Τα ντέρμπι Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού συνήθως δημιουργούν διάθλαση της πραγματικότητας. Αλλιώς βλέπουν όλοι τις δύο ομάδες πριν από αυτά και εντελώς διαφορετικά μετά το φινάλε. Ο νικητής παρελαύνει καμαρωτός πάνω σε άσπρο άλογο και ο χαμένος ψάχνει τρύπα να κρυφτεί. Κάποιες φορές, μάλιστα, είναι τόσο ισχυρές οι δυνάμεις εκτροπής, που συχνά χάνεται πλήρως η ουσία.
Ενδεικτικό παράδειγμα, το περσινό ραντεβού στο ξεκίνημα της σεζόν στο ΟΑΚΑ για το Κύπελλο. Το κέρδισε σχεδόν απ’ το πουθενά, με εκείνο το κάρφωμα του Μπατίστα στο μηδέν, ο (μετριότατος στα φιλικά παιχνίδια που είχαν προηγηθεί) Παναθηναϊκός, καβάλησε αμέσως πάνω στο ισχυρό ρεύμα που δημιούργησε και χρειάστηκε μήνες για να αποδεχθεί τα μεγάλα του προβλήματα.
Στην αντίπερα όχθη, το σοκ ήταν τέτοιο, που η πλειοψηφία του «ερυθρόλευκου» κόσμου διέγραψε πλήρως απ’ την μνήμη του ότι 18 μήνες νωρίτερα ο Γιώργος Μπαρτζώκας είχε παρουσιάσει μια ομάδα θαυμάτων στο Λονδίνο, επιστρέφοντας στον Πειραιά με μια δεύτερη συνεχόμενη Ευρωλίγκα.
Σκεφτείτε λοιπόν πόσο ισχυρή θα είναι η επίδραση του αποψινού ντέρμπι στο ΣΕΦ, απ’ την στιγμή που τόσο ο Ολυμπιακός όσο και ο Παναθηναϊκός προέρχονται από δύο σερί ήττες στην Ευρώπη.
Επιχειρώντας ωστόσο μια ψύχραιμη προσέγγιση των δεδομένων των δύο μονομάχων λίγες ώρες πριν από το τζάμπολ, είναι σαφές ότι και οι δύο ξέρουν από τώρα τι χρειάζεται και πάνω απ’ όλα τι δεν χρειάζεται να αλλάξουν.
Γράφαμε πριν από περίπου ένα μήνα για την αναγκαιότητα του Παναθηναϊκού να προσθέσει στο ρόστερ του έναν αθλητικό ψηλό, για να συμπληρώνει τον άρτιο τεχνικά, αλλά βαρύ και δυσκίνητο, Μίρο Ραντούλιτσα. Το θέμα του κοντού ήταν ανοιχτό, αφού μόλις είχε επιστρέψει έπειτα από πολύμηνη απουσία ο Νίκος Παππάς, ο οποίος όμως ξαναβρίσκεται στα πιτς. Κατά συνέπεια η απόκτηση κι ενός παίκτη που θα καλύπτει τις θέσεις «1» και «2» είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Στον Ολυμπιακό από την άλλη πλευρά, η μαγική λέξη δεν είναι «προσθήκες», αλλά «διαχείριση». Η αποχώρηση του (φανερά ανήμπορου να παίξει την επιθετική άμυνα, σήμα κατατεθέν του Γιάννη Σφαιρόπουλου, στα πικ εντ ρολ) Σον Τζέιμς, ξανάφερε τους «ερυθρόλευκους» μπροστά στην σκληρή πραγματικότητα της κάλυψης (εκ των έσω αυτή την φορά, σύμφωνα τουλάχιστον με το ρεπορτάζ των προηγούμενων ημερών) του κενού του Πάτρικ Γιανγκ.
Πέρα απ’ αυτό πάντως, είναι φανερό ότι ο ομάδα μπερδεύτηκε μετά την προσθήκη του Τζόνσον-Όντομ και σίγουρα τα πράγματα δεν γίνονται ευκολότερα με την επιστροφή του Κώστα Παπανικολάου.
Προτού αποχαιρετήσει ο Τζέιμς, ο Σφαιρόπουλος είχε να διαχειριστεί 13 παίκτες που, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο, δικαιούνταν μια θέση στο ροτέισιον, στα παιχνίδια πρώτης βαθμίδας:
Σπανούλης, Μάντζαρης, Χάκετ, Αθηναίου και Τζόνσον-Όντομ, οι χειριστές της μπάλας.
Στρόμπερι, Λοτζέσκι και Παπαπέτρου, οι λεγόμενοι «πλαϊνοί».
Πρίντεζης, Χάντερ, Αγραβάνης, Μιλουτίνοφ και Τζέιμς, οι ψηλοί.
Με τον Παπανικολάου να πιάνει απ’ την προηγούμενη εβδομάδα λιμάνι και τον Τζέιμς να αποχωρεί, ο αριθμός των παικτών δεν άλλαξε, χωρίς να υπολογίζεται στην σχετική λίστα ο Μιχάλης Τσαϊρέλης, ο οποίος έχει αποδεχτεί τον συμπληρωματικό του ρόλο.
Στα του ροτέισιον, έφυγε ένας σέντερ και ήρθε ένας φόργουορντ, άρα είναι βέβαιο ότι ο Αγραβάνης θα χρειαστεί να καλύψει για ακόμα περισσότερο χρόνο τον ρόλο του δεύτερου (πίσω από τον Χάντερ) εκρηκτικού σέντερ. Αυτό σημαίνει ότι τα νώτα του Πρίντεζη στο «4» θα καλύπτουν σχεδόν αποκλειστικά ο Παπαπέτρου και/ή ο Παπανικολάου.
Η δυσαναλογία ανάμεσα σε κοντούς και ψηλούς είναι οφθαλμοφανής. Ακόμα κι αν ορισμένοι παίκτες μεταφερθούν μία θέση «επάνω», ο συνωστισμός στην περιφέρεια θα παραμείνει πονοκέφαλος. Ο Ματ Λοτζέσκι αναμένεται να επιστρέψει σύντομα και ο Γιάννης Σφαιρόπουλος καλείται να ξεκαθαρίσει τις βασικές επιλογές του κι εν συνεχεία τους ρόλους των υπολοίπων που καλύπτουν τις θέσεις «1», «2» και «3».
Μιλήσαμε για το μπέρδεμα που δημιουργήθηκε με την απόκτηση του Τζόνσον-Όντομ και ιδού ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα:
Στα τελευταία έξι παιχνίδια της πρώτης φάσης, ο Γιάννης Αθηναίου αγωνίστηκε 23, 30, 24, 21 και 22 λεπτά αντίστοιχα, βοηθώντας και με το παραπάνω να καλυφθεί, μεταξύ άλλων, το κενό του τραυματία Βασίλη Σπανούλη, που απουσίασε απ’ τα τέσσερα εκ των πέντε τελευταίων.
Στο Τοπ 16, ο χρόνος συμμετοχής του 27χρονου γκαρντ έχει όμως μειωθεί δραματικά: 13’ με την Μπαρτσελόνα, 10’ με την Λαμποράλ, 6’ με την Μπάμπεργκ και 7’ με την Ζαλγκίρις. Στο διάστημα αυτό, ο Ολυμπιακός απώλεσε σταδιακά την συνοχή του, με αποκορύφωμα το κάζο στη Λιθουανία.
Ουδείς θα το πει ανοιχτά, όμως ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι η αυτοπεποίθηση του Αθηναίου κλονίσθηκε αισθητά λόγω της προσθήκης του Αμερικανού; Επιπλέον, είναι ξεκάθαρο ότι το συγκεκριμένο θέμα δεν εξαντλείται στον πρώην παίκτη της ΑΕΚ.
Οι αποφάσεις του Σφαιρόπουλου πρέπει λοιπόν να είναι άμεσες και ξεκάθαρες, διότι αν οι παίκτες δεν νοιώσουν σίγουροι για την θέση τους μέσα στην ομάδα και γι’ αυτά που τους ζητάει ο προπονητής τους στο παρκέ, το νερό, στην καλύτερη περίπτωση, θα καθυστερήσει ξαναμπεί στο αυλάκι.
Συμπερασματικά, το θέμα δεν είναι αν οι άνθρωποι του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού, αλλά και οι φίλαθλοι (μην κρυβόμαστε, η αλληλεπίδραση είναι δεδομένη) συμφωνούν ή διαφωνούν με την παραπάνω προσέγγιση. Αυτό που θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό την μοίρα και των δύο είναι αν όλοι αυτοί θα πιστεύουν τα ίδια πράγματα, όταν απόψε, γύρω στις 9μ.μ., θα έχει πέσει η αυλαία του ντέρμπι.