Με τη συμπλήρωση του 1/5 στο φετινό πρωτάθλημα είναι ευδιάκριτη η υποχώρηση της ισοπαλίας στον πίνακα των αποτελεσμάτων, με το ποσοστό εμφάνισης να περιορίζεται μόλις στο 16,67%. Την ίδια ώρα πέρυσι, βρισκόταν στο 41,66% !!!

Φτάσαμε λοιπόν στη δεύτερη επίσημη διακοπή του φετινού πρωταθλήματος με την ολοκλήρωση της 6ης αγωνιστικής και αυτό που φαίνεται ότι «λείπει» από το φετινό πρωτάθλημα, σε σύγκριση με το περυσινό στην αντίστοιχη χρονική περίοδο, είναι η ισοπαλία. 

Σε σαράντα οκτώ ματς φέτος έχουμε μετρήσει οκτώ ισοπαλίες, ποσοστό δηλαδή 16,67%. Τα περυσινά νούμερα στο αντίστοιχο διάστημα ήταν είκοσι ισοπαλίες στα πρώτα σαράντα οκτώ ματς και ποσοστό 41,66%. 

Μάλιστα ο αριθμός των οκτώ φετινών ισοπαλιών είχε πέρυσι επιτευχθεί (με τέσσερις σε καθεμία από τις δύο πρώτες)  μόλις από τη 2η αγωνιστική. 

Οι προπονητές «καλωσορίζουν» την ισοπαλία ως αποτέλεσμα στις περιπτώσεις που η ομάδα δυσκολεύεται να φτάσει στη νίκη. «Αν δε μπορείς να νικήσεις στο ματς, φρόντισε να μην το χάσεις» είναι η αγαπημένη τους έκφραση. 

Για το φιλοθεάμον κοινό όμως – όχι τον οπαδό – όταν αυτό το «μη χάσεις» μεταφράζεται σε «λευκή ισοπαλία», δεν είναι η αγαπημένη του εξέλιξη, αυτή που το συναρπάζει.  
Μέχρι στιγμής λοιπόν στο φετινό πρωτάθλημα δεν έχουμε γίνει μάρτυρες «λευκών ισοπαλιών» σε περισσότερες από δύο περιπτώσεις. Ατρόμητος – Ξάνθη τη 2η αγωνιστική και Λαμία – Ξάνθη την 5η. Πολύ λιγότερες δηλαδή από τις οκτώ περυσινές…! 
 
«Πρωτοπόρες» στην ισοπαλία είναι μέχρι στιγμής η Ξάνθη και η Λαμία, έχοντας από τρεις έκαστη, τη  μία εξ αυτών στο μεταξύ τους ματς. Έχουν δώσει δηλαδή στον πίνακα των ισοπαλιών τις πέντε από τις εννέα συνολικά, ενώ οι «Ακρίτες» είναι αυτοί που έχουν συμμετοχή και στις δύο «λευκές» του πρωταθλήματος κόντρα σε Λαμία και Ατρόμητο. Την ίδια ώρα όμως έχουν με τέσσερα γκολ τον Έρικ Γέντρισεκ στο ρετιρέ της λίστας των σκόρερ!

Η συνέχεια του πρωταθλήματος θα μας πληροφορήσει τί μπορεί να υπονοούν οι λίγες ισοπαλίες στο 1/5 του πρωταθλήματος. 

Αν μαρτυρούν δηλαδή προσέγγιση τολμηρή από τις ομάδες, τυχαίο γεγονός ή «άνοιγμα της ψαλίδας» στην ποιότητα των ομάδων…;