Η πρεμιέρα του προολυμπιακού τουρνουά κόντρα σε ένα αντίπαλο περιορισμένων δυνατοτήτων όπως το Ιράν ήταν περίπου…μονόδρομος! Καλά νέα δεν περιμέναμε, πλην των αναμενόμενων, φόβος για άσχημα δεν υπήρχε, οπότε το ματς δύσκολα προσφέρεται για συμπεράσματα, όπως θα έγραφε και κάποιος παλαίμαχος συνάδελφος σε αθλητική εφημερίδα της δεκαετίας του ’70.
Ένα άλλο δημοσιογραφικό κλισέ λέει ότι ‘’τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις’’ αλλά στην προκειμένη περίπτωση δεν έβγαλε είδηση ούτε ένα παιχνίδι που έγινε με το….καλημέρα, σχεδόν, του Ιουλίου. Και αφού δεν υπήρχαν (κτύπα ξύλο) κακές ειδήσεις είναι λίγα αυτά που μπορούμε να προσθέσουμε για την εθνική τώρα πια που μπήκε στα επίσημα.
Το θετικό μήνυμα είναι ότι η ομάδα με πολλά παιδιά γεννημένα στις αρχές ή τα μέσα της δεκαετίας του ’90 έδειξε διάθεση και φρέσκα πόδια. Ο Κατσικάρης ξέροντας ότι υπάρχει αυτή η δυνατότητα δοκίμασε αρκετές πιεστικές άμυνες, μερικά ενδιαφέροντα ζον πρες και πήρε ως μπόνους για τις…πίστες που πέρασε η ελληνική ομάδα τα 17 κλεψίματα στην άμυνα. Ειδικά, τις στιγμές που η ελληνική ομάδα είχε στην ουσία τρία φόργουορντ στο παρκέ έμοιαζε να….κρύβει τον ουρανό των Ιρανών που ούτως ή άλλως και με την εξαίρεση του Χαντάντι είναι μια τυπική Ασιατική ομάδα: Ζει και….πεθαίνει με το σουτ της! Στην πρώτη περίοδο όταν η εθνική ήταν ακόμη….μουδιασμένη οι Ιρανοί σκόραραν 21 πόντους αλλά από εκεί και πέρα ακολούθησαν την προδιαγεγραμμένη μοίρα τους.
Αμυντικά απέναντι σε ένα αντίπαλο με αρκετές….παραδοξότητες στο παιχνίδι του και άλλες τόσες ιδιομορφίες η εθνική πήρε γενικά καλό βαθμό όχι μόνο γιατί έκλεψε 17 μπάλες αλλά κυρίως για τη διάθεση της να πιέσει. Κάπου εδώ αρχίζουν και τα μεγάλα ερωτηματικά που συνοδεύουν την ελληνική ομάδα από τη Day 1 και το ξεκίνημα της προετοιμασίας. Όταν μπορεί να ανοίξει το γήπεδο τότε όλα πάνε καλά και τα πράγματα μοιάζουν εύκολα. Αλλά αυτό μπορεί να το κάνει με τους Ιρανούς και ενδεχόμενα να το κάνει με επιτυχία και απέναντι στους Μεξικάνους σε 48 ώρες από τώρα.
Θα το κάνει όμως απέναντι στην Ιταλία; Συνήθως, η μοντέρνα πρακτική του μπάσκετ έχει δείξει ότι αυτά τα παιχνίδια κρίνονται σε ρυθμό μισού γηπέδου και εκεί αρχίζουν τα προβλήματα. Στο πέντε εναντίον πέντε η εθνική δεν είναι αξιόπιστη όπως ποτέ δεν είναι και δεν θα είναι μια ομάδα χωρίς 4-5 κλασικούς σουτέρ που ο αντίπαλος θα διστάζει να τραβήξει τον παίκτη τους μακριά για να δώσει βοήθειες. Κάπως έτσι θα μπορούμε να απολαύσουμε το πλεονέκτημα ενός πολύ καλού επιθετικού δίδυμου σέντερ (Κουφός-Μπουρούσης). Αλλά τέτοιοι σουτέρ δεν υπάρχουν στο ρόστερ της εθνικής. Πλην του Περπέρογλου δυσκολευόμαστε να βρούμε άλλο παίκτη που ο Μεσίνα, για παράδειγμα, θα διστάσει να αφήσει μόνο του…
Με το Ιράν η εθνική ευστόχησε σε εννιά τρίποντα, νούμερο που σίγουρα είναι πολύ καλό στατιστικά. Αλλά η στατιστική είναι το αλάνθαστο επιστημονικό όπλο του καλού…ψεύτη! Το ζήτημα δεν είναι τα εννιά τρίποντα που μπήκαν αλλά τα πολύ περισσότερα που έγιναν με καλές ή λιγότερο καλές συνθήκες και δεν βρήκαν στόχο. Αυτό ακριβώς είναι ο παράγοντας Χ που θα κρίνει ενδεχόμενα τα πάντα, η λεπτή κόκκινη γραμμή που θα διαχωρίσει την αποτυχία από την επιτυχία. Εκτός αν η εθνική μπορέσει για όλη αυτή την εβδομάδα να πιέσει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και με την ίδια αποτελεσματικότητα όλους τους επόμενους αντιπάλους της.
Αν το πετύχει αυτό θα έχει πολύ μικρότερη ανάγκη το σουτ. Ούτως ή άλλως πάντως από την πρώτη στιγμή ξέραμε ότι μια ομάδα χωρίς 4-5 βετεράνους και με πολλά νέα-άπειρα παιδιά ξεκίνησε το ταξίδι της στη λογική του ‘’βλέποντας και κάνοντας’’. Κάθε καλή εμφάνιση, ακόμη και απέναντι σε ομάδες όπως το Ιράν, στοιχειοθετεί μια κερδισμένη μέρα που την έχουν ανάγκη οι παίκτες και ο Κατσικάρης.