Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι πως η Μπάρσα έγινε φέτος ακριβώς αυτό, όχι γιατί ήθελε – κανείς δεν θέλει να υποφέρει – αλλά γιατί αναγκάστηκε μέσα σε ένα κυκεώνα προβλημάτων.
Πρώτα έχασαν τον Λαπροβίτολα, μετά τον Μέτου για δύο μήνες, τον Βέσελι κοντά για τρεις, ενδιάμεσα ήρθε ο Ραούλ Νέτο και χτύπησε κι αυτός σε δευτερόλεπτά, ο Νούνιεθ αποχαιρέτησε τη σεζόν με πρόβλημα στο γόνατο και ο Μέτου αφού γύρισε τσάκισε τον αχίλλειο του. Στη διάρκεια της σεζόν βρέθηκαν εκτός της 10άδας στην Ευρωλίγκα, καρδιοχτύπησαν για να προλάβουν την 8η θέση στο πρωτάθλημα και να προκριθούν στο Copa del Rey και έπαιζαν μονίμως με μια δαμόκλειο σπάθη πάνω από τα κεφάλια τους. Πιο πολύ από όλους ο προπονητής: ο Ζοάν Πενιαρόγια είδε μαντίλια να βγαίνουν στο Παλάου, την οικονομική δυσπραγία του συλλόγου να παίζει ρόλο στην παραμονή του στον πάγκο, κι όμως κατάφερε να προσγειώσει την Μπάρσα στην 5η θέση της Ευρωλίγκας. Δεν θα πάρει κανένα βραβείο, αλλά δεν είναι μικρό πράγμα.
Ο Ισπανός εντρεναδόρ έβρισκε λύσεις καθ΄ οδόν. Πάρκαρε τον Μπίλι Ερνανγκόμεθ και έβαζε τον Μέτου πεντάρι, έφτιαξε πεντάδες με τους Μπριθουέλα-Πάντερ μαζί όταν χτύπησε και ο Νούνιεθ, έδωσε ρόλο και ευθύνες στον Τζοέλ Πάρα και τον είδε να τρυπάει το ταβάνι του με μερικές εκτός προγράμματος εμφανίσεις. Την ίδια στιγμή ο Πάντερ ήταν ο ηγέτης του γκρουπ, αυτός που θα έκανε ό,τι χρειαζόταν για να έρθει η νίκη – θυμηθείτε τις λυσσαλέες άμυνες του στο Παλάου απέναντι στον Παναθηναϊκό.
Κοντολογίς, η Μπάρσα σκλήρυνε και έγινε ατσάλι στην πορεία. Έκλεισε τη σεζόν με 6/7 και μοναδική ήττα στον πόντο από τη Μπάγερν, κέρδισε στο Βερολίνο, το Μιλάνο, την Πόλη (Φενέρμπαχτσε). Σπανίως επικρατούσε εύκολα, χωρίς να είναι το ματς ανοιχτό στο 30΄ – δεν είναι αυτή η δυναμική της πια μετά από τόσες απώλειες. Στην πορεία βρήκαν τον τρόπο να κερδίζουν τα κλειστά ματς, αυτά που παραμένουν η ανοιχτή πληγή τους, ειδικά κόντρα στη Ρεάλ.
Τη Μονακό δεν την φοβούνται. Την έχουν κερδίσει δύο φορές φέτος, μία νωρίς στη σεζόν, σχεδόν πλήρεις, τη δεύτερη με το μαχαίρι στο λαιμό και ένα ασύλληπτο ματς του Μπριθουέλα. Τους έβαλαν 86 στην Καταλούνια, 98 στο πριγκιπάτο. Εδώ που έφτασαν, βλέπουν την πιθανότητα του φάιναλ φορ ως ρεαλιστική, και γιατί όχι δηλαδή.
Η Μονακό είναι ένα κινούμενο αίνιγμα, Τζέκιλ και Χάιντ, μια συνεχής αρρυθμία. Συγκεντρωμένη και σκληρή, είναι ικανή να κερδίσει οπουδήποτε: μόνο αυτή και η τρελιάρα Παρί κέρδισαν και τα δύο τους ματς στην Ελλάδα φέτος. Είναι όμως και αναξιόπιστη και όχι ακριβώς σε φουλ φόρμα ενόψει της post season – για να κλείσουν την τετράδα μετά την ήττα από τον Παναθηναϊκό χρειάστηκε να σουτάρουν 37 βολές στο γαλλικό ντέρμπι με την Ασβέλ. Το «μία σου και μία μου» ζευγάρωμα των Οκόμπο-Τζέιμς έχει περισσότερες μέτριες παρά καλές βραδιές και η τρύπα στο «4» παραμένει εδώ και χρόνια ανοιχτή. Από την άλλη, η απόκτηση του Τάις έκλεισε το θέμα στο «5» μια και καλή: η μονομαχία του Γερμανού με τον Βέσελι θα είναι ένα από τα highlights της σειράς.
Καμία από τις δύο έδρες δεν είναι φόβητρο. Αμφότερες έγραψαν 11-6 στη regular, δηλαδή τις λιγότερες εντός έδρας νίκες ανάμεσα στις 10 πρώτες ομάδες της κατάταξης μαζί με την Παρί. Και οι δύο είναι ικανές να κερδίσουν εκτός έδρας με την ίδια άνεση (10 εκτός έδρας νίκες η Μονακό, 9 η Μπάρσα). Η σειρά μάλλον θα παιχτεί στη λεπτομέρεια, το ένα χαμένο σουτ, τη μία σωστή ή λάθος απόφαση.
Στα 34 του χρόνια, ο Μάικ Τζέιμς ξέρει ότι δεν θα έχει πολλές ευκαιρίες ακόμη να διεκδικήσει τον τίτλο. Αν η Μονακό φτάσει στο Άμπου Ντάμπι, θα είναι γιατί αυτός θα της βγάλει τα εισιτήρια.