Ο Χρήστος Καούρης γράφει για τον ψύχραιμο Ολυμπιακό, που στο Ο.Α.Κ.Α υπήρξε η τέλεια αντανάκλαση του προπονητή του.

Το βράδυ της Τετάρτης δεν ήταν η μοναδική φορά που ο Ολυμπιακός ήταν έτοιμος να περάσει από κλειστό των Ολυμπιακών Εγκαταστάσεων. Στη μετά 2011 εποχή, αυτή που ο Ολυμπιακός θεώρησε εαυτόν, αν όχι καλύτερο. τουλάχιστον ισάξιο, οι ερυθρόλευκοι είχαν σκαρφιστεί ένα σωρό τρόπους να φύγουν από το Μαρούσι με κατεβασμένο το κεφάλι, χάνοντας παράλληλα δύο από τους τρεις τελευταίους τίτλους που διεκδίκησαν. 

Η ειδοποιός διαφορά χθες βράδυ είχα να κάνει με την calma, την περιβόητη ηρεμία. Καθισμένος δίπλα στον πάγκο του Ολυμπιακού, περίμενα ειλικρινά σε κάποιο από τα τάιμ-άουτ που ακολούθησαν μικρά “πράσινα” σερί να γίνει ο συνηθισμένος χάμός. 

Να ξελαρυγγιαστεί ο κόουτς Σφαιρόπουλος, να πέσουν τα βλέμματα στο πάτωμα, να την πληρώσει αυτός που έκανε το λάθος πηγαίνοντας στον πάγκο, να φύγει κανένα μπουκάλι στο πάτωμα από νεύρα που ξεσπούν. 

Μπαααααα. 

Με εξαίρεση το αρχικό διάστημα που τα άκουσε ο Μάντζαρης για τα δύο λάθη του και μια ολίγη στον Πρίντεζη που δεν βοηθούσε στα rolls του Μαυροκεφαλίδη από την αδύνατη πλευρά, τα ντεσιμπέλ έμειναν σε φυσιολογικά για τη σημασία του ματς επίπεδα. 

Ακόμα και σε σφυρίγματα που στο παρελθόν θα είχαν σηκώσει τον ερυθρόλευκο πάγκο στο πόδι, η αντίδραση ήταν ένα μειδίαμα, άντε και μια-δυο κουβέντες με τον Τάκη Αναστόπουλο. Ο διεθνής διαιτητής απείλησε κάποια στιγμή με τεχνική ποινή, έχω την εντύπωση περισσότερο για να κρατήσει τον πήχυ εκεί που ήθεελε παρά γιατί σκόπευε να το κάνει. 

Αντανακλώντας τέλεια την εικόνα του προπονητή της, ο Ολυμπιακός υπήρξε στιβαρός, ακομπλεξάριστος, ψύχραιμος, μεθοδικός. Στο παρελθόν χρειαζόταν διψήφια διαφορά για να νιώσει άνετα: χθες το ματς ακροβατούσε μεταξύ τεσσάρων και οκτώ πόντων, ωστόσο ουδείς πανικοβλήθηκε όταν οι πράσινοι έτρεχαν μικρά σερί και επέστρεφαν στον ορίζοντα. 

Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος, προπονητής της σεζόν αν κατακτήσει, όπως αναμένεται, το πρώτο πρωτάθλημα της καριέρας του ως head coach, μου θύμισε λίγο την πρώτη χρονιά του Γιώργου Μπαρτζώκα. Μια δωρική παρουσία στον πάγκο, που δεν χτυπάει το πόδι κάτω σε κάθε λάθος, που δεν χειρονομεί ανά πάσα στιγμή, που δεν γαβγίζει οδηγίες σε κάθε κατοχή. 

Ο συμπαθέστατος, ικανότατος και υποτιμημένος Μπαρτζώκας προσβλήθηκε,  προϊόντος του χρόνου, από τον πρασινοκόκκινο πυρετό των τελικών. Χρήσιμη υπενθύμιση για τον νυν τεχνικό ηγέτη του Ολυμπιακού. 

Όσο γεγονός όμως είναι ότι ο Σφαιρόπουλος παρουσίασε φέτος μια ομάδα που πήρε υψηλό βαθμό αυτοσυγκέντρωσης και στόχευσης στις δύο επισκέψεις της στο Ο.Α.Κ.Α, άλλο τόσο ισχύει ότι η φετινή αποστολή του Ολυμπιακού στους τελικούς ήταν η ευκολότερη στην πρόσφατη ιστορία. 

Ο Παναθηναϊκός των τραυματισμών, του χαμηλότερου μπάτζετ, της προβληματικής ελληνοποίησης, της αλλαγής προπονητή, των δύο ξένων που ήρθαν και έφυγαν (Ράιτ-Λαγουάλ), των δύο που ήρθαν και δεν ακούμπησαν (Κούπερ-Μόργκαν), του θεριακλή Γκιστ που τιμωρήθηκε, του Παππά και του Μπατίστα που λαβώθηκαν. 

Φυσικά όλα αυτά ουδόλως θα πρέπει να απασχολούν τον Ολυμπιακό, ο οποίος δρέπει τους καρπούς της ελληνοποίησης που έκανε το καλοκαίρι του 2010 και χτίζει με προσεκτικά βήματα γύρω από αυτόν. Βλέποντας τον αντίπαλο του να έχει ελάχιστες σταθερές κοιτάζοντας προς την επόμενη σεζόν, οι αδερφοί Αγγελόπουλοι μπορούν δικαιολογημένα να αισιοδοξούν για την επόμενη ημέρα. 

Το χτισμένο σε στέρεες βάσεις οικοδόμημα του Γιάννη Σφαιρόπουλου θα έμπαινε σε πραγματική δοκιμασία αν οι “πράσινοι” είχαν διαθέσιμους τους Γκιστ – Παππά – Μπατίστα, και τον Διαμαντίδη χωρίς τον τραυματισμό που του έκοψε λίγο τον ρυθμό. Στις τρέχουσες συνθήκες, δεν μπορώ παρά να δώσω δίκιο στον Έλληνα κόουτς, που έλεγε σε ένα τάιμ άουτ: 

“Δεν μπορούν να μας κερδίσουν, είμσαστε πολύ καλοί. Μόνο αν δεν είμαστε εμείς καλοί μπορούν”. 

Αντί επιλόγου, η ίδια, γνώριμη διαπίστωση. Οι τελικοί κάθε αθλήματος στην Ελλάδα δεν είναι γιορτή. Είναι πόλεμος. Στο Σ.Ε.Φ και στο Ο.Α.Κ.Α, στην Πυλαία και στο Αλεξάνδρειο, στο Παπαστράτειο και στον Τάφο του Ινδού. Είναι οι μέρες που μυρίζει – κυριολεκτικά – μπαρούτι από τις κροτίδες. Που οι αθλητές κάνουν προθέρμανση και επιτρέπεται από τους κάφρους που κάθονται στα ακριβά καθίσματα περιμετρικά του παρκέ να τους στολίζουν με ό,τι κατεβάσει η γκλάβα τους και να μην τους πετάνε σούμπιτους έξω. Πράσινοι και κόκκινοι, κίτρινοι και ασπρόμαυροι, κυανέρυθροι και γαλάζιοι, η πολύχρωμη πανίδα της ελληνικής ζούγκλας. 

Court seats, τις λένε στο Αμέρικα τις θέσεις αυτές. 

“Θέσεις δικαστηρίου”, είναι η ακριβής μετάφραση. Και η αρμόζουσα μαζί.