Και που είναι το πρόβλημα δηλαδή να ανοίξουμε αρχεία 20 ετών, να συνδυάσουμε τα ευρήματά μας με την απαραίτητη επιβεβαίωση από την πλευρά των ειδικών (σ.σ. Μάνο Μανουσέλη σε ευχαριστώ, για μία ακόμη φορά) και να σας παρουσιάσουμε τους μεγαλύτερους γνήσιους σουτέρ στην ιστορία της Ευρωλίγκας;
Χρόνο έχουμε απεριόριστο, όρεξη για τέτοιες ιστορίες ακόμα μεγαλύτερη, οπότε ξεκινάμε απόψε με τους πρώτους τρεις και… θα δούμε που θα σταματήσουμε.
Όνομα: Αντόνιο Γκρέιντζερ
Ομάδες: Κίντερ Μπολόνια, Εφές, ΤΣΣΚΑ
Αγώνες: 94
Τρίποντα: 204/465 (2,2/4,9)
Ποσοστό: 43,9%
Ακούγαμε πριν από καμιά 20αρια χρόνια για παίκτες με “3 and D” προφίλ και νομίζαμε ότι έχουν βαλθεί οι Αμερικανοί να μας κάνουν πλακίτσα. Αρχίσαμε να αντιλαμβανόμαστε τι ακριβώς εννοούσαν όταν, μεταξύ άλλων, γνωρίσαμε τον Αντόνιο Γκρέιντζερ. Ο απόφοιτος του Boston College θεωρείται ένας από τους πιονέρους αυτού του ιδιαίτερου και συνάμα υπερπολύτιμου είδους γκαρντ-φόργουορντ στη σύγχρονη ιστορία του Ευρωπαϊκού μπάσκετ.
Μπορεί να μην διέθετε την κλάση και την πληρότητα του Τρέιτζαν Λάνγκτον (ο οποίος άλλωστε τον διαδέχτηκε στην ΤΣΣΚΑ τη σεζόν 2005-06, κατακτώντας με την ρωσική υπερδύναμη δύο τίτλους), όμως ουδείς αμφισβήτησε πως ως σουτέρ επεδείκνυε θαυμαστή συνέπεια ( σούταρε πάνω από 40% στα τρίποντα και στις πέντε γεμάτες σεζόν του στην Ευρωλίγκα) και άγνοια κινδύνου.
Όνομα: Ράιαν Μπρόκχοφ
Ομάδες: Λοκομοτίβ Κουμπάν
Αγώνες: 31
Τρίποντα: 58/123 (1,9/4)
Ποσοστό: 47,2%
Τι δουλειά έχει στη λίστα με τους καλύτερους σουτέρ των τελευταίων 20 ετών ένας παίκτης που αγωνίστηκε μία χρονιά όλη κι όλη στην Ευρωλίγκα, θα αναρωτηθούν εύλογα οι τυπολάτρες κι υπό μία έννοια θα έχουν δίκιο. Δεν μιλάμε ωστόσο για μια… τυχαία χρονιά.
Έχοντας ως στόχο να διακριθούν στην Ευρωλίγκα, οι ρωσικές ομάδες έχουν επενδύσει συνολικά όλα αυτά τα χρόνια παραπάνω από ένα δις δολάρια. Παρόλα αυτά, τα αποτελέσματα είναι φτωχά, αφού πέρα από την κραταιά ΤΣΣΚΑ, μονάχα μια ομάδα έχει καταφέρει να προκριθεί σε φάιναλ φορ. Η ταπεινή Λοκομοτίβ από το Κρασνοντάρ, το 2016, με τον Αυστραλό να αποτελεί βασικό κομμάτι της μαγιάς που είχε δημιουργήσει ο Γιώργος Μπαρτζώκας.
Ο Μπρόκχοφ αποτελεί μια πιο εξελιγμένη μορφή του κλασικού “3 and D” καλουπιού. Σουτέρ-δολοφόνος, με έμφυτη σκληράδα και ανεπτυγμένα αμυντικά ένστικτα, ο οποίος δεν θα απογοητεύσει τον προπονητή του όταν αποφασίσει να βάλει τη μπάλα στο παρκέ, αλλά και να πασάρει.
Όνομα: Νταϊρίς Μπερτάνς
Ομάδες: Νταρουσάφακα, Αρμάνι, Χίμκι
Αγώνες: 103
Τρίποντα: 139/301
Ποσοστό: 46,2%
Μέγεθος κι εκτόπισμα δεν διαθέτει. Ούτε καν αθλητικότητα (σε σχέση με τα σύγχρονα δεδομένα), προκειμένου να αντισταθμίσει το έλλειμμα αυτό. Την μπάλα στο παρκέ άρχισε να την βάζει μόλις πριν από μερικά χρόνια, περισσότερο από ανάγκη, αφού η Λετονία έχει μονάχα αυτόν και τον Στρέλνιεκς για να… υποκριθεί έστω πως διαθέτει πόιντ γκαρντ.
Κι αφού ισχύουν όλα αυτά, πως στην ευχή κατάφερε ο 31χρονος μεγάλος αδελφός του Ντάβις Μπερτάνς των Γουίζαρντς να αγωνιστεί πέρσι σε 12 παιχνίδια στο ΝΒΑ, με τη φανέλα της Νέας Ορλεάνης;
Έτσι ακριβως έχει το έργο με τους γνήσιους σουτέρ, ειδικά στο σύγχρονο μπάσκετ που χωρίς spacing δεν έχεις την παραμικρή τύχη να κατακτήσεις τίτλους και διακρίσεις. Ο γκαρντ της Χίμκι έχει μία από τις ταχύτερες εκτελέσεις στην ιστορία της Ευρωλίγκας κι αυτό είναι αρκετό για να βγαίνει στον αφρό, έστω κι αν, ας είμαστε ειλικρινείς, δεν πρόκειται για σπουδαία πάστα παίκτη.