Ήταν 31 Οκτώβρη όταν ο Παναθηναϊκός υποδεχόταν την Εφές. Απέμεναν 4:42 για το φινάλε της τρίτης περιόδου και το σκορ ήταν 51-51 όταν ο Τζίμερ Φρεντέτ γινόταν αλλαγή, έχοντας παίξει ως τότε 17,5 λεπτά με απολογισμό 11π, 4ας, 2λάθη. Δεν ξαναπάτησε παρκέ ως το τελικό 86-70.
Οκτώ ημέρες αργότερα, απέναντι στη Βαλένθια, ο Αμερικανός σκόρερ έζησε τη δική του μέρα της μαρμότας. Αυτή τη φορά το ρολόι έγραφε 04:41 όταν σκόραρε από τη μία βολή της τεχνικής ποινής στον Πονσαρνάου και έπαιρνε το δρόμο για τον πάγκο, δυσαρεστημένος. Έφτασε ως τέλος του, δεν μιλιόταν. Προφανώς δεν είμαι σε θέση να ξέρω αν ή τι είπε. Η εξέλιξη θα ήταν πανομοιότυπη αν ο κόουτς δεν τον σήκωνε από τη θέση του 35 δευτερόλεπτα πριν το τέλος ενός τελειωμένου ματς, στο 85-78, για να δεχτεί δύο φάουλ και να βάλει 4/4 βολές.
Τα δύο συμβάντα θα μπορούσαν υπό άλλες συνθήκες να ήταν ανεξάρτητα ή να πρόσφεραν λιγότερα συμπεράσματα, όμως μόνο αφελής θα έφτανε σε τέτοιο συμπέρασμα όταν απέχουν τόσο λίγο το ένα από το άλλο.
Το δεδομένο που προκύπτει είναι πως Αργύρης Πεδουλάκης στέλνει δυνατά και καθαρά το μήνυμα: ουδείς είναι πιο πάνω από την ομάδα, ακόμα και ο ακριβοπληρωμένος σκόρερ, αυτός που ο κόσμος λαχταράει να δει να βάζει φωτιά στα διχτάκια. Νωρίτερα στη σεζόν, ο Γιώργος Παπαγιάννης είχε εξοριστεί στο βάθος του πάγκου για παραδειγματισμό, όμως άλλο ο φέρελπις Έλληνας, άλλο ο σταρ ξένος.
Έχω την αίσθηση ότι ο κόουτς απέσυρε τον Φρεντέτ όχι (μόνο) εξαιτίας της αμυντικής του αδυναμίας, αλλά κυρίως λόγω της πρεμούρας του να σκοράρει, να δημιουργήσει, να παίξει συχνά τόσο βιαστικά που αυτό απέβαινε εις βάρος της ομάδας του.
Άλλωστε, ο Παναθηναϊκός δεν έγινε αίφνης αποτελεσματικός στα μετόπισθεν όταν ο Φρεντέτ αποχώρησε. Από το 57-53, σημείο αλλαγής του, ο αφηνιασμένος Τζόρνταν Λόιντ σκόραρε 8 πόντους και μοίρασε την ασίστ στον Ντούμπλιεβιτς για τρίποντο, δηλαδή ήταν υπεύθυνος και για τους 11 πόντους της Βαλένθια ως το τέλος του δεκαλέπτου. Συνολικά ο Αμερικανός πέτυχε 17 πόντους στα τελευταία 15 λεπτά του αγώνα (με τον Φρεντέτ στον πάγκο) και ουσιαστικά νικήθηκε από την φυσιολογική κόπωση και την φθορά που του προκάλεσε το κυνηγητό (κυρίως) του Καλάθη.
Ουδείς μπορεί φυσικά να παραγνωρίσει πως η συνολική αμυντική λειτουργία των πράσινων βελτιώθηκε στην τέταρτη περίοδο, με τους 16 πόντους να συνιστούν το καλύτερο δεκάλεπτο στον αγώνα για αυτούς και ουσιαστικά να είναι το στοιχείο που τους επέτρεψε να πάρουν τη νίκη χωρίς αυτή να κριθεί (πάλι) στο τελευταίο σουτ, αυτό που τόσο τους έχει πληγώσει φέτος.
Από την άλλη, η απόφαση του κόουτς να «παγώσει» για άλλη μια φορά τον σκόρερ του στον πάγκο προφανώς είναι ένα ρίσκο που φαίνεται αποφασισμένος να πάρει.
Μην έχετε αμφιβολία: ο Πεδουλάκης ξέρει πολύ καλά ότι από τη στιγμή που παίρνει μια τέτοια απόφαση, είναι σχεδόν υποχρεωμένος να κερδίσει. Το να χάνεις με τον Φρεντέτ στο παιχνίδι είναι πρόβλημα, αλλά το να χάνεις με τον Φρεντέτ 15 λεπτά σερί στον πάγκο είναι πηγή αφόρητης γκρίνιας και τοξικότητας.
Βλέποντας τους Ράις και Τζόνσον να κάνουν βήματα προς τα εμπρός σε σχέση με τον ράθυμο ξεκίνημα και τον Παππά να δικαιολογεί αισιοδοξία στο πεινασμένο πεντάλεπτο του, ο κόουτς έχει λόγους να αισιοδοξεί. Παρ΄ όλα αυτά, το στοίχημα των πλέι-οφ και μαζί το μέλλον του 55χρονου προπονητή είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τον χαμογελαστό Ιανό του φετινού Παναθηναϊκού. Ο Ράις μπορεί να τα κατάφερε απέναντι στην χωρίς ιδιαίτερο ταλέντο περιφέρεια της Βαλένθια, αλλά οι ανταγωνιστές (Αρμάνι, Χίμκι, Μακάμπι) έχουν πολυβόλα και η σεζόν δεν βγαίνει χωρίς γκαρντ – πρωταγωνιστές. Την ίδια στιγμή, ο Καλάθης δεν μπορεί αν είναι κάθε εβδομάδα ο one man army της ομάδας, που κυνηγάει τον καλύτερο αντίπαλο επιθετικό και ταυτόχρονα φτάνει μια ασίστ μακριά από το triple-double.
Προς το παρόν, ο Πεδουλάκης παίζει σκληρό πόκερ με τον Φρεντέτ και καλείται να αποδείξει ότι μπορεί να ισορροπήσει ανάμεσα στη νουθεσία και τον παραδειγματισμό, κρατώντας επιδέξια το καρότο και το μαστίγιο.
Αλλά κάπως έτσι είναι η ζωή σε αυτό το επίπεδο.
Όπως τραγουδάει και ο James Brown: “I paid the cost to be the boss”.
«Πλήρωσα το τίμημα για να γίνω το αφεντικό».