Ο Δημήτρης Καρύδας την πρώτη μέρα του νέου έτους γράφει για την πρώτη μάχη των Μπλατ, Πιτίνο

Για πρώτη φορά μετά την άνοιξη του 2012 όταν στους τελικούς των πλέι οφ του Ελληνικού πρωταθλήματος βρέθηκαν αντιμέτωποι ο Ντούσαν Ίβκοβιτς και ο Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς τα φώτα ενός ντέρμπι δεν θα πέφτουν μόνο στους σταρ του παρκέ. Αυτή τη φορά, στο επικείμενο ντέρμπι Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού οι αληθινοί σταρ θα κάθονται στους δύο πάγκους και ενδέχεται η δική τους μάχη να επισκιάσει αυτή των παικτών. Ακόμη και την εποχή των δύο Σέρβων στους πάγκους των αιωνίων στο παρκέ υπήρχε η λάμψη της αντιπαράθεσης των Σπανούλη-Διαμαντίδη η οποία σήμερα έχει αντικατασταθεί από την αντίστοιχη Σπανούλη-Καλάθη. Σίγουρα, όμως η συγκυρία να βρεθούν στον πάγκο των αιωνίων δύο προπονητές με πολύ κοινά χαρακτηριστικά και για πρώτη φορά στην ιστορία των σχετικών αγώνων με προέλευση από τη μητέρα του μπάσκετ, τις Ηνωμένες Πολιτείες, φέρνει σε άλλο επίπεδο αυτή την προπονητική αντιπαράθεση.

Προφανώς και η συνύπαρξη των Μπλατ-Πιτίνο είναι η χαρά του… δημοσιογράφου. Ατακαδόροι, ευφυείς και με ένα πρωτόγνωρο επικοινωνιακό χάρισμα είναι πολύ περισσότερα από αυτό. Και σίγουρα, είναι πολύ περισσότερα από δύο τύπους που χαμογελούν και μοιράζουν απλόχερα ευφάνταστες ατάκες ή λένε ωραία μπασκετικά παραμυθάκια. Για την ακρίβεια και οι δύο βγαλμένοι μέσα από το ίδιο προπονητικό εργαστήριο είναι δύο συγκεντρωτικοί προπονητές, δύο προπονητές-δικτάτορες που θέλουν τον απόλυτο έλεγχο των καταστάσεων μέσα στις ομάδες τους. Ας δούμε λοιπόν τι πραγματικά κρύβεται πίσω από το χαμόγελο των δύο Αμερικάνων.

Ο Ντέιβιντ Μπλατ είναι σίγουρα λόγω θητείας και καριέρας πιο… εξευρωπαϊσμένος. Ελάχιστοι, ακόμη και στο Ισραήλ, τον θυμούνται ως παίκτη στη δεκαετία του ’80. Δεν φόρεσε ποτέ τη φανέλα της Μακάμπι, δεν έπαιξε ποτέ πολλούς διεθνείς αγώνες με τις μικρομεσαίες ομάδες της χώρας αλλά έφερε στις βαλίτσες του ατόφιο το πνεύμα του κολεγιακού μπάσκετ. Και την αύρα του δικού του μέντορα από τις μέρες του στο πανεπιστήμιο του Πρίνστον. Το πανεπιστήμιο που θεωρείται από τα κορυφαία ακαδημαϊκά σχολεία του πλανήτη είχε πάντοτε μια ιδιαιτερότητα. Δεν έδινε αθλητικές υποτροφίες κάτι που σήμαινε ότι έπρεπε να βρει παίκτες για να επανδρώσει την ομάδα μπάσκετ μέσα από τον πυρήνα των φοιτητών του. Πόσους καλούς παίκτες μπορούσε να βρει ένα τέτοιο πανεπιστήμιο ανάμεσα σε μελλοντικούς προέδρους των ΗΠΑ, γκουρού του εμπορίου ή οραματιστές της ρομποτικής; Η εύκολη απάντηση είναι ελάχιστους. Κι’ όμως για περισσότερες από τρεις δεκαετίες το Πρίνστον κατάφερε να παρουσιάζει πολύ αξιόμαχες ομάδες που έπαιζαν σε μόνιμη σχεδόν βάση στο τελικό τουρνουά του NCAA. Και το χρωστούσε στον δάσκαλο του Μπλατ τον Πιτ Καρίλ που κατάφερε να αφήσει στην αιωνιότητα την επίθεση που λάνσαρε και πήρε το όνομα του σχολείου. Ο Πιτ Καρίλ έκανε μότο ζωής και καριέρας τη φράση ‘’ο δυνατός κερδίζει τον αδύναμο αλλά ο έξυπνος κερδίζει τον δυνατό’’. Ζητούσε από τους παίκτες του απόλυτη πειθαρχία στο σύστημα, ένα σύστημα που αντίστοιχα απαιτούσε σχεδόν την τελειότητα μιας επίθεσης: Πολλές πάσες, συνεχή κίνηση και παιχνίδι με το χρονόμετρο του αγώνα. Μέσα σε αυτό το απαιτητικό και εξαντλητικό στις λεπτομέρειες σύστημα ανδρώθηκε ο Μπλατ.

 Επιβίωσε ως παίκτης για 12 χρόνια στο Ισραήλ γιατί όπως λένε οι παλαιότεροι που τον θυμούνται έστω και λίγο ποτέ δεν προσπάθησε να κάνει πράγματα έξω από τη λογική του και τον διέκρινε μια πειθαναγκαστική, σχεδόν, σταθερότητα. Ως προπονητής δεν άλλαξε ιδιαίτερα. Ακόμη και όταν βρέθηκε στην κορυφαία στιγμή της καριέρας του να κοουτσάρει το Κλίβελαντ και τον καλύτερο σύγχρονο μπασκετμπολίστα του πλανήτη. Πίσω σε εκείνες τις μέρες υπήρχαν πολλοί που έλεγαν ότι ο Μπλατ δεν ήταν τίποτε περισσότερο από το ‘’ρομπότ’’ του Λεμπρόν, κάποιος που έπρεπε να κάθεται στον πάγκο γιατί ακόμη και ο Λεμπρόν χρειάζεται ένα προπονητή. Η αλήθεια όμως είναι πολύ διαφορετική. Ο Μπλατ έφυγε από το Κλίβελαντ ακριβώς γιατί ήθελε να επιβάλλει τους δικούς του κανόνες και η διοίκηση της ομάδας έκρινε ότι με τη λογική του δεν θα μπορούσε να τα βγάλει πέρα απέναντι στους Γουόριορς. Αν ήταν απλά το….ρομπότ του Λεμπρόν προφανώς και θα έμενε στη θέση του πολύ περισσότερο από 1,5 σεζόν! Στον Ολυμπιακό το ξέρουν καλύτερα. Από την πρώτη στιγμή αντιλήφθηκαν ότι ο Μπλατ είναι συγκεντρωτικός, θέλει να έχει άποψη και έλεγχο για τα πάντα μέσα στην ομάδα, ακόμη και για πολύ μικρές λεπτομέρειες που σε πολλούς θα έμοιαζαν ασήμαντες και ήσσονος σημασίας. ‘’Θέλει όλα να γίνονται με τον δικό του τρόπο. Και μας έχει ξεκαθαρίσει ότι στο μυαλό του υπάρχει ένας τρόπος να πετύχει η ομάδα: Ο δικός του. Δεν είναι διατεθειμένος να αλλάξει ρότα ούτε στο ελάχιστο’’, μου έλεγε τις προάλλες άνθρωπος μέσα από την ομάδα και δεν είχα κανένα λόγο να μην τον πιστέψω. Πίσω από τον χαμογελαστό μετρ της επικοινωνίας κρύβεται ένας άτεγκτος προπονητής που δεν θα διστάσει να μιλήσει πολύ σκληρά στους παίκτες του όταν νιώσει ότι τα πράγματα δεν γίνονται με τον δικό του τρόπο. Και αρκετοί από τους παίκτες του Ολυμπιακού το έχουν βιώσει αυτό το συναίσθημα στην ολιγόμηνη παρουσία του στην ομάδα. Όπως βιώνουν σε καθημερινή βάση την γνωστή ιστορία με το μαστίγιο και το καρότο.

Ο Ρικ Πιτίνο από την άλλη μπορεί να προσγειώθηκε λίγο απότομα (και ξαφνικά) στη δική μας πραγματικότητα αλλά δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος που να δούλεψε μαζί του στο κολεγιακό επίπεδο που να μην λέει το ίδιο ακριβώς πράγμα: Ο Ιταλο-Αμερικάνος είναι ένας μαχητικός, εκρηκτικός τύπος που δουλεύει σκληρά σε όλη του την καριέρα. Πιστεύει, όπως και ο Μπλατ, στις αξίες του old school μπάσκετ και μέσα στις ομάδες του ήταν πάντα ένας δικτάτορας που ενέπνεε και με τον φόβο. Στον Παναθηναϊκό ήδη το έμαθαν και μαζί το μάθαμε και εμείς. Το έγραφα και πριν από λίγες μέρες ότι το μήνυμα που έστειλε στους παίκτες από την πρώτη στιγμή ήταν πολύ ξεκάθαρο: Η θα αρχίσει να κερδίζει η ομάδα ή θα βρούμε άλλους παίκτες που θα κερδίζουν. Το περιβόητο συμβόλαιο της μιας μέρας ή του ενός αγώνα. Υπάρχει μια πολύ χαρακτηριστική ιστορία που δείχνει ακριβώς το μέγεθος της παρεμβατικότητας του Πιτίνο. Ο Σκοτ Πάτζετ που έπαιξε για μερικά χρόνια στο ΝΒΑ και σήμερα είναι προπονητής στο πανεπιστήμιο Σάμφορντ ήταν από τα αγαπημένα παιδιά του Πιτίνο.

 Μέλος της ομάδας του Κεντάκι που κέρδισε το πρωτάθλημα του 1998 έχει εξομολογηθεί την παρακάτω ιστορία στο FOX Sports πριν από μερικά χρόνια: ‘’Μια μέρα ο Πιτίνο με κάλεσε στο γραφείο του και αυτό δεν ήταν ποτέ καλό σημάδι για ένα παίκτη. Οι προσωπικές συναντήσεις μαζί του σήμαιναν ότι κάτι δεν έκανες καλά. Αλλά στη δική μου περίπτωση αυτό που τον ενοχλούσε ήταν εντελώς διαφορετικό. Όταν μπήκα στο γραφείο του δεν με χαιρέτησε, δεν μου είπα καλημέρα και μου εξήγησε ποιο είναι το πρόβλημα. Σκοτ, πρέπει να ξυρίσεις αυτή το χάλι που έχεις στο πρόσωπό σου. Είχα μόλις αρχίσει να αφήνω γένια και όταν προσπάθησα να μάθω τον λόγο της δυσαρέσκειας του δεν με άφησε καν να μιλήσει. Μου είπε ορθά κοφτά ότι δεν είναι ένας νέος κανονισμός της ομάδας και ότι δεν χρειάζεται να κάνουν το ίδιο οι συμπαίκτες μου. Αυτοί θα παίξουν μια μέρα στο ΝΒΑ, μου είπε, εσύ πρέπει να είσαι έτοιμος για τη ζωή εκτός μπάσκετ γιατί δεν θα παίξεις ποτέ στο ΝΒΑ. Αργότερα, κατάλαβα ότι το αληθινό του πρόβλημα δεν ήταν η γενειάδα μου. Ήθελε απλά να με κάνει να δουλέψω σκληρότερα. Και οι λέξεις κλειδί δεν ήταν το πήγαινε στον κουρέα να ξυριστείς αλλά το δεν θα παίξεις ποτέ στο ΝΒΑ. Στο ΝΒΑ έπαιξα τελικά οκτώ ολόκληρα χρόνια και βαθιά μέσα μου πιστεύω ότι το χρωστάω σε εκείνη τη συνάντηση. Φυσικά την επόμενη μέρα δεν είχα γενειάδα. Και κάθε μέρα έλεγα μέσα μου: ΟΚ, θα σου δείξω ποιος δεν μπορεί να παίξει στο ΝΒΑ’’.

Και οι δύο προπονητές που θα βρεθούν αντιμέτωποι την Παρασκευή στο ΣΕΦ έχουν το χάρισμα να διαβάζουν τους ανθρώπους γύρω τους και να πατάνε τα σωστά κουμπιά. Μερικές φορές χαμογελώντας, άλλες απειλώντας, κάποιες άλλες πετώντας έξυπνες ατάκες. Προφανώς και οι δύο μερικά 24ωρα πριν το μεγάλο ντέρμπι ξέρουν πολύ καλά τους όρους του παιχνιδιού. Σε ένα άθλημα που δεν υπάρχει η βολική (και άχαρη) ισοπαλία ένας από τους δύο θα ξυπνήσει το Σάββατο νιώθοντας λίγο πιο δυνατός και ο άλλος ξέροντας ότι έχει μεγαλώσει η λίστα των επικριτών του. Γνωρίζοντας όμως τους κανόνες του παιχνιδιού έχουν βιώσει μπόλικες φορές τα ίδια συναισθήματα. Άλλωστε μεγαλώνοντας πάνω κάτω την ίδια εποχή και στην ίδια χώρα δεν μπορεί κάπου θα έχει πάρει το μάτι τους τη φράση σήμα κατατεθέν του παιδικού ήρωα εκατομμυρίων Αμερικάνων. ‘’Η μεγάλη δύναμη φέρνει και τη μεγάλη ευθύνη’’, ψιθύριζε ο Πίτερ Πάρκερ στις σελίδες του Spider-Man.