Βερολίνο, 2009, τελικός Ευρωλίγκας: η διαφορά στους δύο πόντους υπέρ του Παναθηναϊκού, η μπάλα στην ΤΣΣΚΑ. Όλη η Ο2 Arena ξέρει ότι η μπάλα θα πάει στα χέρια του Σισκάουσκας, που λίγο νωρίτερα έχει βάλει ένα τρίποντο που…δεν μπαίνει. Ο Οπράντοβιτς απορρίπτει την ιδέα του φάουλ, ο Λιθουανός αστοχεί από την κορυφή, κύπελλο για τους πράσινους.
Μαϊαμι, 2013, 6ος τελικός ΝΒΑ. Το Σαν Αντόνιο είναι στο +3 μισό λεπτό πριν το τέλος και χρειάζεται εκείνη τη νίκη για να πάρει το πρωτάθλημα. Ο Πόποβιτς δεν κάνει φάουλ, ο Άλεν ισοφαρίζει από τη γωνία, το ματς πάει στην παράταση. Οι Χιτ κερδίζουν το ματς κι μαζί τον τίτλο στο 7ο παιχνίδι.
Το βράδυ της Πέμπτης στο Μπάμπεργκ, η επιλογή του Σφαιρόπουλου είναι περισσότερο ή λιγότερο λάθος από του Ζοτς επτά χρόνια νωρίτερα; Και ακόμα, οι προπονητές έχουν ή όχι το δικαίωμα και την υποχρέωση να ζουν και να πεθαίνουν με τις ιδέες τους;
Λίγο πριν η Μπάμπεργκ εξαπολύσει την τελευταία της επίθεση, είδα τον προπονητή του Ολυμπιακού να στήνει ένα πηγαδάκι 5 δευτερολέπτων με τους συνεργάτες του. Γυρνώντας ξανά προς το ματς, μου θύμισε για πολύ λίγο έναν άνθρωπο μετέωρο, που αμφιταλαντεύεται ανάμεσα σε δύο δρόμους. Η συνέχεια είναι γνωστή, οπότε ας δούμε πιο πέρα από το απόλυτα λογικό επιχείρημα του ¨γιατί επιτρέπεις σε μια ομάδα που έχει βάλει 11 τρίποντα να σου βάλει και το 12ο¨.
Ο Ολυμπιακός έχασε παρότι είχε τερατώδη, ειδικά για εκτός έδρας ματς, αναλογία ασίστ/λαθών (18/4). Παρότι πήρε 15 επιθετικά ριμπάουντ και επιχείρησε 23 βολές. Αν και τα τρία βασικά επιθετικα του όπλα, Σπανούλης, Πρίντεζης και Χάντερ του έδωσαν 51 πόντους, 21 ριμπάουντ και 13 ασίστ. Όλα τα παραπάνω θα έπρεπε να είναι αρκετά για μια νίκη στην Brose Arena.
Εντούτοις ουδείς άλλος από τους τρεις προαναφερθέντες δεν ξεπέρασε τη μετριότητα. Οι Μάντζαρης – Παπανικολάου άτολμοι στην επίθεση, λες και είναι ρούκι στην Ευρωλίγκα. Παπαπέτρου σταθερά χαμένος στη μαύρη τρύπα ανάμεσα στο ¨3¨ και το ¨4¨, Χάκετ άστοχος, Γουόρικ όχι κακός αλλά με μαζεμένες μέτριες στιγμές στο φινάλε, Όντομ άφαντος. Ο Μιλουτίνοφ λογικά δεν έπαιξε στο συναπάντημα των ημίψηλων, οι Αγραβάνης – Αθηναίου δεν πάτησαν παρκέ, αφού το μαζεμένο rotation που είδαμε απέναντι στη Λαμποράλ επαναλήφθηκε.
Το pick n roll που δούλεψε αποτελεσματικά στο πρώτο ημίχρονο κόντρα στα αντίπαλα hedge out δεν ήταν δυνατόν να δουλεύει σε όλο το ματς, ο Πρίντεζης ξέμεινε από ενέργεια στο φινάλε, το ποστάρισμα του Χάκετ δεν απέδωσε, και τα από τη στιγμή που τα drives απαντήθηκαν με 7 μπλοκ και ένα σωρό αλλοιώσεις, άπαντες περίμεναν στο τέλος από τον Σπανούλη να καθαρίσει τη μπουγάδα.
Την ίδια στιγμή, η μικρούλα Μπάμπεργκ έβγαζε λαγούς από το καπέλο, στην αρχή με τον Στάιγκερ, μετά με τον Ραντόσεβιτς, αργότερα με τον Χέκμαν και τον Τάις. Λίγο από όλους, αλλά όλοι έτοιμοι, να ευστοχήσουν ή να αστοχήσουν, πάντως να πάρουν την ευθύνη. Προφανώς τα 7 τρίποντα που πέτυχαν οι Γερμανοί στα τελευταία 12 λεπτά τους έδωσαν τη νίκη, όμως δεν μοιάζει καθόλου τυχαίο ότι αυτά ήρθαν από 5 διαφορετικούς παίκτες: Στρέλνιεκς, Μέλι, Γουοναμέικερ (2), Τάις, Ζήσης και το νικητήριο του Στρέλνιεκς στο φινάλε – η πολυφωνία που λέγαμε, γαρνιρισμένη σε συσκευασία των 21 ασίστ και της φοβερής τελευταίας επίθεσης.
Ο διαφαινόμενος αποκλεισμός του Ολυμπιακού από τα πλέι-οφ συνιστά αποτυχία: σε συλλόγους αυτού του μεγέθους δεν ταιριάζουν οι φιοριτούρες στα δύσκολα. Οι ατυχίες με τους τραυματισμούς, ένα random ντεφορμάρισμα δύο εβδομάδων, οι αστοχίες στην διατήρηση/ενίσχυση/επιδιόρθωση του ρόστερ, η προσέγγιση του παιχνιδιού, όλα έπαιξαν το ρόλο τους, μικρό ή μεγάλο, για να φτάσει το πράγμα στο τωρινό σημείο.
Μένουν τέσσερις βραδιές στις οποίες θα κληθούν να παίξουν τα ρέστα τους, τρεις φορές στο Φάληρο και μία στη Μόσχα. Νωρίτερα όμως, έρχεται η ΑΕΚ και η πρώτη δοκιμασία για την κατάληψη της πρωτιάς στην κανονική περίοδο της Basketleague. Μετρώντας πέντε σερί ευρωπαϊκές ήττες μακριά από τη θαλπωρή του Φαλήρου, το απόλυτο πλεονέκτημα έδρας μπορεί να αποδειχτεί κριτήριο για την ερυθρόλευκη σεζόν που απομένει.