Ο Αντώνης Καρπετόπουλος γράφει στο μπλογκ του στο novasports.gr για τον Ολυμπιακό και τον πιο δύσκολο αντίπαλο που έχει να κερδίσει ο Μάρκο Σίλβα...

Πέντε μέρες άδεια, σπαστή, έδωσε ο Μάρκο Σίλβα στους παίκτες του Ολυμπιακού. Καλά έκανε και φυσικά ελπίζω να την αξιοποίησε κι ο ίδιος. Γιατί σε αυτή την περίοδο, που ξεκινάει από τo ερχόμενο και θα ολοκληρωθεί στην επόμενη διακοπή του πρωταθλήματος, θα κριθεί ουσιαστικά κι ο ίδιος: τότε θα ξέρουμε αν ο Πορτογάλος θα έχει κερδίσει τον πιο δύσκολο αντίπαλο. Αναφέρομαι στον Ολυμπιακό, δηλαδή τον κόσμο του, τη διοίκησή του και τον Τύπο του. 

Το πιο δύσκολο διάστημα 

Το πιο δύσκολο διάστημα για κάθε προπονητή του Ολυμπιακού είναι αυτό που ξεκινά από τα μέσα Νοεμβρίου και ολοκληρώνεται τα Χριστούγεννα: όποιος περάσει αυτό το διάστημα, χωρίς να δημιουργήσει συζητήσεις για την όποια επάρκειά του, περνάει μια ήσυχη σεζόν – όποιος δεν τα καταφέρνει και γίνει στόχος μουρμούρας, ανεξαρτήτως αποτελεσμάτων, δύσκολα μακροημερεύει. Τέτοια εποχή έφυγαν ο Λεμονής, ο Σόλιντ, ο Προτάσοφ, και τέτοια εποχή φάνηκε ότι δεν θα την βγάλουν τη σεζόν ο Μίτσελ κι ο Ζαρντίμ – κι ας μην ήταν τα αποτελέσματα του τελευταία άσχημα.

Θυμίζω ότι πέρυσι ο Μίτσελ κέρδισε στην Αθήνα την Ατλέτικο Μαδρίτης και τη Γιουβέντους στο Τσάμπιονς λιγκ, αλλά αυτό δεν του επέτρεψε να βγάλει τη σεζόν: οι δυσκολίες που η ομάδα του έδειξε στο πρωτάθλημα με τον Παναιτωλικό, τον Ατρόμητο, τον ΠΑΣ, αλλά και με τον ΠΑΟΚ και τον ΠΑΟ (παρά τη νίκη…), μέτρησαν τελικά αρνητικά, πιο πολύ από τις νίκες με τα ευρωπαϊκά θηρία, που έφεραν χρήματα και χαμόγελα. Καλά είναι αυτά, αλλά το βασικό στον Ολυμπιακό είναι να διασκεδάζει ο κόσμος. 

Η περίπτωση Ζαρντίμ 

Η περίπτωση του Ζαρντίμ είναι ενδεικτική. Μ αρέσει να συγκρίνω την περίπτωσή του με αυτή του Σίλβα γιατί μοιάζουν σε πολλά: ο Σίλβα είναι ένας Ζαρντίμ με ωραία φάτσα – πράγμα που το επισημαίνω κολακευτικά γιατί τον Ζαρντίμ τον θεωρώ ένα πολύ καλό προπονητή, έστω κι αν το ποδόσφαιρό του δεν το θαυμάζω. Και οι δυο είναι νέοι και Πορτογάλοι. Και οι δυο επιλέχτηκαν από τον Ολυμπιακό για τα όσα υπόσχονταν και όχι για τα όσα είχαν ήδη πετύχει. Και οι δυο φρόντιζαν αρκετά την άμυνα και οι δυο ξεκίνησαν στον Ολυμπιακό εντυπωσιακά: ο Ζαρντίμ, που το όνομά του είναι συνώνυμο με το κατενάτσιο και την υπερβολική προσοχή στην οργάνωση της άμυνας, είχε στις 10 πρώτες του αγωνιστικές στο πρωτάθλημα 9 νίκες και 1 ισοπαλία με 26-4 τέρματα, ενώ ο Σίλβα έχει 10 στα 10 και τέρματα 28-4 – μικρή η διαφορά.

Ο Σίλβα έχει υπέρ του τη νίκη με την Αρσεναλ στο Τσάμπιονς λιγκ κι αυτό μετράει πολύ φυσικά – κατά τα άλλα και οι δυο είχαν κερδίσει δυο φορές την τέταρτη του ομίλου, ο Σίλβα την Δυναμό Ζάγκρεπ, ο Ζαρντίμ την Μονπελιέ, ενώ αι οι δυο είχαν ηττηθεί από τη γερμανική ομάδα του ομίλου: ο Ζαρντίμ από την Σάλκε και ο Σίλβα από την Μπάγερν. Φυσικά υπάρχει και μια ακόμα σοβαρή διαφορά: ο Ολυμπιακός του Σίλβα βρίσκεται στο Τσάμπιονς λιγκ σε ένα όμιλο με δυο θηρία (την Μπάγερν και την Αρσεναλ), ενώ εκείνος του Ζαρντίμ είχε την υποχρέωση να περάσει, αφού η Σάλκε θεωρούνταν ομάδα με την οποία όφειλε να παλαίψει – ένα χρόνο πριν ο Βαλβέρδε είχε αφήσει πίσω του στους ομίλους την πρωταθλήτρια Μπορούσια Ντόρτμουντ. 

Μικρές διαφορές με τότε 

Ο καιρός βοηθά ώστε να ξεχνάμε τα πάντα – και τα καλά και τα άσχημα, πόσο μάλλον κάτι λεπτομέρειες. Η εντύπωση που υπάρχει τώρα είναι ότι η ομάδα του Σίλβα παίζει καταπληκτικά ενώ εκείνη του Ζαρντίμ έπαιζε βαρετά και κουραστικά: στην πραγματικότητα παίζουν και οι δυο το ίδιο πορτογαλικό ποδόσφαιρο – αν κάτι είναι διαφορετικό είναι το ρόστερ του Ολυμπιακού που σήμερα παρέχει πολυτέλειες. Η ομάδα του Ζαρντίμ είχε βάλει κι αυτή τέσσερα γκολ στην ΑΕΚ (και μάλιστα στο ΟΑΚΑ), αλλά εκείνη η νίκη δεν της είχε πιστωθεί ως κατόρθωμα αφού η Ενωση τότε ήταν αδύναμη. Στις πρώτες δέκα αγωνιστικές η ομάδα του Ζαρντίμ είχε ρίξει μια τεσσάρα στην Ξάνθη, μια στον Πανθρακικό και μια στον Λεβαδειακό – είχε περάσει μάλλον δύσκολα από τα Γιάννινα, το Περιστέρι και τη Βέροια (παίζοντας με αντιπάλους δυσκολότερους από τους σημερινούς…) και μέχρι τον Νοέμβρη όλα πήγαιναν υπέροχα.

Αλλά ο αποκλεισμός από τους 16 του Τσάμπιονς λιγκ και οι ισοπαλίες με τον ΠΑΟ και τον ΠΑΟΚ (μετά τη διακοπή του Νοέμβρη) έφεραν σύννεφα: οι διαδικαστικές νίκες που στην αρχή της περιόδου δεν πείραζαν κανένα, άρχισαν να γίνονται αφορμή για γκρίνιες. Όταν τα ματς άρχισαν να γίνονται λιγότερο θεαματικά, η καρέκλα του Ζαρντίμ άρχισε να τρίζει: η κόπωση που η ομάδα έβγαλε μετά τη συμμετοχή της στο σκληρό Τσάμπιονς λιγκ δεν αποτέλεσε άλλοθι για κανένα. Στην πραγματικότητα ο Ολυμπιακός έπαιζε ακριβώς το ίδιο ποδόσφαιρο απλά η έλλειψη αθλητικής φρεσκάδας δεν επέτρεπε διευρύνσεις των σκορ: παρά τις «επαγγελματικές» νίκες με Πανιώνιο, Λεβαδειακό, ΟΦΗ ο Ζαρντίμ απολύθηκε καλά καλά χωρίς να καταλάβει το γιατί. Οντως δεν ήταν απλό να το εξηγήσεις. 

Οι μεγάλες απαιτήσεις 

Επαγγελματικές νίκες έχει κάνει μέχρι τώρα κι ο Ολυμπιακός του Σίλβα. Αν τα ματς με τον Ατρόμητο, τη Βέροια, τον Ηρακλή δεν τελείωσαν με 1-0 είναι γιατί σε όλα αυτά σχεδόν ήρθαν από τον πάγκο παίκτες που έδωσαν φρεσκάδα: ο Ζαρντίμ είχε στον πάγκο τον Φετφατζίδη, τον νεαρό και άγουρο ακόμα Μήτρογλου, τον Πίνο και τον Βλαχοδήμο – αν είχε τον Πάρντο, τον Ιντέγιε, τον Φιμπόγκασον, τον Ντουρμάζ, τον Καμπιάσο πιθανότατα και τα ματς του δικού του Ολυμπιακού θα είχαν κάποιο γκολ παραπάνω.

Ο Σίλβα αλλάζοντας συχνά τους επιθετικούς είχε μέχρι τώρα την τύχη να πάρει γκολ από όλους κι έτσι κάποιες νίκες που ήρθαν με μέτρια απόδοση έμοιαζαν στο φινάλε ευκολότερες από αυτό που πραγματικά ήταν, αλλά αν η ομάδα του δεν βελτιώσει την απόδοσή της αυτό δύσκολα θα συνεχιστεί. Από το Σάββατο μέχρι την επόμενη διακοπή του πρωταθλήματος ο Πορτογάλος έχει μπροστά του το ντέρμπι με τον ΠΑΟ, ματς με σκληρούς αντιπάλους όπως ο Αστέρας και μια πρόκριση στους 16 του Τσάμπιονς λιγκ, που θα ναι η μεγαλύτερη απόδειξη της χρόνια τώρα προσδοκώμενης υπέρβασης.

Εχει επίσης την δύσκολη αποστολή να αξιοποιήσει παίκτες που μέχρι τώρα δεν έπαιξαν πολύ (Καμπιάσο, Φιμπόγκασον, Γιάννιώτας, Κολοβός περιμένουν καρτερικά τη σειρά τους) και έχει και την υποχρέωση να παρουσιάσει μια ομάδα που να παίξει ακόμα πιο ελκυστικό κι αποτελεσματικό ποδόσφαιρο, έστω κι αν η γενικότερη αίσθηση που (κακώς) υπάρχει είναι ότι τρέχει μόνη της. 

Κι αυτό το τελευταίο ήταν το πιο δύσκολο για τους προκατόχους του: το ότι κέρδιζαν συχνά και πολύ πιο πολύ ανέβαζε τις απαιτήσεις, παρά τους επέτρεπε να χαλαρώσουν…