Τέλος είναι το σημείο από το οποίο γίνεται, πάντα, μια νέα αρχή! Η εθνική ομάδα μπάσκετ των ΗΠΑ έχει να γνωρίσει την ήττα από το 2006 στην Σαϊτάμα, όταν έχασε από την εθνική Ελλάδος και από τότε σάρωσε τα πάντα στο πέρασμα της, τόσο σε επίπεδο Ολυμπιακών Αγώνων, όσο και στα παγκόσμια πρωταθλήματα.
Στο Ρίο δεν έγινε τίποτα διαφορετικό, παρά το γεγονός ότι οι μέτριες εμφανίσεις της team USA στην φάση των ομίλων έδωσαν ελπίδες στους μνηστήρες της κορυφής από τον υπόλοιπο πλανήτη. Τελικά το ταλέντο του Ντουράντ, του Ιρβινγκ και του Καρμέλο σε συνδυασμό με την φιλοσοφία του Σιζέφσκι για πιεστική άμυνα και ταχύτητα στην επίθεση, όχι μόνο δεν έχασαν ποτέ, αλλά συνέτριψαν τους Σέρβους στον τελικό.
Το κακό (για τους αντιπάλους) με τις ΗΠΑ είναι ότι δεν φαίνεται στον ορίζοντα πως μπορεί ν’ αλλάξει η κατάσταση και να σταματήσει η κυριαρχία των Αμερικανών. Από την μια έχουν το καλύτερο υλικό και από την άλλη το έχουν πάρει στα σοβαρά. Εδώ και ένα χρόνο οι υπεύθυνοι της εθνικής ομάδας μπάσκετ των ΗΠΑ γνώριζαν ότι ο Μάικ Σιζέφσκι θα τέλειωνε στο Ρίο την θητεία του ως πρώτος προπονητής και είχαν – επίσης από το καλοκαίρι του 2015 – αποφασίσει ότι ο αντικαταστάτης του θα ήταν ο Γκρεγκ Πόποβιτς.
Με αυτές τις πρακτικές – απολύτως ξένες προς τα ελληνικά δεδομένα, όπου τα πάντα γίνονται την τελευταία στιγμή – οι Αμερικανοί κινούνται προς την επόμενη ημέρα με την καλύτερη δυνατή προετοιμασία. Επίσης είναι σαφές ότι με τον Πόποβιτς στον πάγκο η εικόνα της μόνιμης πρωταθλήτριας κόσμου μπορεί να είναι διαφορετική σε σχέση με ότι παρακολουθήσαμε τα τελευταία 11 χρόνια, αλλά αποκλείεται να είναι χειρότερη!
Εχει ενδιαφέρον να δούμε τι σημαίνει η παρουσία ενός κόουτς από το ΝΒΑ (του καλύτερου κατά γενική ομολογία) στην τεχνική ηγεσία των ΗΠΑ, ποια είναι η φιλοσοφία του, τι μπορεί να φέρει στο τραπέζι και πόσο εύκολο είναι να βάλει σε μια ομάδα τεσσάρων εβδομάδων την λογική που έχουν οι Σπερς στο παιχνίδι με την παράμετρο ότι δουλεύει εκεί είκοσι χρόνια…
Είναι κοινό μυστικό ότι ο Πόποβιτς λειτουργεί με αρχές και κανόνες που ισχύουν πάνω και πέρα από το μπάσκετ, έχουν εφαρμογή σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής. Ο συγκεκριμένος κόουτς είναι ο ορισμός του ηγέτη, αντιλαμβάνεται πόση σημασία έχει το ταξίδι και όχι ο προορισμός, το να μπει το εγώ κάτω από το εμείς, το να πάρει από τους ανθρώπους του το καλύτερο τους πολύ απλά επειδή τους αρέσει να δουλεύουν για αυτόν.
Δεν είναι τυχαίο ότι σε μια εποχή που παίκτες και προπονητές αλλάζουν κάθε χρόνο ομάδα εκείνος όχι μόνο έχει μείνει για πάντα στους Σπερς, αλλά κράτησε μαζί του για το ίδιο χρονικό διάστημα προσωπικότητες και αξίες σαν τον Ντάνκαν, τον Τζινόμπιλι, τον Πάρκερ – πιθανότατα με λιγότερα χρήματα από όσα θα μπορούσαν να πάρουν αλλού – μόνο και μόνο διότι το περιβάλλον δουλειάς στο Σαν Αντόνιο είναι μοναδικό, ανεπανάληπτο και εξασφαλίζει ότι θα είσαι πάντα ανάμεσα στις ομάδες που θα πρωταγωνιστούν.
Ο Πόποβιτς έχει πάρει πέντε πρωταθλήματα με τους Σαν Αντόνιο Σπερς, τρεις φορές τον τίτλο του προπονητή της χρονιάς και έχει ήδη κερδίσει μια θέση ανάμεσα στους κορυφαίους όλων των εποχών στην ιστορία του μπάσκετ. Παρόλα δέχθηκε να αναλάβει την εθνική ομάδα μπάσκετ των ΗΠΑ και να «χάσει» μερικά από τα επόμενα καλοκαίρια του και μάλιστα είναι τόσο ταπεινός, ώστε θεωρεί τον εαυτό του ευλογημένο για αυτή την ευκαιρία.
Πόσο καλός είναι ο Πόποβιτς; Απλά ο καλύτερος στον κόσμο σύμφωνα με τους περισσότερους. Κι όμως ήταν μέλος της εθνικής ομάδας των ΗΠΑ ως βοηθός το 2002 και το 2004, σε δύο μεγάλες αποτυχίες των ΗΠΑ στο παγκόσμιο της Ινδιανάπολης και τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας.
Επιπλέον ένα ακόμη ερώτημα για την επόμενη ημέρα της “Dream Team” είναι το πως θα αντιδράσουν τα μεγάλα αστέρια του ΝΒΑ στην προοπτική να περάσουν τα καλοκαίρια τους μαζί με τον Πόποβιτς, ένα προπονητή που εκτός όλων των άλλων, επιμένει να φέρεται με τον ίδιο τρόπο στους σταρ και στους στρατιώτες του! Τι θα κάνει ο Λεμπρόν; Ο Κρις Πολ; Ο Κάρι, ο Ντουράντ, ο Χάρντεν, ο Γκρίφιν, ο Ουέστμπρουκ; Θα έρθουν να παίξουν;
Παρόλα τα ερωτηματικά που έτσι και αλλιώς θα απαντηθούν όταν έρθει ο καιρός, ο Πόποβιτς θεωρείται ως ιδανική επιλογή για να συνεχίσει την κληρονομιά που αφήνει ο Σιζέφσκι. Οι λόγοι είναι ξεκάθαροι:
• Χαίρει καθολικού σεβασμού στον πολύ σκληρό και δύσκολο κόσμο του ΝΒΑ. Κάθε παίκτης θέλει να παίξει για λογαριασμό του, κάθε προπονητής θέλει να είναι βοηθός του.
• Η φιλοσοφία του είναι ξεκάθαρη, θέλει παίκτες που θα παίζουν για την ομάδα και όχι για τον εαυτό τους, θα επιλέξει παίκτες που θα ακολουθούν το πλάνο του τόσο στην άμυνα, όσο και στην επίθεση. Θέλει παίκτες που θα ξέρουν για ποιο λόγο φοράνε την φανέλα με το εθνόσημο της χώρας, που δεν θα βλέπουν εγωιστικά τον συμπαίκτη τους, που δεν θα υποτιμούν τον αντίπαλο.
• Η επίθεση του θα σημαδέψει τα δυνατά σημεία των παικτών του και κάθε αθλητής που θα πάρει μια θέση στην ομάδα θα έχει ένα συγκεκριμένο, ξεκάθαρο ρόλο.
• Η άμυνα του θα είναι πιεστική, θα απαγορεύει στον αντίπαλο να μπαίνει στο κέντρο του γηπέδου, δεν θα δίνει βοήθειες χωρίς λόγο ώστε να επιτρέπει ελεύθερα σουτ στον αντίπαλο.
Προφανώς και ο Πόποβιτς θα πρέπει να προσαρμόσει τα θέλω του και τα πιστεύω του πάνω στο πως παίζεται το παιχνίδι με τον ελάχιστο χρόνο προετοιμασίας που έχει στην διάθεση του. Πολύ λιγότερα επιθετικά plays, περισσότερη έμφαση στην πιεστική άμυνα και τον αιφνιδιασμό…
Αντί επιλόγου: (Και) στον μαγικό κόσμο του ΝΒΑ οι ανθρώπινες σχέσεις παραμένουν περίπλοκες. Ο Πόποβιτς δεν ήταν ποτέ φίλος με τον Κολάντζελο, τον άνθρωπο που παίρνει τις αποφάσεις στην USA Basketball. Και μπορεί ο Ποπ με την αξία του να είχε κερδίσει το δικαίωμα να κοουτσάρει την εθνική ομάδα των ΗΠΑ, αλλά το ερώτημα ήταν αν θα μπορούσε να συνεργαστεί με τον Κολάντζελο. Είχαν προηγηθεί αρκετά, τόσο με την κόντρα των Σπερς με τους Σανς, όσο και με την απόφαση να πάρει την εθνική ο Σιζέφσκι χωρίς να προηγηθεί έστω μια συζήτηση με τον «Ποπ» αν και ήταν βοηθός του Λάρι Μπράουν στην Αθήνα το 2004. Τελικά, μια μεγάλη συζήτηση ανάμεσα στους δύο άντρες τον Ιούλιο του 2015 γεφύρωσε τις διαφορές τους και έγινε δυνατή η ανακοίνωση της συνεργασίας τους.
Επίσης το μεγαλύτερο πρόβλημα που δημιουργεί η επιλογή Πόποβιτς έχει να κάνει με την ηλικία του: Ο Ποπ είναι πλέον 67 χρονών και θα είναι πραγματική έκπληξη αν επιλέξει να μείνει στην θέση του ομοσπονδιακού προπονητή μετά τους ολυμπιακούς αγώνες του Τόκιο! Αρα μετά το 2020 η ίδια συζήτηση θα ξεκινήσει και πάλι…
Ηδη στο τραπέζι έχουν πέσει τα ονόματα των Ρίβερς (55), Στίβενς (40), Κερ (51) και Σποέλστρα (45), αλλά η λίστα των υποψηφίων μπορεί να γίνει πολύ – πολύ μεγαλύτερη, σχεδόν ανάλογη με εκείνη των παικτών που μπορούν να κάνουν την διαφορά στο διεθνές επίπεδο…
Τέλος, οι φήμες που κυκλοφορούν στο ΝΒΑ έλεγαν πως ο Πόποβιτς είχε αποφασίσει να παραιτηθεί από την θέση του στους Σπερς το 2019, όταν λήγει το συμβόλαιο του. Πιθανότατα η απόφαση του ν’ αναλάβει την εθνική ομάδα των ΗΠΑ να «σώσει» και το Σαν Αντόνιο που υπό άλλες συνθήκες θα έπρεπε να ψάχνει άμεσα για τον επόμενο προπονητή του…