Δύσκολο πράγμα, να υποδέχεται κανείς τη Ρεάλ με το πρέπει για συνοδεία. Στο ευκταίο σενάριο, ο Παναθηναϊκός θα είχε κερδίσει Παρτίζαν και Εφές και θα υποδεχόταν την πρωτοπόρο άνετος. Κοντολογίς, θα είχε εξασφαλίσει το ζειν πριν επιδιώξει το ευ ζειν. Δεν συνέβη.
Η επιστροφή στη θαλπωρή του Ο.Α.Κ.Α. θα ανεβάσει αυτονόητα τον δείκτη ενέργειας, ειδικά αν κανείς προσμετρήσει και την αυτονόητη αντίδραση μιας ομάδας που νιώθει τον τοίχο πολύ πιο κοντά στην πλάτη της από ότι πριν δύο εβδομάδες. Το απότομο πάτημα του γκαζιού δεν σημαίνει πως θα υπάρχει ανάλογη συγκέντρωση: μερικές φορές κανείς τρέχει στα τυφλά, απλώς γιατί πρέπει να τρέξει. Τέτοιου είδους πράγματα θα πληρωθούν πανάκριβα κόντρα σε μια ομάδα που ό,τι μπάσκετ και να παίξει, είναι στα όρια του αδύνατου να την πανικοβάλλεις.
Ο κόσμος θα παίξει το ρόλο του. Το ΟΑΚΑ θα είναι sold out, ο παλμός, η πίεση στον αντίπαλο, όλα θα είναι εκεί. Το κοινό θα τροφοδοτήσει την φυσιολογικά ανασφαλή αυτή την εποχή ομάδα του, αν μπουν και 2-3 σουτ στο ξεκίνημα θα βοηθήσει να φύγουν οι κακές σκέψεις. Όμως η εξίσωση διαβάζεται και ανάποδα, ως συνήθως. Η ομάδα θα χρειαστεί να δώσει λόγους στο κοινό να συντηρήσει τη φλόγα με το μπάσκετ: την οργάνωση, τις καλές εκτέλεσεις, την αυτοθυσία.
Αναδίδοντας ένα αίσθημα υπεροχής που παραπέμπει σε αρκετά παλιότερες εποχές, η Ρεάλ είχε την κρυμμένη ευλογία να χάσει ένα δικό της ματς κόντρα στη Φενέρ λυγίζοντας απέναντι στον συνδυασμό κόσμου – σκληράδας – στόχευσης που έβγαλε το παρκέ η Φενέρ. Στη θεωρία, ο Παναθηναϊκός δεν είναι ακόμα έτοιμος για να την κοιτάξει στα μάτια. Αλλά σε μια βραδιά, όλα γίνονται.