Ο Μανώλης Βογιατζάκης γράφει στο blog του για τον τερματοφύλακα της ΑΕΚ, αλλά και σε όσα συνέβησαν στον αγώνα της Ένωσης με την ΠΑΟΚ.

Αν αφήσει κάποιος όλα όσα συνέβησαν στο ντέρμπι της ΑΕΚ με τον ΠΑΟΚ για 94 λεπτά, ουσιαστικά μια φάση έκρινε το αποτέλεσμα και το τρίποντο της νίκης. Αυτή στο 94ο λεπτό της αναμέτρησης με τους μεν να πιστεύουν ότι όλα είναι “καθαρά” και δικαίως πρόσθεσαν τρεις βαθμούς στη συγκομιδή τους και τους δε να φωνάζουν για το αν η μπάλα πέρασε ή όχι την τελική γραμμή πριν ο βοηθός δείξει κόρνερ αντί για άουτ από το οποίο προήλθε το γκολ της νίκης των γηπεδούχων. Όλοι είδατε τη φάση και βγάλατε τα συμπεράσματά σας. 

Ένα από τα πρόσωπα όμως που πρέπει να σταθούμε είναι ο Γιάννης Ανέστης, λόγω της εντυπωσιακής παρουσίας που είχε μέσα σε μια καυτή έδρα όπως το γήπεδο της Τούμπας. Ο Έλληνας τερματοφύλακας έκανε εμφάνιση με την οποία χτύπησε την …πόρτα της Εθνικής ομάδας και δικαίωσε τόσο τον εαυτό του όσο και τον προπονητή του, Κώστα Καμπόλη, με τον οποίο δουλεύει εντατικά τα τελευταία χρόνια. Ο γκολκίπερ της ΑΕΚ ουσιαστικά είναι αυτός που με τις αποκρούσεις του κράτησε όρθια την Ένωση μέσα στο παιχνίδι. Στο 12′ λεπτό βγήκε έγκαιρα και δεν επέτρεψε στους γηπεδούχους να σκοράρουν. Στο 29′ έδιωξε σε κόρνερ το φάουλ του Λέοβατς. Στο 47΄απομάκρυνε τη μπάλα απ’ το σουτ του Ροντρίγκες και στο 77′ πρόλαβε την τελευταία στιγμή και πάλι τον ίδιο παίκτη σε ένα γεμάτο με φάσεις παιχνίδι γι’ αυτόν, στις περισσότερες απ’ τις οποίες κατάφερε να ανταποκριθεί. Αν μάλιστα δεν είχε συμβεί η φάση απ’ την οποία προήλθε το γκολ στο φινάλε των καθυστερήσεων, θα ήταν ο μεγάλος πρωταγωνιστής του ντέρμπι των Δικεφάλων.

Σε ότι αφορά στην εικόνα του αγώνα, στο μεγαλύτερο διάστημά του η ΑΕΚ αρκέστηκε σε παθητικό ρόλο. Στο να προσπαθεί δηλαδή να μπλοκάρει τα ατού του ΠΑΟΚ (ιδιαίτερα στα άκρα), γι’ αυτό και ελάχιστες φορές κατάφερε να γίνει απειλητική προς την εστία του Γλύκου. Η πίεση στη μεσαία γραμμή απέδωσε καρπούς και οι γηπεδούχοι δεν μπόρεσαν να βγάλουν τις τελικές που είχαν σε προηγούμενα παιχνίδια.

Επιθετικά όμως η Ένωση δεν ήταν απειλητική, μέχρι τη στιγμή που πέρασε στο παιχνίδι ο Χριστοδουλόπουλος. Η ευκαιρία με τον Αλμέιδα στο τέλος του α’ ημιχρόνου ήταν η μοναδική ουσιαστική απειλή στην αντίπαλη εστία, ενώ αντίθετα όσο περνούσε η ώρα τόσο περισσότερο οι “κιτρινόμαυροι” έπαιρναν …θάρρος και μέτρα στον αγωνιστικό χώρο. Το γεγονός αυτό τους βοήθησε στο να δημιουργήσουν σημαντικές ευκαιρίες για γκολ, χωρίς όμως να τα καταφέρουν. Ο Χριστοδουλόπουλος με την είσοδό του βελτίωσε κάπως το τακτικό κομμάτι της ομάδας του, αφού πήρε τη θέση του Πατίτο Ροντρίγκες, ο οποίες ελάχιστες φορές κινήθηκε όπως έπρεπε προκειμένου να καλύψει τη θέση του και να δώσει βοήθειες στον Ντίντακ που “πάλευε” συνεχώς με δύο αντιπάλους. Τον Κάμπος και τον Μάτος. Γενικά ο Πατίτο έδινε ξανά την εντύπωση ποδοσφαιριστή …αλάνας και όχι γηπέδου κι αυτό επηρέασε αμυντικά την ομάδα του.

Εν κατακλείδι, η διαφορά της ΑΕΚ από την κορυφή της βαθμολογίας έφτασε τους εφτά βαθμούς και η αλήθεια είναι ότι πολύ δύσκολα πλέον γυρίζει η υπάρχουσα κατάσταση. Σε σχέση πάντως με την εικόνα που είχε η ΑΕΚ στο προηγούμενο ντέρμπι στο Γ. Καραϊσκάκης η αγωνιστική κατάσταση της Ένωσης ήταν σαφώς πιο βελτιωμένη και το γεγονός αυτό μόνο αισιόδοξα μηνύματα μπορεί να αφήσει για το μέλλον.