Ο Νικήτας Αυγουλής «σκιαγραφεί» το ζευγάρι Ολυμπιακός - Φενέρμπαχτσε και αναλύει τα ατού των «ερυθρολεύκων» στη σειρά των πλέι-οφ της Euroleague.

Βάση ονόματος και βάση της κατάστασης που είχε διαμορφωθεί τις τελευταίες τρεις αγωνιστικές, η Φενέρμπαχτσε, θεωρητικά, ήταν η πιο δύσκολη ομάδα που μπορούσε να βρεθεί απέναντι στον Ολυμπιακό, σε σχέση δηλαδή με την Ζαλγκίρις και την Μπασκόνια, που ήταν οι άλλες δύο υποψήφιες ομάδες.

Πρακτικά όμως, τα έξι συνολικά παιχνίδια του Ολυμπιακού στην κανονική διάρκεια απέναντι σ’ αυτές τις τρεις ομάδες, δείχνουν ότι τα πιο εύκολα βράδια τα πέρασε απέναντι στην τουρκική ομάδα. Δεν είναι μόνο το εύρος των νικών και στα δύο παιχνίδια, αλλά η εν γένη εικόνα των συγκεκριμένων αναμετρήσεων που έδειχνε καταφανώς πως η Φενέρμπαχτσε δεν μπορεί επουδενί να αντιμετωπίσει την ελληνική ομάδα. Δεν της ταιριάζει αγωνιστικά.

Ας δούμε λοιπόν επιμέρους τι είναι αυτό που κάνει τον Ολυμπιακό τόσο καλύτερο από την ομάδα της Κωσταντινούπολης. Αρχικά δεν υπάρχει παίκτης να ματσάρει τον Σάσα Βεζένκοφ. Δεν είναι σωματικό το θέμα, ούτε η αθλητικότητα που κάνει τον παίκτη του Ολυμπιακού τόσο δύσκολο στο να σταματηθεί. Αυτό που τον καθιστά κίνδυνο – θάνατο είναι η κίνηση του χωρίς την μπάλα η οποία απαιτεί από τον αντίπαλο οξυδέρκεια και αμυντικό φίλτρο που κανένας από τους παίκτες της Φενέρμπαχτσε δε δείχνει να διαθέτει.

Ο Μουσταφά Φαλ, είναι επίσης μία εξίσωση που δεν έχει εύκολη λύση για τον Δημήτρη Ιτούδη και την ομάδα του. Πέραν του ότι ο Φαλ, λόγω ύψους είναι δύσκολο να βρει αντίπαλο, ο Γάλλος πλέον παίζει τόσο καλά στο δημιουργικό κομμάτι της επίθεσης, με αποτέλεσμα να καθιστά τους ψηλούς της τουρκικής ομάδας αναποτελεσματικούς.

Επίσης, ο Σλούκας στα βράδια που η δημιουργία και η εκτελεστικότητά του είναι σε υψηλό βαθμό δεν έχει αναλόγου επιπέδου αντίπαλο από την πλευρά της τουρκικής ομάδας. Ούτε ο Ντόρσεϊ, ούτε ο Καλάθης πλέον, ούτε ο Γκούντουριτς μπορούν να τον περιορίσουν.

Υπάρχουν, όμως και μερικά θέματα που οφείλει και ο Ολυμπιακός να είναι προσεκτικός. Δύο παίκτες της Φενέρ βρίσκονται σε εκπληκτική κατάσταση τον τελευταίο καιρό και είναι ικανοί να τον πληγώσουν με την ίδια αποτελεσματικότητα είτε κοντά είτε μακριά απ’ το καλάθι. Πρόκειται για τον Χέιζ και τον Πιέρ.

Ο Χέιζ έχει ένα πολύ ιδιαίτερο post – up παιχνίδι με εκτέλεση από τα δυόμισι μέτρα που τον καθιστά πάρα πολύ επικίνδυνο. Την ίδια στιγμή το ποσοστό του στα τρίποντα στα τελευταία πέντε παιχνίδια πλησιάζει το 50%.

Ο Ντισόν Πιέρ από την άλλη εκτελεί με εξίσου μεγάλο ποσοστό πίσω από τη γραμμή των 6,75, ενώ τα επιθετικά του ριμπάουντ ανά παιχνίδι και τα δικά του τελειώματα μετά από αυτά τα ριμπάουντ μπορούν να κρίνουν μια ολόκληρη αναμέτρηση.

Εν κατακλείδι ο Ολυμπιακός έχει αποδείξει πως είναι καλύτερη ομάδα από την Φενέρμπαχτσε στην κανονική διάρκεια της σεζόν, όμως ο νόμος της Ευρωλίγκας είναι απαράβατος και ξεκάθαρος: «Δεν υπάρχουν εύκολα παιχνίδια».