Είναι δεδομένο ότι ο Ολυμπιακός δεν πήγε στη Μόσχα με τη λέξη ‘’πρέπει’’ να συνοδεύει την αποστολή του. Από τη στιγμή που στις σύγχρονες μπασκετικές εποχές, δηλαδή στις μέρες της Ευρωλίγκα που κρατάνε πια δύο δεκαετίες, έχει καταφέρει να φύγει νικητής δύο φορές από το άντρο της ΤΣΣΚΑ Μόσχας κάθε ταξίδι του εκεί μοιάζει με επικίνδυνη αποστολή. Και χωρίς τα σούπερ γκάτζετ του Τομ Κρουζ από την ομώνυμη σειρά ταινιών. Θεωρητικά και πρακτικά μια ήττα στη Μέγκα Σπορτς Αρένα δεν συνιστά ούτε το τέλος του κόσμου, ούτε πισωγύρισμα. Σίγουρα δεν ισχύει το πρώτο αλλά ο Ολυμπιακός έκανε ένα μικρό πισωγύρισμα. Αποσυντονισμένος και εκτός ρυθμού από τα προβλήματα λόγω Covid εδώ και15 μέρες είναι φανερό ότι ψάχνει ρυθμό ειδικά στην επίθεση και δεν τον βρίσκει.
Προφανώς, και μια ήττα στη Μόσχα δεν είναι το τέλος του κόσμου αλλά όταν η τελική διαφορά φτάνει τους 19 πόντους και ο αντίπαλος δεν έχει παίξει σούπερ μπάσκετ το όλο θέμα χρίζει κάποιου επιπλέον προβληματισμού. Αρκούσε η παρουσία του Μάικ Τζέιμς για να δώσει ρυθμό στην ΤΣΣΚΑ που στην πραγματικότητα δεν είχε δεύτερο παίκτη που να παίρνει βαθμό άνω του μετρίου. Ο Μπολομπόι και ο Κουρμπάνοφ ήταν οι αμέσως καλύτεροι και ο Μιλουτίνοφ φάνηκε μόνο προς το τέλος του ματς όταν άνοιξε ο ρυθμός και η διαφορά. Ο Ολυμπιακός έπαιξε εξαιρετικό μπάσκετ στα πρώτα 6-7 λεπτά αλλά μετά βγήκε από την εικόνα του αγώνα. Στη δεύτερη περίοδο διαχειρίστηκε 20 επιθέσεις, αστόχησε στις 11 και μάλιστα με ορισμένα ελεύθερα λέι απ από τα 2-3 μέτρα, χαράμισε άλλες 5 με φτηνά κυρίως λάθη και ευστόχησε μόλις σε 4! Στην Τρίτη περίοδο είχε 4/12 σουτ και 2 λάθη με αποτέλεσμα στο τέλος του αγώνα το ενεργητικό του να γράφει 61 πόντους και ο απολογισμός είναι μάλλον κολακευτικός αν αναλογιστεί κάποιος ότι στο τέλος άνοιξε αρκετά ο ρυθμός του ματς, και χαλάρωσαν αρκετά οι άμυνες.
Σύμπτωση επαναλαμβανόμενη παύει να είναι σύμπτωση…Αυτή τη στιγμή ο Ολυμπιακός σουτάρει με ποσοστό μικρότερο του 33% στο τρίποντο και είναι η χειρότερη ομάδα της Ευρωλίγκα στη σχετική κατηγορία. Σκοράρει κατά μέσο όρο 75 πόντους ανά αγώνα που επίσης συνιστά μια από τις χειρότερες επιθέσεις στην Ευρωλίγκα και έχει ξεπεράσει μόλις σε δύο από τους 10 αγώνες του τους 80 πόντους. Οι συνεχόμενες βραδιές που σκόραρε 86 πόντους εναντίον της Αρμάνι και 85 κόντρα στη Μακάμπι στο ΣΕΦ μοιάζουν περισσότερο σαν εξαιρέσεις παρά με κανόνα. Είναι φανερό ότι το ‘’πάντρεμα’’ του Σπανούλη με τον Σλούκα δεν έχει δουλέψει, η απουσία του τραυματία Χάρισον (παρά τη δεδομένη αστάθεια του στο σουτ) χαλάει ακόμη περισσότερο την επιθετική λειτουργία και γενικά αναζητούνται άμεσα επιθετικές λύσεις. Και επειδή τα κομμάτια του παιχνιδιού δεν είναι ξεχωριστά αλλά μέρος της ίδιας αλυσίδας σταδιακά και η άμυνα του Ολυμπιακού αρχίζει να έχει φθίνουσα πορεία. Στα πρώτα οκτώ παιχνίδια μέχρι να εμφανιστούν τα κρούσματα κοορνοϊού στο ΣΕΦ ο Ολυμπιακός είχε δεχτεί πάνω από 80 πόντους μόλις δύο φορές. Στα δύο τελευταία παιχνίδια δέχτηκε 90 και 80 αντίστοιχα. Ο αμυντικός του δείκτης γνώρισε μια αντίστοιχη πτώση. Οι 73,8 πόντοι του παθητικού έχουν ανέβει στους 76,5 και οι αντίπαλοι του πλέον σουτάρουν με σχεδόν 54% στο δίποντο και κοντά στο 40% στο τρίποντο. Προφανώς, μια ήττα στη Μόσχα δεν είναι το τέλος του κόσμου αλλά ίσως είναι ένα καλό καμπανάκι συναγερμού για να διορθωθούν αρκετά κακώς κείμενα στην αγωνιστική λειτουργία της ομάδας.