Η συμπαγής δικαιολογία των τραυματισμών, οι εξαγγελίες του φθινοπώρου, η έλλειψη ρίσκου στις επιλογές, οι παραδοξότητες του ρόστερ και οι λίγες ιδέες στην επίθεση. Ο Χρήστος Καούρης επιχειρεί μια πρώτη ανάλυση της ευρωπαϊκής σεζόν του Ολυμπιακού.

Αυτή η εποχή του χρόνου, στην οποία αποφασίζεται ποιος θα πάει στο τελευταίο ραντεβού των τεσσάρων και ποιος όχι, δεν προσφέρεται για γκρι ζώνες και “ναι μεν αλλά”. Με την ατμόσφαιρα πιο τοξική από ποτέ, τη διαιτητοκουβέντα να κυριαρχεί και το παιχνίδι να μειονεκτεί, το μπασκετικό Κολοσσαίο έχει ανοίξει και ο αντίχειρας είναι μονίμος στραμμένος προς τα κάτω. Μακριά από αφορισμούς και ισοπεδώσεις, ας επιχειρήσουμε μια πρώτη ματιά στην φετινή Ευρωπαϊκή σεζόν του Ολυμπιακού. 

Οι εξαγγελίες του φθινοπώρου
Με τους Χάκετ και Λοτζέσκι να αποχαιρετούν ως εύθραυστοι, τον Γκριν λόγω της αδυναμίας του να προσαρμοστεί σε βοηθητικό ρόλο και τον Μπερτς να προκαλεί δυσαναπλήρωτο κενό με τη φυγή του για το NBA, ο Ολυμπιακός πήγε σε ασφαλείς επιλογές και ρίσκαρε μόνο με την επιλογή του Χόλις Τόμπσον, ως τελευταίο μάλιστα μεταγραφικό απόκτημα. Η συγκεκριμένη επιλογή θα συζητηθεί πιο κάτω, εντούτοις είναι δεδομένο πως ο Γιάννης Σφαιρόπουλος είχε στο μυαλό του να διαφοροποιήσει το επιθετικό παιχνίδι της ομάδας του. “Θέλουμε να έχουμε περισσότερες επιλογές στο παιχνίδι και να είμαστε λιγότερο προβλέψιμοι από πέρσι” ήταν η εξαγγελία του φθινοπώρου, σε μια ομάδα που θεωρητικά κέρδιζε σε εκτέλεση από την περιφέρεια (με Στρέλνιεκς – Ρόμπερτς – Τόμπσον), αλλά έχανε φανερά σε μέγεθος, αμυντική ικανότητα (Χάκετ – Μπερτς). 

Η έλλειψη ρίσκου στο selection
Με δεδομένη και απολύτως σεβαστή στις τρέχουσες εποχές τη διάθεση να παραμείνει το μπάτζετ σε ελεγχόμενα επίπεδα, ειδικά μετά την ανανέωση δύο βασικών μελών του ελληνικού κορμού (Πρίντεζης – Μάντζαρης), ο Ολυμπιακός προσπάθησε ξανά να ψωνίσει περισσότερο έξυπνα παρά ακριβά. Οι Στρέλνιεκς – Τιλί ήταν κινήσεις προς αυτή ακριβώς την κατεύθυνση, όμως η επιμονή του Γιάννη Σφαιρόπουλου σε παίκτες με παραστάσεις Ευρωλίγκας περιόρισε τον ορίζοντα. Στοιχήματα τύπου Χάινς, Λοτζέσκι, Ντάνστον, Χάντερ, Πέτγουεϊ αποσύρθηκαν και από τη στιγμή που το πορτοφόλι έφτανε μόνο για το δεύτερο ράφι, η πιθανότητα να δημιουργήσει ο Ολυμπιακός υπεραξίες, όπως έκανε τα προηγούμενα χρόνια, μειώθηκε δραματικά. Το ζήτημα δεν είναι γιατί δεν μπορούν να αποκτηθούν παίκτες όπως ο Σέρχιο, ο Γουόναμεϊκερ, ο Μέλι, ο Κλάιμπερν, ο Χάνγκα, ο Ερτέλ: ούτε το 2013 τους είχε. Η έλλειψη τόλμης στο selection αποτυπώθηκε περισσότερο από οτιδήποτε στην επιλογή του Τζαμέλ Μακλίν ως αντικαταστάτη του Κεμ Μπερτς. 

Κεφάλαιο τραυματισμοί
Ο τραυματισμός του Κιμ Τιλί από το ζέσταμα του πρώτου παιχνιδιού έφερε με το καλημέρα αναταραχή στο rotation. Ο Ιωάννης Παπαπέτρου είδε για άλλη μια χρονιά το “4” να του γνέφει, την ίδια στιγμή που η επιλογή του παραπάνω φόργουορντ (Τόμπσον) δικαιωνόταν δια της τεθλασμένης. Η απροσδόκητη απουσία του Σπανούλη έβαλε τον Ολυμπιακό σε χρήσιμη διαδικασία εκμάθησης του παιχνιδιού χωρίς τον αρχηγό του, με εξαιρετικά μάλιστα αποτελέσματα σε συγκριτικά βολικό πρόγραμμα (8-2). Παρ΄ όλα αυτά η καταπόνηση  των υπάρχοντων (Πρίντεζης – Παπανικολάου – Στρέλνιεκς) σε συνδυασμό με επιπλέον προβλήματα τον Γενάρη έφεραν την ομάδα στα σύνορα της κατάρρευσης. Τον Απρίλη ο Ολυμπιακός έζησε έναν δεύτερο Ιανουάριο, και αυτή τη φορά δεν υπήρχε χρόνος να γυρίσει το φύλλο. 

Το παράδοξο του σχεδιασμού
Γεμίζοντας την 12άδα με φόργουορντ με μέγεθος και αθλητικότητα (Παπανικολάου/Παπαπέτρου/Πρίντεζης/Τόμπσον/Τιλί) αλλά με περιορισμένες πλην Πρίντεζη ικανότητες στο ένας εναντίον ενός έδινε την εντύπωση πως ο Ολυμπιακός θα έψαχνε πολύ περισσότερο από ότι στο παρελθόν το παιχνίδι στο ανοιχτό γήπεδο, είτε σε καταστάσεις αιφνιδιασμού είτε σε περιπτώσεις early offense. Μολαταύτα με τον Σπανούλη να έχει usage rate που προσέγγιζε το 30%, τον Ρόμπερτς άτολμο και τους Μάντζαρη – Στρέλνιεκς να νιώθουν πολύ πιο άνετα σε 5v5 καταστάσεις, ο Ολυμπιακός επέστρεφε μόνιμα στις σεταρισμένες συνήθειες του. 

Λίγες ιδέες
Με μόλις δύο παίκτες ικανούς να δημιουργήσουν τη δική τους φάση (Σπανούλης – Πρίντεζης) και χωρίς τον/τους γκαρντ που δημιουργούσαν ανισορροπίες με την ικανότητα τους να περάσουν τον παίκτη τους (ο Στρέλνιεκς δεν ήταν ποτέ τέτοιος, ο Ρόμπερτς αποδείκτηκε λίγος), ο Ολυμπιακός χρειαζόταν πολλές περισσότερες ιδέες στο 5v5 από αυτές που ο προπονητής του τελικά παρουσίασε στο παρκέ. Η ικανότητα του Μιλουτίνοφ στην πάσα έδωσε κάποιες λύσεις, όπως και η ικανότητα του Μακλίν να επιτεθεί με πρόσωπο στο καλάθι και  αφετηρία τα 4-5 μέτρα. Οι Πειραιώτες ολοκλήρωσαν τη σεζόν στην τελευταία θέση στην ευστοχία από το τρίποντο (33.5%), έχοντας – στα χαρτιά – περισσότερες λύσεις σε αυτό τον τομέα από ότι πέρσι. 

Η ειδοποιός διαφορά είναι προφανώς στις επιλογές των σουτ, με το παράδειγμα της Ζάλγκιρις να είναι χαρακτηριστικό: οι Λιθουανοί είναι ως σήμερα στην πρώτη θέση της σχετικής λίστας με 42.4%, έχοντας στο ρόστερ τους μόλις δύο κλασικούς σουτέρ (Πάνγκος, Μιλάκνις). Ταυτόχρονα, είναι και η ομάδα που βασίζεται λιγότερο από κάθε άλλη στο τρίποντο (16.9 προσπάθειες/αγώνα, Ολυμπιακός στην 10η θέση με 22.9). Εκτός κι αν ο Ουλάνοβας ήταν πάντα σουτέρ του 47.5% (19/40 φέτος) και δεν το είχαμε άπαντες αντιληφθεί. 

Οι ομάδες καταφεύγουν πάντα στις συνήθειες τους υπό καθεστώς πίεσης. Ο Ολυμπιακός πήρε μεγάλες νίκες χωρις τον Σπανούλη ή με τον αρχηγό αρνητικό (Φενέρ στην Πόλη, Ρεάλ στη Μαδρίτη), αλλά συνολικά δεν κατάφερε παρά ελάχιστα να ενεργοποιήσει το plan b μετά την 11η αγωνιστική και την επιστροφή του ηγέτη του. Αυτό καταδεικνύει χαρακτηριστικά και το #13 των “ερυθρόλευκων” στον τομέα των ασίστ. 

Η αμυντική κατάρρευση στα πλέι-οφ απέναντι στη Ζάλγκιρις έχει θεμέλιο την έλλειψη ενέργειας/φόρμας εξαιτίας των τραυματισμών, δεν υπάρχει αμφιβολία σε αυτό. Όμως παρατηρήθηκε πολλές φορές στη σεζόν πως σημαντικό κομμάτι αυτής της κατάρρευσης ήταν η επιθετική δυστοκία.  Ο Ολυμπιακός έμοιαζε ώρες – ώρες να είναι η ομάδα που “κουραζόταν” περισσότερο από κάθε άλλη προκειμένου να αναπνεύσει επιθετικά. Και επειδή παίζουν και οι άλλοι, ο δείκτης αυτοπεποίθησης των αντιπάλων αυξανόταν αντιστρόφως ανάλογα με των ερυθρόλευκων τις βραδιές που ο Σπανούλης ήταν σε κακή βραδιά ή όταν αντιμετωπιζόταν αποτελεσματικά από την αντίπαλη άμυνα. 

Πνευματική προσέγγιση
Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος έφτασε να προπονεί τον Ολυμπιακό έχοντας παραμείνει πιστός στις ιδέες και την φιλοσοφία του σε όλη του την καριέρα. Θιασώτης της σκληρής δουλειάς, της αυταπάρνησης και της αυτοσυγκέντρωσης χωρίς δικαιολογίες, συνένδραμε καθοριστικά στο να τελειοποιήσει σχεδόν ο οργανισμός το μέταλλο του. Λάτρης της πειθαρχίας, ο Έλληνας προπονητής δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά όταν χρειάστηκε να συγκρουστεί για να επιβάλλει τα θέλω του στην ομάδα. Από την αποπομπή Παπανικολάου στο πρώτο παιχνίδι της σεζόν ως τις μανούρες στο παιχνίδι με την Εφές την 28η αγωνιστική, το μοτίβο είναι το ίδιο. Με αυτή τη διαχείριση ο Σφαιρόπουλος κατάφερε να κρατήσει την ομάδα σε τροχιά τετράδας, αλλά είναι μεταξεταστέος στον βαθμό προσέγγισης και εν τέλει αξιοποίησης των Αμερικανών της ομάδας, που την άνοιξη έμοιαζαν με ξένο σώμα. Ρόμπερτς, Τόμπσον, Μπράουν και λιγότερο ο Μακλίν ήταν ψάρια έξω από το νερό και ελάχιστα διατεθειμένοι να παίξουν (και) για τον προπονητή τους. 

Ακόμα κι έτσι…
… ο Ολυμπιακός θα μπορούσε να είναι στο Βελιγράδι, αν τα βασικά κομμάτια του φετινού παζλ (Πρίντεζης – Παπανικολάου – Μιλουτίνοφ) ήταν στη θέση τους. Ουδείς μπορεί να το αρνηθεί αυτό σε μια ομάδα που μέτρησε 6/8 νίκες απέναντι σε ΤΣΣΚΑ, Φενέρ, Ρεάλ, Παναθηναϊκό. Πλήρεις και υγιείς, οι “ερυθρόλευκοι” ήταν η πιο δυσκολοκατάβλητη ομάδα της φετινής διοργάνωσης. Η αποτυχία είναι ασφαλώς στο πρόγραμμα και όσα γράφτηκαν ως εδώ δεν αναιρούν τα πολλά θετικά της σεζόν. Αλλά με τον Σπανούλη να βαδίζει προς τα 37 και τον Πρίντεζη προς τα 34, ο Ολυμπιακός είναι πια μπροστά σε σταυροδρόμι, περισσότερο από οποτεδήποτε άλλοτε στα τελευταία έξι χρόνια.