Υπήρχε μια εποχή που σ΄ αυτή τη χώρα τα ναρκωτικά δεν κυκλοφορούσαν στις γωνίες, ο ελεύθερος έρωτας δεν σκότωνε και οι πολιτικοί έλεγαν και μια στο τόσο αλήθεια. Εκείνη την εποχή που μοιάζει τόσο μακρινή όσο η εποχή των παγετώνων κυκλοφορούσαν όλες κι όλες δύο αθλητικές εφημερίδες. Το ΦΩΣ των σπορ που υπάρχει μέχρι σήμερα και η ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ που πριν από μερικά χρόνια έκλεισε τον κύκλο της και μπήκε στο χρονοντούλαπο των χαμένων εκδόσεων. Είναι πολύ δύσκολο για κάποιον που έχει γεννηθεί μετά το 1990 να αντιληφθεί το πνεύμα και τα δεδομένα της εποχής.
Δύσκολο ήταν και για μας ακόμη που βιώναμε εκείνα τα χρόνια τον εφηβικό ενθουσιασμό και το όνειρο να γίνουμε δημοσιογράφοι. Και δεν είμαστε λίγοι αυτοί που διαβήκαμε την πόρτα του κτιρίου της οδού Πειραιώς 9 και ανεβήκαμε στον 3ο όροφο με τον παμπάλαιο ασανσέρ. Εκεί σε ένα όροφο όλο κι όλο ήταν στεγασμένα τα γραφεία του ΦΩΤΟΣ. Το γραφείο του κυρ Θόδωρου, το άδυτο των αδύτων ήταν αριστερά στο βάθος όπως βγαίναμε από τον ανελκυστήρα.
Εκεί ήταν το ‘’αρχηγείο’’, το στρατηγείο του ανθρώπου που καυχιόταν ότι κουβαλούσε τους πρώτους ‘’τσίγκους’’ με τα φύλλα του δεκαπενθήμερου, αρχικά και ημερήσιου αργότερα ΦΩΤΟΣ σε καρότσι για να τα πάει στα τυπογραφεία. Και κατάφερε να στήσει μια μικρή αυτοκρατορία. Από τότε έλεγαν για τον κυρ-Θόδωρο ότι ήταν πάμπλουτος, ότι είχε δική του τη μισή Μύκονο και δεν ξέρω τι άλλο. Στα δικά μου μάτια, τα μάτια ενός 16χρονου ‘’αρουραίου’’ της δημοσιογραφίας ήταν κάτι το άπιαστο.
Ήταν ο αυτοδημιούργητος, ο εκδότης, ο δημοσιογράφος. Ένας δανδής της εποχής πάντα καλοντυμένος με το κουστούμι του, ένας κύριος με τα όλα του, τώρα που το αναλογίζομαι ήταν τότε 54 ετών αλλά μας έμοιαζε σαν ένας ‘’αιωνόβιος’’ Μαθουσάλας της δημοσιογραφίας. Ο κυρ-Θόδωρος που μας άνοιξε τις πόρτες της δημοσιογραφίας και μας έμπασε σε ένα σχολείο, όχι κρυφό αλλά φανερό. Λεφτά δεν βγάλαμε από το ΦΩΣ. Είχε πάντοτε σφικτή οικονομική πολιτική, δεν τα σκόρπαγε τα λεφτά για ψύλλου πήδημα, ένα φεγγάρι δεν έβαζε καν φωτογραφίες στην εφημερίδα γιατί θεωρούσε ότι ήταν περιττό έξοδο. Αλλά σε εκείνο το εργαστήρι εκκολαπτόμενων δημοσιογράφων μας έμαθε τις βασικές αρχές της δημοσιογραφίας. Σεβασμό στην είδηση, πως γίνεται ένα καλό ρεπορτάζ, να φτιάχνουμε τις πηγές μας, να σηκώνουμε το τηλέφωνο και να μαθαίνουμε τι συμβαίνει.
Ναι, το ΦΩΣ ήταν ‘’στρατευμένο’’. Υποστήριζε τον Ολυμπιακό που ήταν η μεγάλη αγάπη και το μεγάλο πάθος του κυρ-Θόδωρου. Αλλά υπήρχε τόση ελευθερία άποψης που δύσκολα μπορεί να την πιστέψει ο σημερινός 20χρονος που προσπαθεί να αναπνεύσει στον χειραγωγημένο τύπο της εποχής μας. Και όποιος δεν το πιστεύει αρκεί να ανατρέξει στα παλιά αρχεία των δύο εφημερίδων. Δεκάδες φορές μια μεγάλη νίκη του Παναθηναϊκού στην Ευρώπη ήταν πρώτο θέμα στο ΦΩΣ και το αντίστροφο ακριβώς συνέβαινε στο άλλο μεγάλο σχολείο της εποχής την ΗΧΩ. Και ο κυρ-Θόδωρος έμεινε πιστός σε αυτή την αρχή μέχρι την τελευταία μέρα της ζωής του. Παρέδιδε στους αναγνώστες του μια πλήρη εφημερίδα με όλα τα νέα, με όλες τις ειδήσεις, χωρίς κιτρινισμούς, χωρίς κραυγές, χωρίς τη νεόκοπη λογική ‘’εμείς πουλάμε οπαδιλίκι και σε όποιον αρέσει’’.
Κάθε απόγευμα περνούσε από τα γραφεία όλων των συντακτών, τους πείραζε, έλεγε τα δικά του, ζούσε και ανέπνεε μέσα στην εφημερίδα που ήταν κυριολεκτικά και μεταφορικά όλη του η ζωή. Στο τέλος έπαιρνε τον πίσω διάδρομο και κατέληγε στο τυπογραφείο, στους λινοτύπες της εποχής που δούλευαν σε κάτι θεόρατες μηχανές και ήταν ο μοναδικός που του επέτρεπαν να μπαίνει στο ‘’γκέτο’’ τους. Το ΦΩΣ εκείνης της εποχής είχε μαζεμένη την αφρόκρεμα των αθλητικογράφων. Τον αειθαλή Φαίδωνα Κωνσταντουδάκη που συνεχίζει μέχρι σήμερα στο μετερίζι της δημοσιογραφίας, τον συχωρεμένο αρχισυντάκτη Νίκο Ρατσιάτο, τον ‘’δάσκαλο’’ που είχε να το λέει όταν μετά ανοίξαμε τα φτερά μας και πετάξαμε μακριά ‘’από τα χεράκια μου περάσατε όλοι’’, τον Φύριο, τον Γαρυφαλάκη, τον Παπαγεωργίου, τον Καστρινάκη που ήταν διορθωτής, τον συχωρεμένο τον Νικήτα τον Γαβαλά, τον Τσώχο, τον Αντωνιάδη.
Και από δίπλα μια στρατιά ‘’συνεργατών’’, παιδιά στην εφηβεία ή λίγο μετά από αυτήν που ψάχναμε δικαίωμα στο όνειρο της δημοσιογραφίας. Από τη γενιά μας που σιγά σιγά περνάει στην….εφεδρεία, πρώτοι διαβήκαμε την πόρτα η αφεντιά μου και ο Σκουντής. Και μετά μόλις ανάτειλε η δεκαετία του ’80 ήρθαν κι άλλοι που όλοι πρόκοψαν, έγιναν καλοί δημοσιογράφοι: Παχάκης, Μελέκογλου, Μαρκάκης, Χαλέμος, ο Γιάννης ο Φιλέρης, ο Μένιος ο Σακελλαρόπουλος που κρυβόταν στους διαδρόμους της εφημερίδας και φώναζε πειρακτικά τον κυρ-Θόδωρο ‘’Μάο’’ και εκείνος καμωνόταν πως δεν καταλάβαινε ποιος ήταν.
Και άλλοι πολλοί που σήμερα τους ξέρετε γιατί τους διαβάζετε, τους βλέπετε ή τους ακούτε…Μια καραβιά παιδιά που ανδρώθηκαν δημοσιογραφικά στο ΦΩΣ. Μαζί με τον κυρ-Θόδωρο που έφυγε σήμερα πλήρης ημερών στα 92 του έσβησε και ένα κομμάτι της νιότης μας. Όχι μόνο της βιολογικής αλλά και της δημοσιογραφικής. Το κακό μαντάτο το διάβασα στη Ρόδο, μόλις έφτασα για τη μετάδοση του αγώνα Κολοσσού-Άρη και μου έμοιαζε απίστευτο: Γιατί ο κυρ Θόδωρος ήταν bigger than life που λένε και στην Αμερική. Ήταν εκεί πριν από όλους μας και πιστεύαμε ότι θα μείνει εκεί για πάντα…
Το 1983 αποφάσισα να φύγω από το ΦΩΣ και να πάω στον ΦΙΛΑΘΛΟ που μόλις άνοιγε λέγοντας ναι στην πρόταση του Νίκου του Καραγιαννίδη που έκανε ένα δικό του παιδομάζωμα. Πώς να το πει ο 20χρονος στον κυρ Θόδωρο; Πήγα δειλά-δειλα στο γραφείο του (ένα δεύτερο προσωπικό χώρο που είχε δίπλα στο λογιστήριο της εφημερίδας στη Σωκράτους) και κατέφυγα σε κάτι που μου έμοιαζε ως βολική ασπίδα. Να του πω μισή αλήθεια…Άρχισα να του λέω ότι ήθελα να ασχοληθώ με τις σπουδές μου και άλλα τέτοια.
‘’Να είσαι καλά, ευχαριστώ για όσα έκανες’’, μου είπες και ας είχα κάνει ελάχιστα. Και την ώρα που γύριζα ανακουφισμένος να κλείσω την πόρτα της πρώτης δημοσιογραφικής ‘’δουλειάς’’ μου συμπλήρωσε: ‘’Και όταν κλείσει η εφημερίδα που πας να ξέρεις ότι η πόρτα του κυρ-Θόδωρου θα είναι πάντα ανοιχτή για σένα’’. Ήταν το πρώτο ευχαριστώ που άκουσα για τη δουλειά μου και η πρώτη φορά που ντράπηκα τόσο πολύ. Ακόμη και στο τελευταίο ‘’μάθημα’’ μου άφησε κάτι στο μυαλό: Ποτέ ξανά σε διευθυντές ή εργοδότες μου δεν προσπάθησα να πω μισές αλήθειες.
Στο ΦΩΣ δεν ξαναγύρισα παρότι το 1996 μου έκανε μια πολύ δελεαστική –οικονομικά- πρόταση παίρνοντας με τηλέφωνο από τη Μύκονο και ανησυχώντας από την έκδοση πολλών αθλητικών εφημερίδων. ‘’Ελα να βοηθήσεις και για τα λεφτά μη σε νοιάζει’’, μου είπε. ‘’Σου χρωστάμε από το παρελθόν και από τον κυρ-Θόδωρο κανείς δεν έχασε’’. Το ποσό που μου είπε ήταν όντως μεγάλο. Δεν προέκυψε συμφωνία για λόγους ανεξάρτητους της κοινής θέλησης μας. Κάποια στιγμή σε ένα επετειακό φύλλο του ΦΩΤΟΣ έκανε αναφορά στους δημοσιογράφους που είχαν περάσει από την εφημερίδα με πολύ κολακευτικά σχόλια και για τους λόγου μου και για άλλα παιδιά.
Τον πήρα τηλέφωνο και τον ευχαρίστησα που με θυμήθηκε. ‘’Κάτι κάναμε και εμείς για σένα’’, μου είπε γελώντας ΄΄αλλά μια εφημερίδα είναι οι άνθρωποι της, η ψυχή τους’’. Σήμερα έσβησε ένα κομμάτι της παλιάς καλής αληθινής δημοσιογραφίας. Αυτής που μάθαμε και που αγκομαχάμε πια να υπηρετήσουμε σε εποχές που συνήθειο μας έγιναν οι κραυγές, οι οιμωγές και οι κατάρες. Λεφτά δεν βγάλαμε από το ΦΩΣ είναι η αλήθεια αλλά όσοι περάσαμε από τα μετερίζια του κυρ-Θόδωρου ένα είναι σίγουρο. Μάθαμε να αγαπάμε αγνά τη δημοσιογραφία, να πιστεύουμε στην αξία της αλήθειας και του δημοσιογράφου και στην δύναμη της είδησης. Και σε τούτες τις βασικές αξίες δεν έκανε εκπτώσεις ο κυρ Θόδωρος για αυτό και ήταν ο τελευταίος του είδους του, βγαλμένος από ένα δημοσιογραφικό εργοστάσιο που δυστυχώς έκλεισε εδώ και πολλά χρόνια.
Sit tibi terra levis…