Οι προσδοκίες ήταν μεγάλες, η προσμονή επίσης, όμως τα αποτελέσματα κάθε άλλο παρά τους δικαιώνουν. Ο Χρήστος Καούρης γράφει για αυτούς που περνούν κάτω από τον πήχη.

Μάριους Γκριγκόνις
Οι περισσότερο ένευσαν συγκαταβατικά στο άκουσμα της μετακίνησης του Λιθουανού στη Μόσχα. Αν μη τι άλλο, ο γεννημένος στο Κάουνας Γκριγκόνις έκανε πολλά για να δικαιολογήσει αυτή τη μεταγραφή στην τριετία που πέρασε στη γενέτειρα του. Από τους 8.7 πόντους το 18-19 στους 11.5 την επόμενη και τους 13.4 πέρσι, συνδυάζοντας τους μάλιστα με 3.3 ασίστ – όχι κι άσχημα. Το πράγμα ξεκίνησε στραβά με τον Γκριγκόνις να ταλαιπωρείται από πόντους στη μέση και να μπαίνει στη σεζόν μόλις την 9η αγωνιστική, όμως και η συνέχεια δεν ήταν καλύτερη. Από τότε ο 28χρονος γκαρντ έχει παίξει 9 ματς, έχει φτάσει μόλις σε ένα τους 10 πόντους και δυσκολεύεται χαρακτηριστικά να θυμίσει έστω κάτι από τον σταθερό, αποτελεσματικό εαυτό του, αυτόν που λάτρευε την ευθύνη στο φινάλε και κέρδιζε φάουλ με χαρακτηριστική ευκολία. Ώρες – ώρες ο Γκριγκόνις φαίνεται να δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στην ταχύτητα και την ένταση με την οποία παίζεται το παιχνίδι στο τοπ επίπεδο, λες και δεν μπορεί να πάρει μπρος χωρίς τις τρεις-τέσσερις αναγνωριστικές ντρίμπλες που στην Ζάλγκιρις είχε το ελεύθερο να πάρει ανά πάσα στιγμή. Η ΤΣΣΚΑ τον χρειάζεται, όμως δεν είναι σίγουρο πως έχει τον χαρακτήρα να επιπλεύσει σε μια less is more προσέγγιση του παιχνιδιού.

BALDWIN BAYERN BASKONIA

Γουέιντ Μπόλντγουιν
Ε λοιπόν, παλιόφιλε Γουέιντ, οι περισσότεροι από εμάς ξύναμε το κεφάλι μας με απορία όταν ακούσαμε ότι ο πιο βελτιωμένος παίκτης της περσινής Ευρωλίγκας αποφάσιζε να κάνει ένα βήμα προς τα κάτω και να συμφωνήσει με μια ομάδα με μεγαλύτερη ιστορία δε, αλλά χειρότερο μομέντουμ από την προηγούμενη. Και αν δεν έφτανε αυτό, αποφάσισες να αφήσεις τον πιο γλυκομίλητο διπλωμάτη της Ευρώπης Τρινκέρι για να μπλέξεις με τον δικτάτορα με την κοτσίδα (Ιβάνοβιτς). Ακόμα κι έτσι, το πράγμα πήγε όσο στραβά μπορούσε να πάει. Η ομάδα είχε ανάγκη από εσένα να γίνεις Χένρι και Βιλδόσα μαζί όμως το γλυκό δεν έδεσε ποτέ και οι 10.2 πόντοι που έβαζες μέχρι να έρθει ο Νέβεν Σπάχια ήταν με τραγικά ποσοστά. Τώρα θα παίζεις 35+ λεπτά ανά αγώνα, θα σε ρωτάνε αν θέλεις να βγεις, αλλά δεν είμαι σίγουρος αν αυτό συνιστά πρόοδο. Ρώτα και τον Ερτέλ σχετικά.

Μάρκο Γκούντουριτς
Επιστρέφοντας πέρσι στο Βόσπορο μετά, ο «Γκούντουρα» έμφανίστηκε πολύ πιο έτοιμος από ότι συνήθως συμβαίνει με τους παίκτες που επιστρέφουν από το ΝΒΑ και χρειάζονται λίγο ως πολύ χρόνο προσαρμογής πίσω στα ευρωπαϊκά δεδομένα. Προσθέτοντας το μέγεθος και την ποιότητα του στο δίδυμο Ντε Κολό – Βέσελι έγινε εύκολα ο τρίτος πόλος της ομάδας του Κοκόσκοφ και προϊόντος του χρόνου την μετέτρεψε σε μαύρο άλογο της κούρσας πριν ο κορωνοϊός διαλύσει τις πιθανότητες έκπληξης στα πλέι-οφ με την ΤΣΣΚΑ. Στη θεωρία ο Σέρβος θα έπρεπε να είναι σημαντικά καλύτερος φέτος έχοντας κάνει προετοιμασία και έχοντας αφήσει οριστικά πίσω του τη σκουριά από το Αμέρικα. Συν τοις άλλοις στην θέση του δεν έχει ιδιαίτερο ανταγωνισμό, όσο κι αν ο Μαριάλ Σαγιόκ έχει δείξει ενδιαφέροντα δείγματα. Εντούτοις το star status του Γκούντουριτς αργοσβήνει. Παίζει 7 λεπτά λιγότερα από πέρσι, το σκοράρισμα του είναι το λιγότερο ασταθές (8.8π, 37.5% τρίποντο, 5 ματς με λιγότερους από 6 πόντους), η επιλογές του στη δημιουργία δεν θέλγουν (2.3 ασίστ/1.8 λάθη). Αν η ομάδα κέρδιζε, τότε μπορεί να ήταν απλά ο αλτρουιστής σταρ που θυσιάζει τα νούμερά του προς όφελος της. Αλλά η Φενέρ είναι εύκολα, βάσει ρόστερ και προσδοκιών, η απογοήτευση του πρώτου γύρου και ο Γκούντουριτς δεν δείχνει αρκετά σημαντικός για να πιάσει έστω και λίγο το τιμόνι.

Σκότι Γουίλμπεκιν
Το σύνδρομο Μάικ Τζέιμς εμφανίστηκε στο Τελ Αβίβ, έχει προσβάλλει τον ούτως ή άλλως ευάλωτο Σκότι και ταλαιπωρεί την Μακάμπι και τον Σφαιρόπουλο. Τα χαρακτηριστικά του συνδρόμου είναι απλά. Όσο πιο πολλές ευθύνες και λιγότερος ανταγωνισμός, τόσο καλύτερα νούμερα που δεν μεταφράζονται σε ομαδική επιτυχία. Ο διασκεδαστικός Γουίλμπεκιν μετρά φέτος 15.2 πόντους, τον δεύτερο μεγαλύτερο μέσο όρο μετά τους 16.1 προ διετίας, όμως το κάνει με μόλις 39.6% ευστοχία εντός πεδιάς. Όμως τα νούμερα δεν λένε όλη την αλήθεια. Χάνοντας τους Ντόρσεϊ, Μπράιαντ, Τζόουνς και με τον Έβανς να μην έχει το ειδικό βάρος να εξισορροπήσει την κατάσταση, ο Γουίλμπεκιν παρασύρεται όλο και πιο συχνά σε ένα φάλτσο ρεσιτάλ κατάχρησης ντρίμπλας που παγώνει τους υπόλοιπους και μετατρέπει την επίθεση της ομάδας του στο γνωστό «τέσσερις κώνοι και ο Σκότι». Φυσικά δεν είναι ευθύνη του Αμερικανού που η Μακάμπι δεν έχει κανονικό πάουερ φόργουορντ την τελευταία διετία ή που οι δύο σέντερ της σχεδόν μοιράζονται τις ίδιες αδυναμίες και προσόντα. Όμως αν θέλει κανείς να λογίζεται στους κορυφαίους scoring point guards της Ευρώπης, θα πρέπει να το αποδεικνύει στο γήπεδο. Ο συμπαθής Αμερικανός έχτισε τα τελευταία χρόνια τη φήμη του clutch εκτελεστή του τελευταίου διλέπτου, όμως η τελευταία φορά που κέρδισε παιχνίδι για την ομάδα του ήταν στην πρεμιέρα.