Η ήττα του Ολυμπιακού στο Μπάμπεργκ και η Ευρωλίγκα που είναι το πρωτάθλημα που μας υπενθυμίζει πράγματα που στην Ελλάδα έχουμε ξεχάσει. Ο Χρήστος Καούρης γραφει λίγο πριν μπει στο αεροπλάνο της επιστροφής από τη Βαυαρία.

Ο  Αντρέα Τρινκέρι το είχε αποφασίσει από την προηγούμενη εβδομάδα, όταν η ομάδα του είχε συλλέξει την 4η νίκη της επί της Εφές στη Μπρόζε Αρένα. Είχε μπροστά του Ρεάλ στη Μαδρίτη και Ολυμπιακό στη Γερμανία και ήξερε καλά πως διεκδικώντας δύο ματς, είχε καλές πιθανότητες να μείνει μόνο με τις εντυπώσεις. Αλλά για τον Ιταλό και τη Μπάμπεργκ, οι εντυπώσεις έχουν σταματήσει να αρκούν πολύ καιρό τώρα. 

Έτσι μοίρασε τον χρόνο συμμετοχής, ξεκούρασε τον Μέλι (19:04), τον Ζήση (16:50) και έστειλε στο παρκε τον Στάιγκερ να σουτάρει τρίποντα. Για μια ομάδα σαν τη Μπάμπεργκ, μια συντριβή στη Μαδρίτη δεν σημαίνει και πολλά. Αν του έλεγαν κάτι, το πολύ να τους έδειχνε το αποτέλεσμα του Μπάρσα – Ρεάλ και να τελείωνε. Ο στόχος έβγαζε μάτια: κρατηθείτε για τον Ολυμπιακό. 

Για ένα ολόκληρο ημίχρονο, το περίσσευμα ενέργειας ήταν φανερό. Σε κάθε προσωπική μονομαχία, ορφανή μπάλα, δεύτερο άλμα. Η Μπάμπεργκ έβαλε 48 πόντους στον Ολυμπιακό στο ημίχρονο με όχι παράλογη με βάση την εικόνα του αγώνα ευστοχία. Η ίδια ομάδα που κρατούσε τους τέσσερις προηγούμενους αντιπάλους της στο 43% στο δίποντο, είδε τη Μπρόζε να σουτάρει 74%! Επιτέθηκε ανηλεώς και στοχευμένα στον Σπανούλη με τον Κοζέρ, βρήκε αναμενόμενη ποιότητα από τον Μέλι και σταθερό χερι απο Στρελνιεκς και Ζήση. Στην άμυνα, η ενέργεια του Ντάνιελ Τάις ξεχώρισε, αφού ο λιπόσαρκος φόργουορντ είχε τα πλάγια βήματα για να κερδίσει αρκετες μάχες από τον Σπανούλη. Ο Ολυμπιακός αντεπιτέθηκε με μανιασμένη άμυνα στην τρίτη περίοδο, αλλά παραδόθηκε γρήγορα μολις ζεστάθηκε ο Ντάριους Μίλερ. 

¨Και;¨, θα ρωτήσουν οι διψασμένοι για λαϊκά δικαστήρια. ¨Ποιος φταίει; ποιόν να στήσουμε απόψε στο απόσπασμα;¨

Αν υπάρχει μια ανεκτίμητη υπηρεσία που προσφέρει η Ευρωλίγκα στην ελληνική μπασκετική κουλτούρα, από την καθιέρωση του Top 16 δε δύο ομίλους και έπειτα, αυτή είναι η απενοχοποίηση της ήττας ως μέρος του παιχνιδιού. Σκεφτείτε το. Το ποδόσφαιρο έχει σχεδόν μόνιμο πρωταθλητή του οποίου οι ήττες συμβαίνουν με ρυθμο των χιονοπτώσεων στο λεκανοπέδιο Αττικής. Στο εγχώριο πρωτάθλημα μπάσκετ μία έστω ήττα εκτός ¨αιώνιου¨ντέρμπι τις περισσότερες φορές απώλεια της πρώτης θέσης. Έδω και χρόνια, πρωταθλητισμός στον ελληνικό αθλητισμό σημαίνει να μη χάνεις. Ποτέ. 

Αντίθετα, το φετινό πρωτάθλημα της Ευρωλίγκας δίνει αληθινά μαθήματα πρωταθλητισμού. Πως ένα σερί νικών είναι αδύνατο να μη δημιουργήσει ευφορία που σε κάνει ευάλωτο. Πως ο τραυματισμός ένος παίκτη – κλειδί μπορεί να φέρει κατάρρευση, σαν αυτή  της Ρεάλ όταν συνετρίβη από την Νταρουσάφακα, ή με τη Φενέρ που χωρίς τον Μπογκντάνοβιτς έχει χάσει τη γεωμετρία της. Πως το πρόγραμμα έχει τη δική του δυναμική: η Μπάμεργκ σταμάτησε το σερί του Ολυμπιακού, ο Ερυθρός Αστέρας έλιωσε τη Ρεάλ, και πάει λέγοντας. Η ΤΣΣΚΑ είναι η μόνη που συνεχίζει χωρίς τέτοιες ιστορίες, αλλά για αυτό περισσόττερο ευθύνονται οι θίασοι του Μιλάνου και του Τελ Αβίβ. Ακόμα, πως μπορεί σε ένα ματς να πέσεις σε μια βραδιά καριέρας ενός σταρ και να χάσεις, ρωτήστε και τη Μπασκόνια όταν βρήκε απέναντι της τον Σπανούλη. Από την επόμενη σεζόν, υποψιάζομαι πως τα ρεπό σε παίκτες θα ξεκινήσουν να είναι μια απολύτως απαραίτητη πραγματικότητα. 

Ο Αντρέα Τρινκέρι δεν θα παραδεχτεί ποτέ δημόσια πως ¨διάλεξε παιχνίδι¨. Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος δεν θα δώσει ποτέ μπροστά σε μικρόφωνο το άλλοθι της κούρασης και της φθοράς στους παίκτες του, και ορθώς θα πράξει. Όλα αυτά είναι μέρος του παιχνιδιού, στο οποίο λίγες ήττες είναι καταστροφή και άλλες τόσες νίκες είναι θρίαμβοι. Σε αυτό το νέο, ενδιαφέρον και διδακτικό πορτοκαλι οικοσύστημα, εκπαιδευόμαστε όλοι: παίκτες, προπονητές, δημοσιογράφοι, διοικητικοί παράγοντες και φίλαθλοι. 

Και κάπως έτσι, στην Ελλαδίτσα που έχει συνδυάσει την ήττα με ατίμωση και προσβολή, η αμερικανική έκφραση μας κλείνει το μάτι: ¨Nobody wins them all¨. 

¨Κανείς δεν τα κερδίζει όλα¨. 

Και αν ρωτήσετε τον Ολυμπιακό του ´12 και του ´13, τη Μακάμπι του ´14, τη Ρεάλ του ´15 και (λιγότερο, αλλά όχι καθόλου) την ΤΣΣΚΑ του ´16, θα σας απαντήσουν ότι δεν θα ήταν δυνατόν να φτάσουν στο τέλος αν δεν γρατσουνίζονταν στην αρχή.