Ο Βασίλης Σπανούλης που έσκισε τη φανέλα από τα νεύρα του και έσταζε το ένα τρίποντο μετά το άλλο, για να μην φύγει ηττημένος. Γράφει ο Χρήστος Καούρης. 

Ο τύπος με το «7» έμοιαζε με Τσάρο στο ταιριαστό περιβάλλον της αριστοκρατικής Αγίας Πετρούπολης, γεμάτης με κουλτούρα, τέχνη και εντυπωσιακά κτίσματα. Αλλά οι Τσάροι δεν μένουν πια στην πόλη. 

Είναι μάλλον ειρωνικό ότι το βράδυ που πλησίασε το ρεκόρ καριέρας του σε πόντους (34, από το 2014 στο Κλαϊπέντα της Λιθουανίας), ήταν ένα από τα πιο αλτρουιστικά της πρόσφατης καριέρας του. Ο Σπανούλης δεν μονοπώλησε τη μπάλα: απόδειξη ήταν ότι αυτοί που μπορούσαν, τον ακολούθησαν σε απόδοση. Άφησε χώρο και πρωτοβουλίες σε όλους και πήρε φόρα μόνο όταν οι υπόλοιποι έδειχναν ότι πια δεν υπήρχε άλλος τρόπος. 

Η μαύρη τρύπα στην οποία έπεσε η πεντάδα Κόνιαρη/Ρότσεστι/Πολ/Ρούμπιτ/Μπόλντγουιν είναι πράγματι εντυπωσιακή: όλα αυτά τα φαινόμενα είναι. Όμως πέρα από τις περίεργες στατιστικές μίας βραδιάς, τα συμπεράσματα που προκύπτουν είναι σκληρά. 

Δεν είναι πρόβλημα να κάνεις λάθη σκυλιάζοντας να κάνεις το σωστό – συχνά είναι και ο μοναδικός τρόπος να πας ένα σκαλί παραπάνω. Ο Αντώνης Κόνιαρης ζύγισε λάθος μια πάσα που θα μπορούσε να φέρει το προβάδισμα, έκανε το πέμπτο φάουλ δεχόμενος και το καλάθι. 

Συμβαίνει. 

Ο Γουέιντ Μπόλντγουϊν κατάφερε, διότι περί κατορθώματος πρόκειται, να μπει στο παιχνίδι αμέσως μετά και να προκαλέσει καταστροφή σε δύο κατοχές. Λάθος μετά από ντρίμπλα 20 δευτερολέπτων, τρίποντο ο Χόλινς, τάιμ άουτ Μπαρτζώκας. Ο Αμερικανός ξαναβγήκε στο παρκέ κολλημένος στην προηγούμενη φάση, ντρίμπλαρε ξανά όλη την επίθεση, μπουμπούνισε ένα τζούφιο mid-range όταν καιγόταν το σύμπαν. Δυο σερί επιθέσεις, ο point guard της ομάδας, δεν ήξερε που πατούσε και που βρισκόταν. 

Δεν συμβαίνει. Όχι σε αυτό το επίπεδο. 

Φυσικά το πρόβλημα μου δεν είναι ο αινιγματικός και μπερδεμένος Αμερικανός. Ρούκι στην Ευρώπη και στην Ευρωλίγκα, με ασχημάτιστα αγωνιστικά χαρακτηριστικά, σε νεαρή ηλικία, σε μία ντε φάκτο προβληματική περιφέρεια, με τρεις προπονητές σε τρεις μήνες; Τόσο μπορεί. 

Το μεγαλύτερο πρόβλημα που εμφάνισε ο χθεσινός Ολυμπιακός ήταν η χαώδης διαφορά επιθυμίας, ενέργειας, έντασης και εγωισμού που εμφανίστηκε μεταξύ των μελών της ομάδας. Την ίδια στιγμή που οι Σπανούλης, Πρίντεζης και Παπανικολάου, με ολίγη από Μιλουτίνοφ και Κόνιαρη, έπαιξαν λες και κρίνονταν τα πλέι-οφ σε αγώνα μπαράζ, οι υπόλοιποι πνίγηκαν σε ένα πικρό κοκτέιλ εγωισμού, λιγοψυχίας και εκνευρισμού. 

Για να μην ξεχνιόμαστε, η Ζενίτ ήταν αυτή που άφησε τον Πονίτκα εκτός 12άδας για λόγους ξεκούρασης, αφού ο στόχος της VTB είναι πρωτεύων σε σχέση με μερικές νίκες γοήτρου στην Ευρωλίγκα. Θεωρητικά, ο έχων θεωρητικές ελπίδες πρόκρισης στα πλέι-οφ Ολυμπιακός θα έπρεπε να ανταποκρίνεται και να υπερέχει στην πλειοψηφία των φάσεων που μαρτυρούν επιθυμία, σε αυτές τις 50-50 στιγμές που αθροιστικά συχνά κρίνουν ένα αποτέλεσμα. Ο ανυποψίαστος θα νόμισε για ώρα ότι οι ρόλοι ήταν διαφορετικοί, πλην τριών ημίτρελων που έπαιζαν λες και η ζωή τους εξαρτιόταν από το αποτέλεσμα. 

«Όλοι μαζί χάνουμε, όλοι μαζί κερδίζουμε», μου έλεγε μετά το παιχνίδι ο Κώστας Παπανικολάου. «Αυτοί που δεν ήταν καλοί σήμερα, ήταν οι καλύτεροι στο προηγούμενο παιχνίδι». 

Σωστό. 

Ακόμα σωστότερο όμως, αυτό που συμπλήρωσε: «Μαχητικότητα και θέληση δεν σημαίνει απαραίτητα να βάλει κάποιος 20 ή 30 πόντους όπως έβαλε ο Μπίλης. Σημαίνει να δώσει ό,τι μπορεί ο καθένας, ότι ζητά ο προπονητής από αυτόν, είτε είναι ένα ριμπάουντ, μια άμυνα ή ένα deflection, για να νιώθουμε όλοι καλά με τον εαυτό μας ότι όλοι βοηθήσαμε και δώσαμε το 100%, είτε κερδίσαμε είτε χάσαμε». 

Αν ήμουν στη θέση της διοίκησης του Ολυμπιακού, θα κράταγα μια κόπια του παιχνιδιού σε ένα συρτάρι. Όταν θα έρθει η εποχή που ο Βασίλης Σπανούλης θα έχει τελειώσει την μυθική καριέρα του, θα το έδινα σε κάθε νέο παίκτη της ομάδας, με μια υποσημείωση: 

«Εδώ, παίζουμε έτσι, όπως έκανε ο τύπος με το 7, σε ένα βράδυ που πιθανότατα δεν σήμαινε τίποτα για τη χρονιά της ομάδας, την στιγμή που δεν είχε απομείνει τίποτα να αποδείξει». 

Το λένε και κληρονομιά.