Δουλειά δεν είχαμε, δουλειά βρήκαμε καλοκαιριάτικα. Ο λόγος είναι η ανάρτηση του Γιώργου Πρίντεζη στο instagram ανήμερα του Δεκαπενταύγουστου, που ξεσήκωσε θύελλα και συζητήθηκε έντονα στους κύκλους των social media με την απαραίτητη υστερία, χυδαιότητα, προσβλητικότητα που τα χαρακτηρίζει κατά πλειοψηφία.
Για να βάλουμε μια αρχή, η ανάρτηση είναι αυτή. Το «Π.Θ.Ο.» για όσους δυσκολεύονται, σημαίνει «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια».
Δεν χρειάστηκαν παρά λίγες ώρες για να στηθεί το πανηγύρι και να αναγορευτεί ο φόργουορντ του Ολυμπιακού φασίστας, ακροδεξιός, νοσταλγός της χούντας των συνταγματαρχών και κάμποσα άλλα ακόμα, καθότι μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά και το διαδίκτυο σπανίως κάνει τέτοιους διαχωρισμούς. Πρίντεζης, Τσάρτας, το ένα και το αυτό.
Μερικές ημέρες μετά, ας προσπαθήσουμε μια ψύχραιμη ανάγνωση.
Το «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια» είναι ένα από τα συνθήματα που καπηλεύτηκε η δικτατορία των συνταγματαρχών: η πρότερη ύπαρξη του είναι σχετικά άγνωστη. Το αντανακλαστικό που δημιουργείται στην ανάγνωση του προφανώς δεν είναι αφύσικο, αφού το τραύμα της 7ετίας μπορεί να είναι κλειστό, αλλά η ουλή φαίνεται ακόμα μετά από σκάρτο μισό αιώνα, ειδικά από τη στιγμή που το στίγμα της κοινοβουλευτικής ανόδου της Χρυσής Αυγής είναι τόσο πρόσφατο.
Το ζήτημα που ανακύπτει από την ανάρτηση του Πρίντεζη δεν έχει να κάνει με την ελευθερία του λόγου: αυτή είναι όχι μόνο αδιαπραγμάτευτη, αλλά πληρωμένη με αίμα από τους αγώνες του λαού. Το συνταγματικά θεμελιωμένο δικαίωμα σε αυτήν δεν σημαίνει φυσικά ότι κανείς μπορεί να λέει ό,τι θέλει στο όνομα του: η ρητορική μίσους, ρατσισμού και μισαλλοδοξίας διώκεται νομικά σε όλα τα ανεπτυγμένα κράτη δικαίου, με εξαίρεση τα θεοκρατικά καθεστώτα. Τελειώνοντας με τα προφανή, η ανάρτηση του διεθνή φόργουορντ δεν εμπίπτει στην παραπάνω κατηγορία, αλλά είναι αποκλειστικά ζήτημα ηθικής τάξης.
Επειδή κυκλοφορεί αρκετά ως επιχείρημα, η σύγκριση της καπηλείας του «Π.Θ.Ο» από την χούντα και της σβάστικας από το ναζιστικό καθεστώς είμαι μόνο κατ΄ επίφαση δόκιμη. Η σβάστικα ήταν ένα ξεχασμένο αρχαίο σύμβολο που απόκτησε ιστορική σημασία και νόημα από την χρησιμοποίηση του από τον Χίτλερ. Οι αξίες της πατρίδας, της θρησκείας και της οικογένειας αποτελούν πυλώνες του ελληνικού έθνους στο πέρασμα των αιώνων, πριν ακόμα την ανεξαρτητοποίηση της Ελλάδας ως αυτόνομου κράτους.
Σκοπός αυτού εδώ του σημειώματος δεν αποτελεί να εξετάσει τις αιτίες πίσω από την στοχοποίηση της αγάπης για την πατρίδα και την οικογένεια: το θέμα είναι προφανώς τεράστιο και έχει τις ρίζες του σε εύρος τριών δεκαετιών. Είναι όμως οφθαλμοφανές, τουλάχιστον προσωπικά, πως η διαδικασία του στιγματισμού του σύγχρονου Έλληνα ως ανθρωπόμορφου τέρατος, ρατσιστή και μισαλλόδοξου, κακομοίρη και ανίκανου, σύριζα αποκομμένου από το παρελθόν και με αμφίβολο μέλλον, είναι εν πλήρη εξέλιξη. Η πάντα ωφέλιμη κριτική έχει μετατραπεί σε όργιο ενοχών και κανιβαλισμού από το οποίο πολύ βολικά δεν μένει τίποτα όρθιο – τα πάντα είναι διαπραγματεύσιμα. Η εθνική υπερηφάνεια καταχωνιάζεται στο ντουλάπι και η σημαία του απέναντι γείτονα στην εθνική εορτή σχολιάζεται παντοιοτρόπως – η λίστα με τους υποψήφιους κρυφό/φανερούς φασίστες αποκτά ένα νέο μέλος. Η ρητορική μας έχει σμικρυνθεί σε ταμπέλες και συνθηματολογία.
Το ζήτημα στην σύγχρονη Ελλάδα δεν είναι ο γόνιμος διάλογος. Ουδόλως μας ενδιαφέρει να ασχοληθούμε σοβαρά με την σχολική εκπαίδευση που θα επιτρέψει στους μελλοντικούς πολίτες να γνωρίσουν την πραγματική ιστορία του έθνους μας και να το αγαπήσουν τόσο ώστε να ενδιαφέρονται για την ιστορική του συνέχεια: σύμφωνα μάλιστα με τις τελευταίες επινοήσεις των γαλάζιων επιτροπών, άκουσον άκουσον, αυτό γεννήθηκε μετά το 1821. Προτιμάμε να διαλύσουμε έναν από τους ελάχιστους θεσμούς τους οποίους ακόμη εμπιστευόμαστε, την οικογένεια, γιατί πράγματι ευνοεί τα κλειστά συγγενικά δίκτυα και εμφανίζει νεποτιστικές τάσεις. Φυσικά αποσιωπούμε έντεχνα πως η οικογένεια αποτέλεσε τον πρώτο και κυρίαρχο κυματοθραύστη απέναντι στον οικονομικό πογκρόμ που υπέστη η χώρα στη δεκαετία 2008-2018.
Εδώ που τα λέμε, για να είμαστε δίκαιοι, καλό είναι με την ίδια λογική να σταματήσουμε και τον αθλητισμό, αφού είναι διεφθαρμένος.
Ο σταθερός βαθμός παρείσφρησης της Εκκλησίας στην κοσμική ζωή αποδείχτηκε περίτρανα με απόφαση του Συμβούλιο της Επικρατείας το 2018, όταν το ΣτΕ αποφάσισε η παιδεία θα πρέπει «να κατατείνει στην εμπέδωση και ενίσχυση της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως των μαθητών» (την οποία, σύμφωνα με την απόφαση, προκαλεί ο «αναστοχασμός»). Το σχολείο έγινε ξανά κατηχητικό με την σκοταδιστική σφραγίδα του κράτους, πράγμα εξίσου αν όχι πιο σημαντικό από την μετάληψη εν μέσω κορωνοϊου.
Τι μας δίνει όμως το δικαίωμα να αποκαλούμε κάποιον φασίστα, επειδή στην πλάτη του έχει έναν σταυρό με το όνομα του Ιησού; Ποια διεστραμμένη, ψευδεπίγραφα ανεξίθρησκη και δημοκρατική λογική επιτρέπει αυτού του είδους τα λογικά άλματα;
Στο ζουμί. Είναι ο Πρίντεζης ακροδεξιός;
Ιδέα δεν έχω. Έχω κάνει μαζί του όσες πολιτικές συζητήσεις έχω κάνει και με τον απέναντι γείτονα, δηλαδή καμία. Αποδείξεις δεν διαθέτω, εντούτοις πολλές και ισχυρές ενδείξεις υπάρχουν για το αντίθετο. Ο φόργουορντ της Εθνικής Ελλάδας και του Ολυμπιακού έχει δείξει επί 15 χρόνια καριέρας σεβασμό για τον αντίπαλο, απέφυγε συστηματικά να υποδαυλίσει την βία και στις πιο πρόσφορες ευκαιρίες, απέφυγε συστηματικά να ανεβάζει τους τόνους. Κάθε φορά που έχανε, έδινε συγχαρητήρια στον αντίπαλο, χωρίς να τον μειώνει. Έκανε αυτοκριτική και ζητούσε από τον ίδιο και την ομάδα του περισσότερα. Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης πανδημίας, σε συνέντευξη του στην ΕΡΤ, έδειξε πως αντιλαμβάνεται τις δυσκολίες του μέσου ανθρώπου και δεν ζει στην φούσκα της λάμψης και της ματαιοδοξίας. Με δύο λόγια, ήταν και παραμένει φωτεινό παράδειγμα αθλητικής κουλτούρας σε ένα μισαλλόδοξο, φανατισμένο και μεταλλαγμένο από τη βία περιβάλλον.
Χρωστάει εξηγήσεις για το «Π.Θ.Ο.»;
Όχι. Ακόμη κι αν προσωπικά δυσφόρησα διαβάζοντας την πολυσυζητημένη ανάρτηση, ουδόλως θεωρώ πως με αυτήν προσέβαλλε οποιονδήποτε έτσι ώστε να καλείται να απολογηθεί ή να (απαιτείται να) προβεί σε κάποιους είδους διευκρίνιση. Το αν οι κάθε λογής Κασιδιάρηδες βρήκαν την ευκαιρία να σκαρφαλώσουν στους τεράστιους ώμους του για να βγάλουν το πρόσωπο από το βούρκο θα μπορούσε να είναι το ιδανικό κίνητρο για να βάλει τα πράγματα στη θέση τους, όμως το πιθανότερο είναι πως θα απαντήσει όταν ερωτηθεί, όχι νωρίτερα.