Ο Δημήτρης Καρύδας αναλύει στο προσωπικό του blog τους δυο πρώτους προημιτελικούς του Παναθηναϊκού ΟΠΑΠ με τη Ρεάλ Μαδρίτης, οι οποίοι είχαν αρνητικό αποτέλεσμα για τους “πράσινους”.

Η πρώτη εβδομάδα των πλέι οφ της Ευρωλίγκα διαμόρφωσε μια εξαιρετικά δύσκολη συνθήκη για τον Παναθηναϊκό. Για Τρίτη φορά την τελευταία τετραετία τελειώνει αυτό τον πρώτο κύκλο αγώνων στο 0-2 και η ψυχρή λογική λέει ότι απ΄ αυτό το μαύρο πηγάδι δεν γλίτωσε ποτέ κανείς. Τις προηγούμενες 22 φορές που σειρά ξεκίνησε με 2-0 στα πλέι οφ της Ευρωλίγκα με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο τελείωσε υπέρ της ομάδας που πέτυχε τις σημαντικές πρώτες νίκες. Προφανώς, κάπως, κάπου, κάποτε αυτό θα σπάσει και θα συμβεί η μεγάλη ανατροπή, απομένει απλά να μάθουμε την ερχόμενη εβδομάδα αν ο Παναθηναϊκός μπορεί να γράψει το όνομα του σ΄ αυτή τη σελίδα ιστορίας.

Οι αγώνες της Μαδρίτης διέψευσαν αρκετές προσδοκίες και μπόλικα στερεότυπα. Και έφεραν στο επίκεντρο δύο παίκτες με διαφορετικό κέντρο βάρους. Τον Φακούντο Καμπάτσο από τη μια και τον Νικ Καλάθη από την άλλη. Ο Καμπάτσο, όχι μόνος του σίγουρα αλλά με σημαντική βοήθεια από τους συμπαίκτες του, αποτέλεσε τον Κρυπτονίτη που εξόντωσε τον Σούπερμαν του Παναθηναϊκού. Στη μυθολογία του σύμπαντος των κόμικς της DC ο Σούπερμαν είναι (περίπου) άτρωτος. Πιο δυνατός, πιο ψηλός, πιο επιβλητικός και σχεδόν ‘’αθάνατος’’. Αρκεί όμως ένα μικρό κομμάτι Κρυπτονίτη για να πάνε όλες αυτές οι ιδιότητες στο καλάθι των σκουπιδιών και ο υπερ-ήρωας να μετατραπεί σε κάτι αδύναμο και τρωτό. Ο Καμπάτσο αποδείχθηκε ο Κρυπτονίτης της Ρεάλ και η βασική επίδραση του πάνω στον ηγέτη του Παναθηναϊκού ήταν μια: ‘’Πείραξε’’ το μυαλό του Καλάθη, με την άμυνα που παίζει χάρη στο χαμηλό κέντρο βάρους του τον εκνεύρισε και τον οδήγησε σε δύο βραδιές όπου όχι μόνο δεν ήταν παράγοντας του παιχνιδιού (με εξαίρεση 6-7 καλά στο πρώτο ματς) αλλά αποτέλεσε ζημιογόνο παράγοντα.

Η ρεαλιστική προσέγγιση των πραγμάτων πάντως οδηγεί και σε ένα ακόμη συμπέρασμα: Δεν φταίει μόνο ο Καμπάτσο, ή ο Τέιλορ ή η σκυταλοδρομία ‘’φρουρών’’ που είχε την πολυτέλεια να επιστρατεύσει ο Λάσο στην εξόντωση του Καλάθη. Το τελευταίο εκπληκτικό δίμηνο ο Παναθηναϊκός πέτυχε εκτός από μια σειρά εντυπωσιακών νικών δύο ακόμη κατορθώματα: Δημιούργησε εντός και εκτός ομάδας την αίσθηση μιας αποφασισμένης σέχτας παικτών που παίζουν με το μαχαίρι στα δόντια και δείχνουν σίγουροι ότι μπορούν να νικήσουν κάθε αντίπαλο. Την ίδια εποχή ο Ρικ Πιτίνο κατάφερε να μασκαρέψει και να καμουφλάρει με μοναδική μαεστρία τις αδυναμίες της ομάδας του σε άμυνα και επίθεση. Κάπως έτσι, ο Παναθηναϊκός έμοιαζε να έχει τρυπήσει το ταβάνι. Σε μια χώρα που όλα τα θαύματα κρατάνε τρεις μέρες το θαύμα του Παναθηναϊκού άντεξε δύο μήνες.  Απέναντι στη Ρεάλ δεν υπήρχε αυτή η πολυτέλεια. Ότι δεν έκανε ο Καμπάτσο το έκανε ο….Ταβάρες. Ο θηριώδης σέντερ είναι στην ουσία μια άμυνα μόνος του. Η καλύτερα αποτελεί τον απόλυτο αμυντικό μηχανισμό σε μια εποχή που το στερεότυπο λέει ότι γίγαντες που βλέπουν τον κόσμο από τα 2μ.22 δεν έχουν θέση σε ένα μπάσκετ φτιαγμένο για ημίψηλους σέντερ του 2μ.05. Και μόνο η παρουσία του Ταβάρες που γεμίζει το κέντρο της ρακέτας ήταν αρκετή για να εξοντωθεί η επιθετική προσέγγιση του Πιτίνο. Τέλος τα κανονικά paint touches, τέλος τα εύκολα λέι απ, τέλος η δημιουργία από το χαμηλό ποστ. Σε κάθε επίθεση βλέποντας απέναντι τους τα 222 εκατοστά του Ταβάρες οι παίκτες του Παναθηναϊκού είτε τελείωναν φάσεις με αγχωμένα σουτ από μεσαία απόσταση, είτε πήγαιναν μερικά βήματα πιο πίσω. Και ξέρουμε όλοι πια πολύ καλά ότι μια ομάδα με 31-33% στο τρίποντο μπορεί μεν να σκοράρει κάποιες βραδιές αλλά όταν όλα λειτουργούν τέλεια και τα σουτ γίνονται όχι υπό πίεση χρόνου αλλά με ιδανικές συνθήκες.

Προφανώς και ο μέσος ημιμαθής κριτικός του καναπέ θα πει ‘’καλά όλα αυτά αλλά ο Καλάθης σούταρε 0/11 στον δεύτερο αγώνα’’. Ο Καλάθης είναι ένα κομπιούτερ από σάρκες όταν λειτουργεί με διαύγεια και ένας απολύτως θνητός παίκτης όταν εκνευρίζεται. Ηγέτης χωρίς στρατό δίπλα του δεν υπάρχει. Από τα πρώτα λεπτά του δεύτερου αγώνα φαινόταν κουρασμένος, απογοητευμένος και σε κάθε κοντινό πλάνο του Ισπανού σκηνοθέτη το πρόσωπο του έλεγε πολύ περισσότερα από ότι το επόμενο άστοχο σουτ. ΟΚ, η ζωή (και το μπάσκετ) δεν είναι κόμιξ. Αλλά ακόμη και στο σύμπαν του αήττητου Σούπερμαν ορισμένες φορές και απέναντι σε πολύ ισχυρούς εχθρούς χρειάζεται η σύμπραξη μερικών ακόμη υπερ-ηρώων που σχηματίζουν τη Justice League για να έρθει σε αίσιο τέλος η δύσκολη αποστολή. Ο Τόμας έδειξε τις αληθινές του αδυναμίες ειδικά στην άμυνα, ο Παπαγιάννης θύμισε τον άτολμο σέντερ του πρώτου μισού της σεζόν και ο φιλότιμος Ίαν Βουγιούκας δεν έφτανε για να αλλάξει η ισορροπία δυνάμεων. Ο Πιτίνο έχει παρκάρει μετά τον τραυματισμό του στον πάγκο τον Μήτογλου που η δύναμη και η μαχητικότητα του έδιναν κάποιες λύσεις και κάπως έτσι διαμορφώθηκαν οι συνθήκες για το 2-0. Η Ρεάλ την τελευταία τετραετία με τον πυρήνα των παικτών της να γερνάει επικίνδυνα έχει μεταλλαχθεί σε μια ομάδα που παίρνει υπεραξίες από την εμπειρία των σταρ της. Διαβάζουν καλύτερα το παιχνίδι, παίζουν άγριο ξύλο στην άμυνα και έχουν την υπομονή να κυκλοφορούν τη μπάλα μέχρι να βρουν τον ελεύθερο σουτέρ αντί να γονατίζουν τον αντίπαλο με ένα ασταμάτητο up tempo μπάσκετ. Δεν θα διαφωνήσω επί της ουσίας στο ελάχιστο με τις φωνές διαμαρτυρίας για τα σφυρίγματα του πρώτου αγώνα. Ειδικά ο καταλογισμός ενός αστείου φάουλ στον Γκιστ τη στιγμή που ο Παναθηναϊκός ήταν μπροστά με 67-72 και είχε πάρει τη μπάλα στα χέρια του ήταν υπόδειξη που αλλάζει τη ροή, τη φιλοσοφία και τις ισορροπίες ενός αγώνα. Από την άλλη όμως ας μου επιτραπεί να διαφωνήσω σε κάτι άλλο: ΤΗ στιγμή που ο ίδιος ο προπονητής διαχειρίζεται το κομμάτι ‘’διαιτησία’’ με υποδειγματικό τρόπο για να συντηρήσει την ηρεμία της ομάδας του δεν μπορεί να υπερθεματίζουν αυτοί που βρίσκονται έξω από την ομάδα. Όπως έγραφα τις προάλλες και για την περίπτωση του Ολυμπιακού όταν η υπόθεση διαιτησία ξεφεύγει από το διοικητικό επίπεδο και τους χειρισμούς της ομάδας και μπαίνει με οποιαδήποτε μορφή στα αποδυτήρια το μοναδικό που κάνει είναι να προσφέρει ένα εύκολο άλλοθι ήττας στους παίκτες. Τα υπόλοιπα τα αφήνω στην αδηφάγα λαϊκή κατανάλωση και στο παιχνίδι των επικοινωνιακών εντυπώσεων. Χωρίς επαναλαμβάνω επί της ουσίας να διαφωνώ στο γεγονός ότι ο Παναθηναϊκός αδικήθηκε στον πρώτο αγώνα.

Εδώ ίσως είναι και η διαφορά αντιμετώπισης από ομάδα σε ομάδα και από χώρα σε χώρα. Την περασμένη Τρίτη η Φενέρ ρίχνοντας επί 40 λεπτά αλύπητο ξύλο στη Ζάλγκιρις την ταπείνωσε με ένα εξευτελιστικό 76-43. Πέραν των συνηθισμένων δηλώσεων του Γιασικεβίτσιους με κάποιες αιχμές οι Λιθουανοί δεν καταναλώθηκαν σε διαιτητολογία. Εμφανίστηκαν ψυχολογικά και πνευματικά έτοιμοι στον δεύτερο αγώνα. Και αυτό τους έδωσε τη δύναμη να αντέξουν στο τελευταίο επτάλεπτο όταν η Φενέρ άρχισε πάλι να κτυπάει στο ψαχνό προσπαθώντας να γυρίσει από το -17. Δεν είδα πουθενά στα social media οργισμένες λαϊκές αντιδράσεις για το ‘’σφαγείο’’ του πρώτου σαραντάλεπτου παρά μόνο προβληματισμό και περίσκεψη για το -33. Και κανείς δεν μπορεί να πει ότι οι Λιθουανοί δεν καταλαβαίνουν τι βλέπουν ή είναι άσχετοι με το αντικείμενο. Στην Ελλάδα βεβαίως οι όποιες ψύχραιμες φωνές και τοποθετήσεις είναι καταδικασμένες να πνίγουν στον ορυμαγδό των κραυγών.

Αντί επιλόγου: Ξεκάθαρα ο Παναθηναϊκός είναι ένα βήμα πριν το χείλος της αβύσσου και για τέταρτη σερί χρονιά τελειώνει την πρώτη εβδομάδα πλέι οφ χωρίς κανένα ατού με το μέρος του. Η σειρά μεταφέρεται στο ΟΑΚΑ. Εκεί όπου μπορεί να τον δούμε μεταμορφωμένο προς το καλύτερο και έτοιμο πνευματικά και αγωνιστικά να διεκδικήσει κάτι παρά πάνω από ένα αποκλεισμό μετά πολλών ή λίγων επαίνων. Αρκεί οι παίκτες να θυμηθούν την όχι μακρινή εποχή που έδειχναν άτρωτοι και δεν υπολόγιζαν το όνομα και τις δυνατότητες του αντιπάλου. Κάθε λεπτό που θα περνάει και ο Παναθηναϊκός θα αντέχει την τελευταία γροθιά του νοκ άουτ οι παίκτες της Ρεάλ θα σκέφτονται λίγο παραπάνω το ενδεχόμενο να πλησιάζει εκείνο το κάπου, κάπως, κάποτε που σειρά θα γυρίσει από το 0-2. Και θα αρχίσουν να πιστεύουν ότι και ο Παναθηναϊκός διαθέτει Κρυπτονίτη στο οπλοστάσιο του και ας μην τον κουβαλάει παίκτης με μπόι 1μ.78.  Αλλά για να συμβεί το….αδιανόητο χρειάζεται προσήλωση, καθαρό μυαλό, διαύγεια και όχι κραυγές και στείρα κριτική επί δικαίων και αδίκων. Το μότο του Παναθηναϊκού αρχής γενομένης από τον 3ο αγώνα δεν πρέπει να είναι σχετικό με το τι έγινε ή δεν έγινε στη Μαδρίτη αλλά το still believe.