Τέρμα τα αστεία. Αλυσοδέστε τον Κατσικάρη. Βάλτε τον να σας υπογράψει πολυετές συμβόλαιο. Όχι αύριο, χτες.

Χωρίς την παραμικρή διάθεση να μειώσω την απολαυστική παράσταση των διεθνών κόντρα στους Κροάτες, ο διοπτροφόρος Φώτης είναι ανάγκη να γίνει ο επόμενος σταθερός προπονητής της ομάδας, μετά τον Παναγιώτη Γιαννάκη.

Όχι γιατί αποκτήσαμε κάτι χειροπιαστό με το 4/4, πέρα από την κατάταξη σε μία από τις δύο πρώτες θέσεις του ομίλου μας. Το είπε και ο Κώστας Παπανικολάου στις πρώτες του δηλώσεις: “σου έρχεται μια φάπα στο πρώτο χιαστί και ξεχνιούνται όλα”.

Όλα;

Μπορεί αυτοί που μετρούν τις διακρίσεις αποκλειστικά σε μέταλλο να σβήσουν μονοκοντυλιά όσα προηγήθηκαν, σε περίπτωση που, ω μη γένοιτο, η γαλανόλευκη στραβοπατήσει νωρίς. Αλλά, με το χέρι στην καρδιά, ποια ήταν και ακόμα είναι η πραγματική αποστολή της εθνικής ομάδας στην Ισπανία;

Το μετάλλιο; η τέταρτη, η πέμπτη, δεν ξέρω ποια θέση;

Όχι. Είναι η ανάκτηση της εμπιστοσύνης, η αναστήλωση του ηθικού, η τόνωση της αυτοπεποίθησης του πληγωμένου από τις διαδοχικές σφαλιάρες ελληνικού μπάσκετ. Ήταν και είναι να ξαναβρούμε το γόητρο που πληγώθηκε σημαντικά από την κάρτα ελευθέρας που κόστισε οκτώ κατοστάρικα και μας πήγε στα γήπεδα της Σεβίγια.

Η αποστολή είναι εν εξελίξει και το κισμέτ είναι ακόμη άγνωστο, όμως πρέπει να είναι κανείς τυφλός ή κακεντρεχής για να μην παραδεχτεί τα άλματα προόδου. Στην Ανδαλουσία έχει εμφανίστεί μια ομάδα γρήγορη, θεαματική, χαμογελαστή, παθιασμένη, αλληλέγγυα και πεισματάρα. Ένα γκρουπ αποφασισμένο να κάνει το παραπάνω, το έξτρα. Την έξτρα πάσα, το παραπάνω άλμα για να βοηθηθεί ο συμπαίκτης στο ριμπάουντ, την έξτρα φωνή για να αφυπνιστεί ο κοιμισμένος συμπαίκτης, την έξτρα βουτιά για να κυνηγηθεί η χαμένη μπάλα, την έξτρα αγκωνιά για να καταλάβει ο αντίπαλος ότι δεν αστειευόμαστε.

Μια Εθνική Ελλάδας που έλυσε επιτέλους το χειρόφρενο, σουτάρει στα 8΄΄ γιατί βρήκε καλές προϋποθέσεις, κινείται περισσότερο χωρίς τη μπάλα παρά με αυτή, απαλλάχτηκε από το δόγμα του pick n’ roll χωρίς να το απαρνηθεί ολότελα, μετατρέπει τους ψηλούς της σε πασέρ και τους παίκτες της σε χαμογελαστούς ανθρώπους που χαίρονται το παιχνίδι και δεν φοβούνται να πάρουν το ρίσκο που παίρνει κάθε παίκτης που αισθάνεται δυνατός και πρωταγωνιστής. Και παράλληλα δεν απαρνιέται την κληρονομιά της: δαγκώνει στην άμυνα, μοιάζει να παίξει με έξι όταν ξεκινά τις περιστροφές, παίρνει τα ριμπάουντ από τους ψηλότερους, χρησιμοποιεί την πονηριά της για να καλύψει τα κουσούρια της.

Σε ενάμισι μήνα, κύριοι. Και χωρίς να είναι καν άπαντες παρόντες στο προσκλητήριο.

Μια μέρα πριν το παιχνίδι με την Κροατία, ο Φώτης Κατσικάρης έλεγε “να μην ξεχάσουμε να το διασκεδάσουμε”. Δεν ξέρω αν το διασκέδασαν όντως οι παίκτες σου, senor, το σίγουρο είναι ότι εμείς οι απ΄ έξω, το χαρήκαμε με την ψυχή μας.

Λίγο αργότερα, ο Γιάννης Μπουρούσης στάθηκε μπροστά στις κάμερες και ζήτησε αντρίκεια συγγνώμη για μια συμπεριφορά του όταν έγινε αλλαγή. Δεν το έκανε γιατί “θα του έγραφαν διάφορα”, χέστηκε, με το συμπάθειο κιόλας. Το έκανε για τον προπονητή, κι αυτό λέει πολλά.

Τα μέλη της ελληνικής αποστολής δεν έχουν καμία δουλειά να σκέφτονται το μέλλον. Το παρόν, το παιχνίδι με την Αργεντινή, είναι προ των πυλών. Νίκη, πρωτιά, αήττητο, φέρτε τώρα που άνοιξε η όρεξη και τα φτερά. Καβαλήστε τη στιγμή και αφήστε τη να σας πάει όσο πιο μακριά γίνεται, κύριοι με τα γαλανόλευκα.

Όμως επειδή η μπασκετική ζωή της Ελλάδας ούτε άρχισε, ούτε θα τελειώσει στην Ισπανία, είτε τερματίσει δωδέκατη είτε τρίτη, ας συνεχιστεί αυτό το γοητευτικό project που ξεκίνησε φέτος τον Ιούλιο. O προγραμματισμός, αν θέλει να λέγεται τέτοιος, οφείλει να είναι στιβαρός και ακλυδώνιστος από επιτυχίες και αποτυχίες. Ρωτήστε και τους Γερμανούς, που φέτος πήγαν στη Βραζιλία και έσπειραν τον φόβο και τον πανικό προτού γυρίσουν πίσω με την κούπα.

Με άλλα λόγια: αλυσοδέστε τον Φώτη. Χτες.