Όποιος είχε κατατάξει τη Ζάλγκιρις πιο πάνω από τη 16η θέση να σηκώσει το χέρι του. Δεν ξέρω πόσα χέρια σηκώνονται από εσάς που διαβάζετε αυτές τις γραμμές, αλλά φαντάζομαι όχι πολλά.
Τίποτα πιο λογικό: έριχνε κανείς μια ματιά στο ρόστερ το Σεπτέμβρη και αναρωτιόταν το προφανές: «ποιος διάβολος θα σκοράρει σε αυτή την ομάδα; Πώς θα ξεπερνά τους 75, στην καλύτερη περίπτωση, πόντους;».
Ε λοιπόν, το έκαναν στο πρώτο τρίτο της σεζόν με τον Κίναν Έβανς να παριστάνει τον Ντέιμιαν Λίλαρντ και τον Εντγκάρας Ουλάνοβας να ντύνεται Πολ Τζορτζ. Αμφότεροι clutch στο τέλος των κλειστών αγώνων, αφού άλλο τρόπο δεν είχε η Ζάλγκιρις να κερδίζει παρά μόνο στο νήμα.
Όταν ο Έβανς έκοψε στα δύο τον αχίλλειο τένοντα του όλοι έριξαν τίτλους τέλους, όμως εκείνο το βράδυ οι απίθανοι Λιθουανοί έκαναν σκόνη και θρύψαλα κοτζάμ Φενέρμπαχτσε, έκλεισαν (κατά τη διάρκεια του αγώνα) τον Αϊζέα Τέιλορ και λίγες μέρες αργότερα (ή νωρίτερα – δεν είμαι σίγουρος και δεν έχει σημασία) τον Ακίλε Πολονάρα.
Και παρέμειναν, πιστοί στο πλάνο και στην καθοδήγηση του προπονητή τους, του αντιεμπορικού, αντι-τουριστικού, αλλά για μένα coach of the year Κάζις Μασκβίτις, οι άτεχνοι μπάσταρδοι της Ευρωλίγκας. Όταν στο πενθήμερο 24-29 Μαρτίου έχασαν από τον Ολυμπιακό στο Κάουνας και τη Φενέρ στην Πόλη, οι περισσότεροι τους ξεγράψαμε: «δεν προλαβαίνουν πια από τις 15 νίκες», είπαμε.
Είχαμε λόγο: μια ομάδα με τόσο λίγο ταλέντο έμοιαζε αδύνατο να κερδίσει και τα τέσσερα παιχνίδια που της απόμεναν, μεταξύ των οποίων δύο εντός έδρας με τις Μονακό και Μακάμπι. Αποδείχτηκε δυνατό και τα πρόσωπα των θεατών στο χθεσινό ψυχόδραμα του Μονάχου αναπαριστούν καλύτερα από κάθε λέξη τη διαδρομή των πράσινων από το Κάουνας. Με συνεχόμενα sold out στη Ζαλγκίριο Αρένα, εβδομάδες πριν τα παιχνίδια, με ή χωρίς πιθανότητες πρόκρισης. Με ένα από τα μικρότερα αν όχι το μικρότερο μπάτζετ στη διοργάνωση, αλλά με τεχνογνωσία και λογική: αν θέλεις να φτιάξεις μια αμυντική ομάδα, παίρνεις αμυντικογενείς παίκτες: τον Σμιτς και τον Χέιζ.
Η μοίρα τους έριξε στα νύχια της Μπαρτσελόνα, αλλά εδώ που τα λέμε, για αυτούς δεν έχει διαφορά: τι Μπάρσα, τι Ολυμπιακός, τι Ρέαλ. Στα χαρτιά, δεν έχουν παραπάνω από 20% να επιβιώσουν. Αλλά εδώ που τα λέμε, τόσες ήταν και οι πιθανότητες τους να προκριθούν στα πλέι-οφ το περασμένο φθινόπωρο. Μπορεί και λιγότερες.