Λέω να κλείσουμε σήμερα ήρεμα και απλά, το κεφάλαιο που αφορά την εθνική μπάσκετ και την αποτυχία της στο προολυμπιακό τουρνουά του Καράκας. ʼλλωστε υπάρχουν αρκετά νέα δεδομένα που βοηθάνε στην καταγραφή χρήσιμων διαπιστώσεων και την εξαγωγή πολύτιμων συμπερασμάτων.

Κατ’ αρχήν μεσολάβησε η εντελώς ασυνήθιστη, για τα δεδομένα της ομοσπονδίας μπάσκετ, με τοπική επίθεση του αρχηγού των Εθνικών ομάδων Γ. Κολοκυθά, στον προπονητή Ηλία Ζούρο. Απλά για να δημιουργηθεί το απαραίτητο εξιλαστήριο θύμα ή και για να εξυπηρετηθούν σκοπιμότητες που ενδεχομένως έχουν να κάνουν με το ποιοι παραμένουν και το ποιοι έρχονται ( ή μάλλον επιστρέφουν.) στο σταφ της ομάδας;

Εξίσου (ή και περισσότερο) ασυνήθιστη, ήταν όμως και η αντίδραση της ομοσπονδίας μπάσκετ, η οποία με δηλώσεις κύκλων της (λέγε με Βασιλακόπουλο) αποδοκίμασε τις δηλώσεις Κολοκυθά, τονίζοντας ότι αφορούν προσωπικές του απόψεις. Ήταν η πρώτη φορά μετά από τόσα χρόνια που η ομοσπονδία άδειαζε τον υπεύθυνο των Εθνικών ομάδων.

Γιατί το έκανε λοιπόν; Νομίζω όχι γιατί μπορεί να έχει πολύ διαφορετικές απόψεις για τον Ζούρο. Το πιθανότερο είναι ότι ενοχλήθηκε από τη βιαιότητα της επίθεσης κατά του προπονητή, η οποία δεν ταίριαζε καθόλου στο στυλ που η ίδια ακολουθεί επί τόσα χρόνια. Κατόπιν η επίθεση Κολοκυθά δεν ήταν θεμελιωμένη, από  την άποψη ότι ο διοικητικός αρχηγός δεν παρακολούθησε την προετοιμασία, ούτε και συνόδευσε την ομάδα στη Βενεζουέλα!

Αν λοιπόν ο Ζούρος, απαντούσε «κι εσείς πως τα  μάθατε όλο αυτό κύριε Κολοκυθά;», ο τελευταίος τι θα έλεγε; Ότι δούλεψαν και πάλι τα γνωστά κυκλώματα των ρουφιάνων; Νομίζω, λοιπόν, ότι επί της ουσίας ο Κολοκυθάς ξεκίνησε με τις δηλώσεις του το παιχνίδι της διαδοχής, δείχνοντας με απροκάλυπτο  τρόπο, ότι εκλεκτός του δεν είναι άλλος από τον Γιαννάκη. Και νομίζω ότι από εδώ και εμπρός αυτό θα είναι το ισχυρότερο σημείο τριβής, μέχρι- αργά ή γρήγορα – να επιλέγει ο διάδοχος του Ζούρου.

Έτσι που εξελίχθηκαν πάντως τα πράγματα δεν νομίζω ότι ένας πραγματικά καινούριος προπονητής όσο ικανός και αν είναι, θα μπορέσει να πετύχει μέσα στο άρρωστο εδώ και καιρό περιβάλλον της Εθνικής ομάδας. Πράγμα που σημαίνει ότι η «επίσημη αγαπημένη» χρειάζεται πολύ περισσότερα από ένα καινούριο και ικανό προπονητή.