Μία από τα ίδια και ο Σεπτέμβριος του 2016! Όπως κάθε χρόνο τέτοια εποχή δεν ξέρουμε ποιες θα είναι οι ομάδες που θα παίξουν στην Α1 και κατ’ επέκταση στις χαμηλότερες εθνικές (αλλά και τοπικές) κατηγορίες!
Από τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, κάθε καλοκαίρι και σε κάθε εθνική κατηγορία ανδρών και γυναικών βιώνουμε την ίδια κατάσταση:
Ομάδες που έχουν κερδίσει μέσα στο παρκέ την παραμονή τους ή, την άνοδο τους, δηλώνουν αδυναμία να συνεχίσουν σε αυτό το επίπεδο και στην καλύτερη περίπτωση μένουν εκεί που είναι. Στο κακό σενάριο κατεβάζουν ρολά και ξεκινούν από το μηδέν ή, ακόμη χειρότερα παύουν να υπάρχουν…
Για να μην βάλουμε στην εξίσωση και τον αστικό μύθο που λέει ότι υπάρχουν ομάδες που μένουν ή, ανεβαίνουν κατηγορίες μόνο και μόνο για να πουλήσουν την θέση τους σε κάποιους που για κάποιο ακατανόητο λόγο πληρώνουν για να παίξουν σε παραπάνω επίπεδο.
Το μπάσκετ, δυστυχώς, επιμένει το 2016 να λειτουργεί με τους όρους και τις συνθήκες που υπήρχαν στην χώρα από το 1990 ως το 2000, όταν το χρήμα έρεε άφθονο και η πορτοκαλί μπάλα έκανε πλούσιους δίκαιους και άδικους (δικαίως ή, αδίκως…)
Η γενικότερη εικόνα είναι τραγική: Εκατοντάδες σωματεία, που βάση του καταστατικού τους καλλιεργούν τον αθλητισμό, σε όλη την χώρα φυτοζωούν, αλλά για διάφορους λόγους δεν παραδίδουν τα όπλα. Σύλλογοι – φαντάσματα με ελάχιστους αθλητές, ακόμη λιγότερους προπονητές και εικονικές διοικήσεις, συνεχίζουν να υφίστανται σε καθεστώς αδράνειας ή, μηχανικής υποστήριξης περιμένοντας κάποιον που θα τους σώσει, ή, πιθανότατα διότι κάποιοι έχουν συμφέρον να φαίνεται ότι δραστηριοποιούνται στον χώρο.
Στην Ελλάδα της απόλυτης κρίσης (και όχι μόνο οικονομικής) , όπου ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, θα ήταν αφύσικο να πήγαινε καλά οτιδήποτε, πολύ περισσότερο μια «πολυτέλεια» της καθημερινότητας, όπως είναι ο αθλητισμός και πολύ περισσότερο ο επαγγελματικός (λέμε τώρα) αθλητισμός όπως εκφράζεται από τις ΑΕ που …παράγουν ποδόσφαιρο και μπάσκετ.
Στην ερώτηση «γιατί επιτρέπεται να υπάρχουν τόσο πολλές ομάδες – ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα – μέσα στις ίδιες περιοχές – γειτονιές» η μοναδική απάντηση που υπάρχει είναι ότι εδώ όλα γίνονται στην τύχη. Εδώ υπάρχουν σύλλογοι χωρίς διοικήσεις (για να εκμεταλλεύονται κάποιοι αθλητικές εγκαταστάσεις) ή, χωρίς αθλητικές δραστηριότητες (για να δικαιολογείται η ύπαρξη ακαδημιών) και πολλές άλλες στρεβλώσεις που έχουν προκύψει από την εγκατάλειψη της πολιτείας και την αδιαφορία των πολιτών.
Επειδή, όμως, όλοι στην Ελλάδα η δουλειά που κάνουμε καλύτερα από όλες είναι του αλλουνού, ας μιλήσουμε λοιπόν μόνο για το πρόβλημα που έχει το μπάσκετ, καθώς και το φετινό καλοκαίρι έχουμε φτάσει στο παρά πέντε και δεν ξέρουμε ποιοι θα παίξουν στην Α1 με το ντόμινο της αμφιβολίας για το αύριο και της ανοργανωσιάς να φτάνει φυσιολογικά στις υπόλοιπες κατηγορίες. Χρήματα δεν υπάρχουν, αλλά αυτή είναι η κορυφή του παγόβουνου! Τα ζητήματα που έχουν βάλει το καράβι του ελληνικού μπάσκετ σε πορεία συρρίκνωσης είναι δυστυχώς βαθύτερα από την φτώχεια:
•Η Α1 έχει μετατραπεί σε μια αδιάφορη λίγκα όπου όλοι ξέρουν πως στο τέλος της χρονιάς θα παίξουν για τον τίτλο Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός με τους χούλιγκαν να λύνουν ανέξοδα (για το ποδόσφαιρο που είναι η βασική τους «δουλειά») τις διαφορές τους στα κλειστά γυμναστήρια.
Οι υπόλοιπες 12 ομάδες, ακόμη και οι πιο ιστορικές, πανηγυρίζουν όταν κάνουν κάποια τυχαία νίκη επί των μεγάλων, ξέρουν ότι ακόμη και αν γίνει το θαύμα να πάρουν το πρωτάθλημα δεν έχουν δικαίωμα να παίξουν στην Ευρωλίγκα, έχουν ελάχιστο κόσμο στις κερκίδες, οι τοπικές κοινωνίες δεν τις στηρίζουν και όσοι για τους δικούς τους λόγους συνεχίζουν να ασχολούνται με την διοίκηση των ΚΑΕ δυσκολεύονται να εξηγήσουν ποιο είναι το κίνητρο τους.
•Το επίπεδο του μπάσκετ που παίζεται πλέον στην ελληνική Α1 είναι τόσο χαμηλό, ώστε παίκτες που επί χρόνια συμμετείχαν στην Β’ Εθνική και την Α2 στέκονται πλέον στην μεγάλη κατηγορία. Η, βελτιώθηκαν με μαγικό τρόπο ή, οι απαιτήσεις των ομάδων έπεσαν δραματικά.
•Ο μέσος όρος ηλικίας των Ελλήνων παικτών που παίζει στην Α1 κάθε χρόνο αυξάνεται. Νέος παίκτης δεν εμφανίζεται παρά μόνο στο ζέσταμα.
•Οι ξένοι παίκτες που έρχονται στην Ελλάδα είναι από το πιο κάτω ράφι που υπάρχει. Ρούκι που δεν βρήκαν πουθενά αλλού δουλειά, βετεράνοι που το έχουν κόψει και προσπαθούν να επιστρέψουν, παίκτες με θέματα νοοτροπίας και συμπεριφοράς που δεν τους δέχονται πουθενά αλλού. Εννοείται ότι παίρνουν ελάχιστα χρήματα.
•Το παντελώς αποτυχημένο μοντέλο της Α1 που οδηγεί μόνο σε αδιέξοδα – δυστυχώς το ακολουθούν και οι χαμηλότερες κατηγορίες. Α2, Β’ Εθνική, Γ’ Εθνική ακόμη και τα τοπικά πρωταθλήματα είναι μικρογραφίες της Α1. Οι παίκτες παριστάνουν ότι είναι επαγγελματίες, οι ομάδες λειτουργούν λες και είναι επαγγελματικές, κοροϊδεύουν οι μεν τους δε και η ζωή συνεχίζεται.
•Όπως δεν υπάρχουν νέοι παίκτες έτσι έχουν εξαφανιστεί και οι παράγοντες – εθελοντές που υπηρετούν τον αθλητισμό ή, το μπάσκετ, απλά επειδή το αγαπούν και θέλουν να προσφέρουν στην ομάδα τους είναι είδος που έχει εξαφανιστεί. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις που υπάρχουν απλά επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Την θέση των παλιών – κλασσικών παραγόντων έχουν πάρει οι μπαμπάδες που στο πίσω μέρος του μυαλού τους βρίσκεται η άποψη πως αν ελέγχουν ένα σύλλογο τότε θα παίζει το παιδί τους, θα δείξει το ταλέντο του και μετά αν δεν πάει στο ΝΒΑ, τουλάχιστον Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό τους έχει σίγουρους.
•Το χειρότερο όλων είναι πως παρά το γεγονός ότι έχουμε πιάσει πάτο ως ελληνικό μπάσκετ, κατά βάθος πιστεύουμε ότι είμαστε πολύ σπουδαίοι με αποδεικτικό στοιχείο ότι (κάποιοι) Ελληνες προπονητές βρίσκουν δουλειά στο εξωτερικό. Οι τελευταίες επιτυχίες των αιωνίων και της εθνικής ομάδας (που μάλλον έχουν κοινούς πρωταγωνιστές αν το καλοσκεφτούμε) έγιναν κάποια χρόνια πριν, έχουν αρχίσει να ξεθωριάζουν, αλλά εμείς μένουμε γαντζωμένοι εκεί.
•Tην ίδια στιγμή όλος ο υπόλοιπος κόσμος προοδεύει (και στο μπάσκετ) με διαστημικής ταχύτητα, αλλά εμείς συνεχίζουμε τα ίδια και τα ίδια. Απλά κάνουμε ότι δεν βλέπουμε ότι μας προσπερνάνε πλέον οι Φινλανδοί, οι Εσθονοί και οι Ισλανδοί…
Κάποια στιγμή θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι χρησιμοποιούμε την οικονομική κρίση σαν άλλοθι για να δικαιολογήσουμε τα χάλια μας. Κάποια στιγμή πρέπει να επιστρέψουμε στα βασικά και να ξεκινήσουμε πάλι από το μηδέν με σεβασμό στις αρχές, με σεβασμό στην προπόνηση, στην ομαδικότητα, την αξιοκρατία.
Σεβασμός!
Να μια λέξη που είναι πλέον παντελώς άγνωστη στην πατρίδα μας (όχι μόνο στο μπάσκετ) και αν θέλουμε να αλλάξουμε κάτι θα πρέπει να ξεκινήσουμε από εκεί. Ας μάθουμε τα παιδιά μας – τα οποία είναι τα τελευταία που φταίνε για ότι συμβαίνει – τι σημαίνει σεβασμός.
Πρόσφατα σε ένα ξενοδοχείο που φιλοξενούσε την εθνική ομάδα μπάσκετ U16 της Γαλλίας γίναμε μάρτυρες της ακόλουθης σκηνής: Πριν αρχίσει το πρωινό στην τραπεζαρία οι δώδεκα αθλητές πήγαν στο τραπέζι που έτρωγαν οι προπονητές και το υπόλοιπο σταφ, τους χαιρέτησαν όλους διά χειραψίας και τους είπαν καλημέρα! Και αυτό το σκηνικό επαναλαμβανόταν κάθε πρωί!
Πόσα ελληνόπουλα μπαίνουν σήμερα στο γήπεδο και δεν λένε καλησπέρα στους προπονητές και όσους τα περιμένουν εκεί; Δυστυχώς πολλά… Ας ξεκινήσουμε από εκεί και μετά μπορούμε να πάμε παρακάτω. Μόνο έτσι θα πολεμήσουμε την κρίση αξιών, την έλλειψη αυτοκριτικής, την διάθεση μας να μείνουμε στα ίδια και να περιμένουμε να μας σώσει ένα θαύμα…
Η σημερινή μορφή του επαγγελματικού μπάσκετ στην Ελλάδα (όχι μόνο στην Α1) είναι μια τελειωμένη υπόθεση γιατί πατάει σε σαθρά θεμέλια. Κι αν βρει φέτος χορηγό η Α1 δεν θα βρει του χρόνου. Το μπάσκετ στην χώρα μας πρέπει να πατήσει και πάλι γερά στα πόδια του, να αποκτήσει βάσεις και θεμέλια. Μετά θα έρθουν καλύτερες μέρες…