Δεν πρόκειται να γίνει τίποτα σ' αυτή τη χώρα για δύο λόγους: ο πρώτος έχει να κάνει με την αδυναμία συμφωνίας στα αυτονόητα. Αυτονόητο είναι ότι σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα, δεν μπορεί να κινδυνεύουν ζωές.

“Ναι αλλά εσείς έχετε κάνει τη Ριζούπολη”, “εσείς είχατε τα χρόνια του Βαρδινογιαννισμού”, “εσείς είχατε τον Κόκκαλη”, “εσείς τον Μαντζαβελάκη”, “εσείς κάνατε τη Λαυρίου”, “εσείς τον Βόλο”, “εσείς ελέγχετε τη διαιτησία και τη σούπερ λιγκα”, “εσείς ψάχνετε δικαιολογίες για την ανυπαρξία σας” και η ζωή συνεχίζεται. Κι όσο γίνονται πράγματα “εναντίον” μας θα γκρινιάζουμε, και όσο γίνονται “υπέρ” μας, θα αντιμετωπίζουμε υπεροπτικά αυτούς που γκρινιάζουν. Κι όσο ψάχνουμε δικαιολογίες γι’ αυτά που κάνουμε, τόσο θα συνεχίσουμε να τα κάνουμε, μη μπορώντας να συμφωνήσουμε στα αυτονόητα. Όλα για το συμφέρον μίας ομάδας, ενός εμβλήματος. Αλήθεια, όλοι εσείς που συμμετέχετε σ’ αυτή τη φαρσοκομωδία μετατόπισης ευθυνών, είτε παράγοντες, είτε οπαδοί, ποια είναι η στάση σας για τα αληθινά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε ως κοινωνία; Γιατί είναι περίπου κωμικό, ένα δεύτερο πράγμα στη ζωή (σίγουρα το πιο όμορφο), να αντιμετωπίζεται ως ζήτημα ζωής και θανάτου. Την ώρα που δεν υπάρχουν νοσοκομεία, που το κράτος πρόνοιας είναι ανύπαρκτο, που η δικαιοσύνη και η αξιοκρατία απουσιάζουν παντελώς από παντού, είναι τουλάχιστον αστείο όλο αυτό που συμβαίνει στο ποδόσφαιρο.

Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την έλλειψη ενδιαφέροντος από πλευράς του ισχυρού, της κυβέρνησης δηλαδή να διορθώσει όλο αυτό που συμβαίνει. Πραγματικά είναι αστείο να διαβάζω ότι λίγες ώρες μετά τα γεγονότα της Λεωφόρου, η λύση είναι η διακοπή του πρωταθλήματος. Να φανταστώ, ότι αν πιάσουν κάποιους γιατρούς να λαμβάνουν φακελάκια στον Ευαγγελισμό, η λύση είναι να κλείσουν το νοσοκομείο. Ή αν οδηγούν μεθυσμένοι, προκαλώντας ατυχήματα, η λύση είναι να αφαιρεθεί το αλκοόλ από τα μαγαζιά ή να κλείσουν τα μαγαζιά.

Προφανώς η νέα κυβέρνηση έχει πολλά πράγματα να αντιμετωπίσει, σαφώς περισσότερης ζωτικής σημασίας. Ας πει λοιπόν ότι δεν έχει χρόνο για τον αθλητισμό, παρά να λέει πως η λύση είναι η διακοπή του πρωταθλήματος ή προτεραιότητα αποτελεί η απομάκρυνση της αστυνομίας από τους αγωνιστικούς χώρους. Σκέφτομαι αλήθεια, αν δεν υπήρχαν δυνάμεις στην Αλεξάνδρας, τι θα είχε γίνει; Από την άλλη βέβαια, ποιος αστυνομικός έλεγχος γίνεται και περνούν στο γήπεδο, περίπου αμέτρητα καπνογόνα και σχεδόν τριψήφιος αριθμός φωτοβολίδων; Επειδή ποτέ τα μέλη της κυβέρνησης μέχρι τις 25 Γενάρη δεν είχαν τη δύναμη της εξουσίας, ας αντιληφθούν ότι αυτοί έχουν και το μαχαίρι και το καρπούζι και μη μιλούν σαν να εξακολουθούν να είναι αντιπολίτευση.

Το θέμα της βίας είναι το πιο απλό, αρκεί να υπάρχει θέληση. Όλοι γνωρίζουν ποιοι δημιουργούν τα επειδόδια. Σχεδόν όλοι συνεργάζονται μαζί τους, με την ομπρέλα της προστασίας της ομάδας (σουλατσάρουν στα επίσημα ή στα αποδυτήρια ή στις επικίνδυνες εκτός έδρας αποστολές των ομάδων τους ή στον αγωνιστικό χώρο ως σεκιούριτι). Όλοι τους έχουν συνομιλητές τους!!!

ΥΓ. Από τη στιγμή που δεν πέθανε κανείς, όλα καλά. Τούλαχιστον τώρα η υποκρισία, δεν συνδυάζεται με την απώλεια μίας ζωής.

ΥΓ. 2: Με αφορμή όλο αυτό που έγινε με τον Περέιρα και την βόλτα του μπροστά από το πέταλο της 13, είναι πολύ εύκολο να κατηγορείς κάποιον για τη συμπεριφορά του. Θυμηθείτε όμως, πώς έχει αντιδράσει ο καθένας από εσάς, όταν κάποιος σας έχει βρίσει ή σας έχει επαγγελματικά μειώσει ή σας έχει απειλήσει. Εγώ, ποτέ δεν μπορώ να κακίσω έναν άνθρωπο που δέχεται επίθεση μέσα σε ένα γήπεδο και αντιδρά στην αθλιότητα. Πάντα θα είμαι στο πλευρό του Νικοπολίδη που κλώτσησε έναν οπαδό του ΠΑΟΚ, όταν οι τελευταίοι τον κυνηγούσαν στο γήπεδο της Τούμπας, του Περέιρα, όταν τον πλησίασε ένας οπαδός του Ολυμπιακού με full face, στη λήξη του φετινού νικηφόρου αγώνα του ΠΑΟΚ στο Καραϊσκάκης και ο επιθετικός του δικεφάλου τον χτύπησε. Θα αντιλαμβάνομαι το θυμό κάποιου όταν του λέει άνθρωπος εντός αγωνιστικού χώρου “να πεθάνουν τα παιδιά σου από καρκίνο” και εκείνος δεν κάθεται να τον κοιτάξει. Και παραείναι ψύχραιμοι. Η αθλιότητα είναι το θέμα μας, όχι η αντίδραση. Και κάποια στιγμή, ας τελειώσουμε το παραμύθι με αυτόν τον υπέροχο κόσμο.

Αν το ποδόσφαιρο έχει μία τύχη στην Ελλάδα, ως προς το κομμάτι της βίας, αυτή είναι να αλλάξει ο κόσμος που πηγαίνει στο γήπεδο. Όλοι αυτοί δηλαδή που βρίσκουν την ευκαιρία της κοινωνικής τους υπόστασης, συμμετέχοντας στη μάζα των οργανωμένων οπαδών. Και μ΄αυτό τον τρόπο καταστρέφουν και τους οργανωμένους, καθώς δεν είναι όλοι ίδιοι…