Η καρδιά της Λατινικής Αμερικής χτυπάει λοιπόν στην Ευρώπη. Τελικός των τελικών φαντάζει πως είναι αυτός του Λιμπερταδόρες. Ρίβερ Πλέιτ εναντίον Μπόκα Τζούνιορς στο Σαντιάγκο Μπερναμπέου. Μία φορά στη ζωή καθενός μπορεί να συμβεί να παρακολουθήσει τέτοιο τελικό σε άλλη ήπειρο από εκείνη που θα έπρεπε να διεξάγεται.
Η έδρα της Ρεάλ επιλέχτηκε για λόγους… ασφαλείας (μακριά από το Μπουένος Άιρες), επειδή αποτελεί την έδρα της πιο επιτυχημένης βάση τίτλων ομάδας, επίσης είναι από τα μεγαλύτερα σε χωρητικότητα γήπεδα και κυρίως, γιατί οι διοργανωτές, θέλησαν να διαφημίσουν το προϊόν τους.
Από τις πρώτες ώρες που τα πλάνα επίθεσης στο πούλμαν της Μπόκα έκαναν το γύρο του κόσμου, υπήρχαν οι πληροφορίες που μιλούσαν για πίεση, ώστε να διεξαχθεί το παιγνίδι. Είναι πολλά τα λεφτά που διακυβεύονται…
Η λύση βρέθηκε με τη… μετακόμιση στην Ισπανία. Θεωρείται βέβαιο ότι εκεί δεν θα υπάρχει η ατμόσφαιρα του Μονουμεντάλ. Είναι σίγουρο ότι ο συγκεκριμένος τελικός αποτελεί πόλο έλξης χιλιάδων ανθρώπων, απ’ όλες τις ηπείρους που αγαπούν το ποδόσφαιρο, το αντιμετωπίζουν ως ένα τεράστιο event και είναι διατεθειμένοι να δαπανήσουν αρκετές χιλιάδες ευρώ, δολάρια, ρούβλια, γουάν ή ό,τι άλλο νόμισμα, ώστε να βρεθούν στο Μπερναμπέου. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στο Τσάμπιονς Λιγκ, όπως και στην Euroleague. Παρόμοια κατάσταση και στην premier league, όπου υπάρχουν “επισκέπτες” απ’ όλο τον κόσμο.
Διοργανωτές και ομάδες θέλουν να έχουν ως πελάτες εκείνους, το βαλάντιο των οποίων, αντέχει. Δίνουν τα εισιτήρια στους χορηγούς, τα διαρκείας είναι… απλησίαστα, εκείνα που πηγαίνουν στη βάση των ομάδων, ολοένα και μειώνονται. Λογικό θα πει κανείς: Πώς μία εταιρεία θα πληρώνει για το συμβόλαιο του εκάστοτε Ρονάλντο 60 εκ ευρώ το χρόνο; Όταν το χρόνο οι ομάδες της πρώτης γραμμής έχουν συνολικό μπάτζετ 600-700 εκ, δεν πρέπει από κάπου να δημιουργήσουν έσοδα;
Στον αντίποδα, για ποιο ποδόσφαιρο μιλάμε, όταν ο κόσμος ο οποίος το αγαπά, δεν μπορεί να πλησιάζει στην εξέδρα λόγω οικονομικών δεδομένων; Τι είναι το άθλημα αυτό χωρίς το πάθος των υποστηρικτών του; Αν δεν μπορούν να πηγαίνουν στο γήπεδο αυτοί που ζουν και αναπνέουν για μία φανέλα, εκείνοι που βρίσκονται στο δρόμο με μία μπάλα στα πόδια, εκείνοι που ταξιδεύουν μερόνυχτα για να φωνάξουν για την ομάδα τους ή εκείνοι που έχουν κάνει τρόπο ζωής κάποια μαγικά γράμματα που εκφράζουν κάτι πολύ περισσότερο από έναν σύλλογο, θα μιλάμε για την ίδια διεισδυτικότητα του αθλήματος στην κοινωνία μελλοντικά;
Η εταιρεία απέναντι στην ομάδα. Το σύγχρονο ποδόσφαιρο εναντίον του παραδοσιακού. Εξέλιξη κόντρα στην παράδοση θα μπορούσε να πει κάποιος. Στα μάτια μου φαντάζουν φυσιολογικά αυτά που γίνονται. Οι ποδοσφαιρικές ανώνυμες εταιρείες και οι διοργανώτριες επιζητούν το κέρδος. Τη γιγάντωση της μπίζνας και του θεάματος. Και περιθωριοποιούν τους οπαδούς. Από τη στιγμή που αυτό είναι ξεκάθαρο, το θέμα είναι τι κάνουν οι οπαδοί. Πώς προσπαθούν να μην κοπεί ο ομφάλιος λώρος τους με το άθλημα; Η ευθύνη τους είναι μεγάλη. Αφενός κάνουν ό,τι μπορούν για να δικαιώνουν την αντίθετη πλευρά. Επίθεση στο πούλμαν της ομάδας της Μπόκα από τους οπαδούς της Ρίβερ, επεισόδια… παντού και μάλιστα για λόγους κοινωνικούς, πολιτικούς. Αφετέρου τοποθετούν το μίσος τους για κάποιον αντίπαλο, πάνω από την αγάπη για την ομάδα τους. Αντί να συνυπάρξουν με τους “εχθρούς” για να μπορούν να βλέπουν την ομάδα τους παντού (και για άλλες ενέργειες, όπως για παράδειγμα είναι η αντίδραση στα ακριβά εισιτήρια), απλοποιούν τα πράγματα για εκείνους που δεν τους θέλουν.
Στην Ελλάδα, πραγματικά λυπάμαι που φίλαθλοι αντίπαλης ομάδας δεν έχουν επισκεφτεί την Τούμπα, το Βικελίδης, το Καραϊσκάκη, τη Λεωφόρο. Πώς το αντέχει αυτό ένας αληθινός οπαδός; Πώς γίνεται η σεζόν για εκείνον να έχει δυνατότητα παρουσίας σε περίπου 20 από τους 30 αγώνες και μάλιστα να μην μπορεί να συμπαρασταθεί στα ντέρμπι; Πληρώνουν την ανώριμη συμπεριφορά τους, αλλά κατά τη γνώμη μου, το κακό που κάνουν είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ότι στον εαυτό τους: Αλλάζουν τη φύση, την ιστορία, την κουλτούρα του αθλήματος.