρίχνονται στην πυρά για πλάκα από το πλήθος, ακόμα κι αν έχουν από πίσω τους μηχανισμούς που τους στηρίζουν, που άνθρωποι όπως ο Πεσέιρο ούτε μπορούσαν να φανταστούν. Δείτε την περίπτωση του Αναστασίου: κοτζάμ μιντιακό συγκρότημα τον στήριξε, αλλά όταν άρχισαν οι αποδοκιμασίες στη Λεωφόρο χρεώθηκε όλα τα λάθη (ακόμα κι όσα δεν ήταν δικά του) κι έφυγε σε χρόνο ρεκόρ. 

Τρέχουν πίσω από τους οπαδούς 

Συμβαίνει κάτι απλό: τα τελευταία χρόνια δεν είναι οι δημοσιογράφοι αυτοί που βοηθάνε ένα οπαδό να αποκτήσει άποψη για ένα προπονητή (εξηγώντας στο μέτρο του δυνατού τη δουλειά του), αλλά είναι οι οπαδοί (και συχνά και οι διοικήσεις των ομάδων) που επιβάλουν στο δημοσιογράφο (εμμέσως συνήθως) να διατυμπανίσει την άποψή τους. Ο οπαδός, άνθρωπος συχνά συναισθηματικός και παθιασμένος, είναι υποχρεωμένος να πιστεύει ότι υποστηρίζει μια ομάδα με δυνατότητες που έχει ένα προπονητής που τελεί υπο κρίση – που κατά κάποιο τρόπο δίνει εξετάσεις στον ίδιο. Στο παράλογο σύμπαν των οπαδών υπάρχουν προπονητές που αλλάζουν τα δεδομένα, κάνουν θαύματα, κερδίζουν ή ακόμα συχνότερα ευθύνονται όταν η ομαδάρα δεν κερδίζει. Η οπαδική κρίση, ακριβώς επειδή είναι αποτέλεσμα πάθους, δεν είναι ποτέ καθαρή: ο οπαδός είναι θύμα των υπερβολών του και κατά κάποιο τρόπο και ο προπονητής. Όταν ο δημοσιογράφος αποφασίζει ότι έχει ανάγκη τον οπαδό (μερικές φορές ακόμα και για να μπορεί να κάνει τη δουλειά του…) γίνεται απλά ντελάλης της άποψής του: κερδίζει εκτίμηση, δημοσιότητα, πλέον βρίσκει και ευκολότερα δουλειά. Έτσι αντί να βοηθήσει στην κρίση, επιτείνει την υπερβολή. Αν για τον οπαδό ο Ζαρντίμ παίζει άμυνα, για τον δημοσιογράφο παίζει κατενάτσιο. Αν για τον οπαδό ο Δώνης «δεν μπορεί να προπονεί τον ΠΑΟΚ πολυτελείας του Σαββίδη», για τον δημοσιογράφο είναι λούζερ. Αν για τον οπαδό ο Πεσέιρο είναι άχρηστος, για τον δημοσιογράφο είναι «Τεσέιρο». Το σχήμα λειτουργεί κι ανάποδα: αν κάποιος για τον οπαδό είναι καλός προπονητής, συνήθως για τον δημοσιογράφο είναι ο επί της γης προφήτης. Δεν χρειάζονται παραδείγματα. 

Το θέμα είναι ο ορισμός 

Ο δεύτερος λόγος της ταχύτατης απαξίωσης ικανών ανθρώπων είναι ότι οι ομάδες τους προσλαμβάνουν συνήθως χωρίς να έχουν απόλυτη γνώση του τι μπορούν να κάνουν: συχνά οι πρόεδροι τους ζητάνε μόνο να κερδίζουν – λες κι αυτό εξαρτάται αποκλειστικά από δαύτους. Αν σε κάποιο προπονητή ζητήσεις συγκεκριμένα πράγματα που σχετίζονται με τα αγωνιστικά αυτός τη δουλειά θα σου την κάνει. Αν αόριστα του ζητάς νίκες, επιτυχίες, διακρίσεις, τίτλους και πρωταθλήματα θα κάνει μια τρύπα στο νερό. Ακόμα και το να πεις «θέλω μια καλή ομάδα» δεν σημαίνει τίποτα: όλοι αυτό θέλουν – το ζήτημα είναι ο ορισμός. 

Κάποτε ο Μουρίνιο 

Ο θρύλος λέει ότι όταν κάποτε ο Μοράτι φώναξε τον Μουρίνιο και του ζήτησε το Τσάμπιονς λιγκ ο Πορτογάλος του απάντησε ότι θέλει τρία χρόνια και 200 εκατ. ευρώ για μεταγραφές: πόσοι στην Ελλάδα θα μπορούσαν να δώσουν μια τέτοια απάντηση γνωρίζοντας ότι ο πρόεδρος θα συμφωνήσει; Επειδή αυτή η συζήτηση είναι δύσκολη, θα ήταν προτιμότερο οι πρόεδροι να μπορούσαν να εξηγήσουν τι θέλουν: πολλά υπάρχουν. Μπορεί κάποιος να ζητήσει από ένα προπονητή να αξιοποιήσει πιτσιρικάδες και να κάνει πωλήσεις. Μπορεί να ζητήσει μια ομάδα που να παίζει επιθετικό ποδόσφαιρο ή μια ομάδα με γρανιτένια άμυνα: όλα δεν γίνονται, αλλά κάτι πρέπει να ζητήσει. Αν τα ζητήσει όλα κι ο κόουτς απαντήσει όλα γίνονται, τότε έχουμε μια συζήτηση ανάμεσα σε έναν κομμάτι άσχετο ονειροπόλο κι έναν που έχει καταλάβει πως θα φύγει σύντομα και υπογράφει για την αποζημίωση. 

Του είπαν 

Ξέρετε γιατί μου άρεσε ο Πεσέιρο; Όταν ήρθε του είπε ο Γιάννης Βαρδινογιάννης ότι θέλει ένα Παναθηναϊκό νεανικό, που να χάνει πολύ δύσκολα κι ας κερδίζει με 1-0. Το έκανε κατά γράμμα.