O Γιάννης Φουρνάρος γράφει στο προσωπικό του blog για τις εξελίξεις στο ποδόσφαιρο, την ουσία που χάνεται και τις επικοινωνιακές ενέργειες των πρωταγωνιστών.

Στην κορύφωση του ποδοσφαιρικού δράματος της Ελλάδας, όλες οι ενέργειες αποδεικνύουν, ότι ακόμα και τώρα, που παρουσιάζεται μία ευκαιρία, μυαλό δεν βάζει κανείς. Η ουσία παραμένει λέξη άγνωστη για τους εμπλεκόμενους με το άθλημα και το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η επικοινωνία. Ας καταγράψουμε λοιπόν τι έγινε την τελευταία εβδομάδα: 

– Η ΦΙΦΑ επισκέφτηκε τη χώρα μας επειδή η εικόνα του Ιβάν Σαββίδη πλήττει εκείνη του ποδοσφαίρου. Στις δηλώσεις του ο Χέρμπερτ Χούμπελ ανέφερε: “Βλέπουμε καθημερινά τις εξελίξεις. Τα περιστατικά βίας και το τι γίνεται. Πως να φέρεις παιδιά σε γήπεδο με όπλα και έξω να πέφτουν… βόμβες. Επίσης ξέρουμε για εκβιασμούς και απειλές έξω από τα γήπεδα. Αυτά είναι απαράδεκτα”. Από τα λεγόμενα αυτά, οι παθογένειες δεν περιορίζονται στον ιδιοκτήτη του ΠΑΟΚ, αλλά τώρα επέλεξε η παγκόσμια ομοσπονδία να αφιχθεί στην Αθήνα, να πραγματοποιήσει συναντήσεις και να παραθέσει συνέντευξη Τύπου, λες και όλα όσα ανέφερε δεν είναι εξίσου σημαντικά.  

– Η κυβέρνηση, μέσω του υφυπουργού και με τη σύμφωνη γνώμη του πρωθυπουργού, διέκοψε επ’ αόριστον το πρωτάθλημα. Το επ’ αόριστον είναι όπως το ισόβια. Για μία εβδομάδα δεν θα γίνουν αγώνες και μαζί με τη διακοπή για την εθνική ομάδα, έπειτα από 15 ημέρες θα προσγειωθούμε στη γη της επαγγελίας και θα υπάρξει εκ νέου σέντρα. Πώς θα προλάβουν να αλλάξουν σε 15 μέρες, γεγονότα που εξαιτίας των παραγόντων και των αυλικών τους, έχουν φέρει το ποδόσφαιρο σε τραγική κατάσταση; Η κατιούσα πλέον δεν υφίσταται, μια και πιάσαμε πάτο. Συναντήσεις μεταξύ των ΠΑΕ και του Υπουργού θα μπορούσαν να γίνουν και με το πρωτάθλημα να εξελίσσεται. Αν και ο Υπουργός θα έπρεπε πρώτος να καταλάβει, αν τον ενδιέφερε η επίλυση των θεμάτων, πως δεν έχει κανένα λόγο να συνομιλεί με ανθρώπους που είτε λόγω συμφερόντων, είτε επειδή είναι “γιουσουφάκια” των ισχυρών, δεν μπορούν να συμφωνήσουν ούτε στα βασικά. Και κυρίως, χωρίς να πάρουν έγκριση.  

– Η ΕΠΟ θυμίζει τις προγραμματικές δηλώσεις μίας κυβέρνησης: “θα είμαστε κυβέρνηση όλων”, αλλά δεν πείθει ούτε τον εαυτό της. Αν μάλιστα ευσταθεί η πληροφορία ότι ο πρόεδρός της ζήτησε από τον Βασιλειάδη να μη ξαναρχίσει το πρωτάθλημα, επειδή θα γίνουν χειρότερα, αντιλαμβάνεται κανείς ότι έχει επί της ουσίας παραιτηθεί του ρόλου της ως η ανώτερη ποδοσφαιρική αρχή. 

– Οι παράγοντες για μία ακόμη φορά προβαίνουν σε δηλώσεις προβάροντας την ίδια κασέτα: “Πρέπει να συνετιστούμε, έχουμε κάνει λάθη και εμείς, να καθίσουμε στο ίδιο τραπέζι και να μιλήσουμε με ειλικρίνεια” κι άλλα πολλά, στο ίδιο μήκος κύματος. Μόνο που όταν οι δύο άνθρωποι που αποτελούν τη διοίκηση της Superleague, ενώπιον του Βασιλειάδη, δεν μπορούν να συμφωνήσουν, πώς να έχει κανείς απαίτηση από 16, που τα συμφέροντά τους, σύμφωνα με τη λογική τους, αντιτίθενται; Και τελικά, πότε κάθισαν στο ίδιο τραπέζι για να λύσουν τα προβλήματα που οι ίδιοι παραδέχονται ότι έχουν δημιουργήσει;  

– Η εικόνα του οπλισμένου Σαββίδη αποτελεί “δικαίωση” για όσους παράγοντες έχουν εγκληματήσει στο ποδόσφαιρο, αλλά για καλή τους τύχη ή λόγω της ψυχραιμίας τους, δεν έχουν “συλληφθεί” με πιστόλι. Λες και δεν έχουν κάνει παράνομες πράξεις, σαν να εμφανίστηκε ο χειμώνας σε ένα ανοιξιάτικο ποδόσφαιρο. Και τώρα συμπεριφέρονται ως… άγιοι. Το φωτοστέφανο απουσιάζει.  

– Αν δεν υπήρχαν οι φωτογραφίες που έκαναν το γύρο του κόσμου, δεν θα είχε ξεσπάσει όλος αυτός ο θόρυβος. Λες και ο κάθε ιδιοκτήτης ομάδας (δεν συζητάω για τους υπόλοιπους), έχει το δικαίωμα να “μπουκάρει” στον αγωνιστικό χώρο, πολύ περισσότερο με τη συνοδεία του. Αν υπήρχε Superleague, η οποία είναι η διοργανώτρια θα απαγόρευε την είσοδο σε ανθρώπους που δεν έχουν διαπίστευση. 

– Στο γήπεδο, με διαπίστευση μπορεί να εισέρχεται ο κάθε ένας, από ιδιοκτήτης μεταφραστής μέχρι οργανωμένος, αρκεί να έχει άρτιες σχέσεις με τη διοίκηση μίας ομάδας (ή να αποτελεί την ίδια τη διοίκηση). Αν υπήρχε η λίγκα, θα ήλεγχαν τις ομάδες μέλη της για το που έχουν μοιράσει διαπιστεύσεις. Μ’ αυτό τον τρόπο δεν θα περιφέρονταν σε απόσταση αναπνοής με αντίπαλους ποδοσφαιριστές και προπονητές οργανωμένοι οπαδοί, ιδιοκτήτες, αντιπρόεδροι, αυλικοί, μπράβοι κοκ. 

– Ο ΠΣΑΤ κατήγγειλε την φραστική επίθεση οπαδών του ΠΑΟΚ εναντίον των δημοσιογράφων. Αν υπήρχε ο ΠΣΑΤ θα είχε καλέσει πρώτα τα μέλη του για να τους συνετίσει – και να τους διαγράψει και από την ΕΣΗΕΑ αν χρειαζόταν – για να μη συμπεριφέρονται ως κάφροι. Ως οπαδοί χείριστου είδους τοποθετούνται, ως οπαδούς τους αντιμετωπίζουν. Απόλυτα φυσιολογικό για τη λογική των φανατικών. Αυτό που δεν καταλαβαίνουν οι δημοσιογράφοι ωστόσο είναι ότι με τέτοιου είδους συμπεριφορές, απαξιώνουν τον ίδιο τους τον εαυτό, μέσα από τη γενικότερη απαξίωση που προκαλούν με τη ρητορική του μίσους. Έτσι όπως λειτουργούν έχει ξεκινήσει μία άτυπη απαγόρευση μετακίνησης δημοσιογράφων.

– Η αστυνομία δεν προέβη στη σύλληψη ενός άνδρα, ο οποίος, αν και νομίμως κατέχει το όπλο, απαγορεύεται να το έχει σε δημόσια θέα σε γήπεδο. Η μισή αστυνομία της Θεσσαλονίκης βρέθηκε στο γήπεδο, εισαγγελέας ήταν από νωρίς στην Τούμπα, αλλά η παραβατική συμπεριφορά ενός πολίτη, έστω κι αν είναι ιδιοκτήτης ομάδας, δεν τιμωρήθηκε, όπως προβλέπεται από το νόμο. Δύο μέτρα και δύο σταθμά σκέφτεται κανείς και έχει απόλυτο δίκιο.  
– Το κοινό αντί να αγαπάει την ομάδα του, ταυτίζεται με τον ιδιοκτήτη αυτής. Λογικό από τη μία, καθώς τον έχει ανάγκη για να μη βουλιάξει η ΠΑΕ σε μικρότερες κατηγορίες (ο φόβος είναι η μεγαλύτερη δύναμη ελέγχου στον πλανήτη). Αν είχε όμως ο κόσμος συνείδηση, αν ήταν σωστός απέναντι σε αυτό που (υποτίθεται ότι) αγαπάει, τότε δεν θα είχε ανάγκη από κανέναν ισχυρό παράγοντα. Αν τα γήπεδα ήταν γεμάτα, αν οι φίλαθλοι στέκονταν σκωπτικά απέναντι στα προσωπικά συμφέροντα ή στις βλέψεις του κάθε ιδιοκτήτη που χρησιμοποιεί τις ομάδες και τη δυναμική τους, τότε όλα θα ήταν αλλιώς. 

Τι αποδεικνύουν όλα τα παραπάνω; Ότι δεν υπάρχει διάθεση από κανέναν. Η παγκόσμια και ευρωπαϊκή ομοσπονδία κοιτούν την εικόνα τους, ώστε να λαμβάνουν περισσότερα χρήματα και παρενέβησαν μόνο όταν “τσαλακώθηκε” αυτή. Η κυβέρνηση προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τα όσα γίνονται με επικοινωνιακά παιχνίδια. Οι παράγοντες το μόνο που κοιτούν είναι το μικροσυμφέρον τους και να μην τους επιβληθούν ρήτρες, το προεδρείο της SL… υπερήφανο διατυμπανίζει αυτό το ποδόσφαιρο έχουμε τόσα χρόνια, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Οι δημοσιογράφοι, όπως και το κοινό που ασχολείται ενεργά (όχι όλοι βέβαια), είναι της λογικής ότι η ηθική σταματάει εκεί που αρχίζει η αγάπη για την ομάδα τους. Με λίγα λόγια η υποκρισία σε όλο της το μεγαλείο. Αναζητείται εκείνος που θα δει την ευκαιρία μέσα στον βούρκο, εκείνος που δεν θα έχει ως οπτική ότι οι άλλοι είναι χειρότεροι από εμάς, που δεν θα θέλει έναν πρόεδρο να κατακτήσει το πρωτάθλημα, που δεν θα κάνει παιγνίδια συσχέτισης ποδοσφαίρου και πολιτικής. Και δεν πρέπει απλά να βρεθεί αυτός ο ένας, αλλά και να εισέλθει σε έναν παρηκμασμένο κόσμο, που έχει κυκλώσει από παντού το άθλημα.