Λένε ότι όταν ένα μωρό γεννιέται, για κάμποσες εβδομάδες μετά τη γέννησή του αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως προέκταση του σώματος της μητέρας του. Συμβαίνει μάλλον και το αντίστροφο: και η μητέρα αντιλαμβάνεται το μωρό της ως προέκταση του εαυτού της. Όταν κρατούσα την κόρη μου, ένιωθα τα σώματά μας άρρηκτα δεμένα για να την τρέφω, να την πλένω, να τη νανουρίζω. Πρωτοένιωσα τη διαφορά της από...

Λένε ότι όταν ένα μωρό γεννιέται, για κάμποσες εβδομάδες μετά τη γέννησή του αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως προέκταση του σώματος της μητέρας του. Συμβαίνει μάλλον και το αντίστροφο: και η μητέρα αντιλαμβάνεται το μωρό της ως προέκταση του εαυτού της. Όταν κρατούσα την κόρη μου, ένιωθα τα σώματά μας άρρηκτα δεμένα για να την τρέφω, να την πλένω, να τη νανουρίζω. Πρωτοένιωσα τη διαφορά της από μένα, όταν κλήθηκα να της απευθυνθώ με το όνομα που επιλέξαμε γι’ αυτήν. Στην αρχή μού ήταν αδιανόητη η σύνδεση του πλάσματος που κρατούσα στην αγκαλιά μου με το όνομα αυτό. Την αποχωριζόμουν κάθε φορά που πρόφερα αυτό το ξένο, όπως μου φαινόταν, όνομα. Με τον καιρό, προφέροντάς το ξανά και ξανά, ακούγοντας τους άλλους να της απευθύνονται μ’ αυτό, αποδέχτηκα ότι είναι άλλη από μένα.
 
Έτσι είναι και το αυτοβιογραφούμενο βίωμα. Πριν καταγραφεί, πριν μπει σε λέξεις ζει σε έναν ακαθόριστο τόπο, καταλαμβάνει έναν απροσδιόριστο χώρο, δεν έχει παρόν, ούτε μέλλον, ζει μόνιμα στο παρελθόν, σε μια λανθάνουσα κατάσταση. Το κουβαλάμε μέσα μας, μά  ς καθορίζει, επηρεάζει ασυνείδητα τον τρόπο που σχετιζόμαστε με τον εαυτό μας και με τους άλλους. Όταν όμως καταγραφεί, όταν μπει σε λέξεις, αποκτά δική του ζωή, το αποχωριζόμαστε, παύει να είναι δικό μας, γίνεται της ζωής της ίδιας, το μοιραζόμαστε με άλλους που το οικειοποιούνται σαν να είναι δικό τους, παύει να μας εξουσιάζει.
 
Αυτή την εμπειρία επανοικειοποίησης του βιώματός μας μέσω της καταγραφής του και της εναπόθεσής του στο χαρτί προς κοινή θέα έχουμε στο σεμινάριο «Αφήγηση ζωής» που έχει επινοήσει και διεξάγει εδώ και 10 χρόνια η δημοσιογράφος, σύμβουλος ανθρωπίνων σχέσεων, Κρυσταλία Πατούλη, από το οποίο προέκυψαν οι 45 αφηγήσεις για την παιδική και εφηβική ηλικία που συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο «Αδέσποτα», των εκδόσεων Ταξιδευτής. Με αφορμή έναν τίτλο άσκησης, αυτός που φέρει το βίωμα, το αποθέτει στο τραπέζι του σεμιναρίου και οι ομοτράπεζοι συνομιλούν μ’ αυτό, συναισθάνονται. Η σιωπή που επικρατεί πολλές φορές μετά την ανάγνωση λόγω του συναισθηματικού φορτίου που φέρει το βίωμα, επιτρέπει σ’ αυτό να διαχυθεί στους άλλους. Από καταχωνιασμένο στον ψυχισμό ενός ατόμου γίνεται κοινό. Ξεφεύγει από τον φορέα του, τον ελαφραίνει, γίνεται αντικείμενο ομαδικής περισυλλογής. Κι έτσι ο φορέας του παύει να δυσανασχετεί γι’ αυτό με οποιονδήποτε τρόπο, π.χ. να ντρέπεται, ή να φοβάται, αφού δεν είναι πια μόνος μαζί του.
 
Θα κουβαλώ πάντα μέσα μου τις ιστορίες των δικών μου ομοτράπεζων. Καθώς η Έλλη διάβαζε την ιστορία της «Ωδή στη σάκα μου», έγινα μαζί της κι εγώ το μικρό κοριτσάκι που λαχταρούσε όσο τίποτε άλλο να κρατήσει τη σάκα της στο δρόμο για το σχολείο την πρώτη μέρα της πρώτης της σχολικής χρονιάς, όμως κατέληξε να πλαντάζει στο κλάμα, όταν η μητέρα της, που δεν είχε μέχρι τότε την ευκαιρία να μάθει γράμματα, της άρπαξε τη σάκα να την κρατήσει η ίδια, περπατώντας καμαρωτή με ψηλά το κεφάλι, χαρούμενη και περήφανη για την πρώτη μέρα στο σχολείο.
 
Καθώς η Άννα διάβαζε την ιστορία της «Να μ’ αγαπάς», ξεκουραζόμουν κι εγώ μαζί της, ακούγοντας το ομώνυμο τραγούδι στο μπαράκι που σύχναζε είκοσι ενός ετών εξαντλημένη από τη δουλειά στις δύο το βράδυ. Άκουγα κι εγώ τα γέλια που έκανε με τη Νίκη και το Ρήγα, τους σαραντάρηδες μηχανόβιους ιδιοκτήτες του μπαρ, που της αφηγούνταν περιπέτειες από ταξίδια με μηχανές. Φανταζόμουν πως ήμουν εγώ, που «όταν με πιάνανε τα κλάματα στο μαγαζί τους κάποια βράδια και θέλανε λεπτομέρειες, δεν ήξερα από πού να ξεκινήσω και τελικά δεν ξεκινούσα, αλλά έκλαιγα και έκλαιγα με καλή παρέα». Και πως όταν «ο Ρήγας μου φώναζε “μίλα μωρέ, πες κάτι, βγάλ’ το να πάει στο διάολο” δεν μπορούσα να πω τίποτα, αλλά εκείνοι ήταν εκεί και άντεχαν να ακούσουν το κλάμα μου».
 
Τα «Αδέσποτα» είναι ιστορίες κυρίως απώλειας: του πατέρα που πέθανε, της μάνας που εγκατέλειψε την οικογένεια, του βίαιου αποχωρισμού λόγω εξορίας, των γονιών που χώρισαν, της χαμένης εμπιστοσύνης στη μητέρα ή τον πατέρα. Είτε αναφέρονται σε ένα στενότερα ατομικό – οικογενειακό βίωμα όπως ένα τροχαίο, είτε εφάπτονται της μεγάλης Ιστορίας – πόλεμος, φτώχεια, εμφύλιος, δικτατορία, «μαύρη» παιδαγωγική, συστημικός αυταρχισμός, μετανάστευση – ανασύρουν, σε κάθε περίπτωση, τα συναισθήματα που δοκίμασε η παιδική ή εφηβική ψυχή στη ρήξη με την ανεμελιά και την αθωότητα. Γράφοντάς τες αφήσαμε στο χαρτί λίγη από την πίκρα, την οργή, τη λύπη ή την απόγνωση που μας προκάλεσαν. Είναι ιστορίες που δεν είχαν ξεχαστεί, δεν είχαν απωθηθεί, είχαν όμως λουφάξει, περιμένοντας το ευνοϊκό περιβάλλον αυτού του σεμιναρίου, για να αναδυθούν από τη σιωπή και να βαφτιστούν στη θαλπωρή μιας ομάδας.
 
Η μελέτη της λογοτεχνίας γίνεται συνήθως μέσα από τον κανόνα της μεγάλης λογοτεχνίας, μέσα δηλαδή από έργα που έχουν επιτύχει υψηλό ύφος, που η λογοτεχνική τους γλώσσα έχει ξεπεράσει τις τρέχουσες αναγνωστικές προσδοκίες, με τρόπο που να πρωτοτυπεί, να ξαφνιάζει, να δημιουργεί σχολή.  Είναι επίτευγμα ενός συγγραφικού «εγώ» που καταφέρνει να πατήσει μια κορυφή, αξιοποιώντας, συνειδητά ή ασυνείδητα, όλη την προηγούμενη γλωσσική παράδοση. Στα «Αδέσποτα» η πρωτοτυπία και το επίτευγμα της γραφής, αλλά και της έκδοσης είναι η πολυσυλλεκτικότητα. Συμπράττουν πολλά «εγώ» συγγραφέων -κατά το πλείστο- αφανών, που, είτε με το πραγματικό τους όνομα, είτε με ψευδώνυμο, είτε με τα αρχικά τους, αποσύρονται, ώστε να μετατραπούν οι ιστορίες τους σε πρόσωπα. Έτσι, τα «Αδέσποτα» συνομιλούν με τον «Κοινό Λόγο» της Έλλης Παπαδημητρίου, συλλογή εξιστορήσεων και γραφών ανώνυμων ανθρώπων, με τα βιβλία συλλογής και οργάνωσης μαρτυριών της Σβετλάνα Αλεξίεβιτς και με τις ομάδες Προφορικής Ιστορίας τής Τασούλας Βερβενιώτη, την καταγραφή δηλαδή της Ιστορίας μέσα από αφηγήσεις απλών ανθρώπων, μόνο που μαρτυρούν όχι τόσο ένα ιστορικό γεγονός, αλλά τον ίδιο τον ψυχισμό μας και την ευθραυστότητά του.

*Tην Κυριακή 15/9/19 στις 8:00μμ, στη σκηνή «Γιώργος Βιζυηνός» του 48ου Φεστιβάλ Βιβλίου στο Ζάππειο, θα γίνει παρουσίαση του βιβλίου Αδέσποτα. Για το βιβλίο θα μιλήσουν: η Κρυσταλία Πατούλη και οι συγγραφείς των ιστοριών: Λεώνικος Καλαχώρας, Ανδρονίκη Τασιούλα, Βαγγέλης Γονιδάκης, Entela Papara, Ειρήνη Δερμιτζάκη, Γιάννης Γαβράς, Μαίρη Rizk, Γιώργος Διαμαντής,.κ.ά.

**Το σεμινάριο «Αφήγηση Ζωής» γιορτάζει τα 10 χρόνια του και με ένα εισαγωγικό βιωματικό 3ωρο δημιουργικής γραφής με ελεύθερη είσοδο, στον Πολυχώρο Τέχνης Αλεξάνδρεια*, την Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2019, 5 – 8μμ. Περισσότερα: εδώ.
 

 
Αδέσποτα
45 αφηγήσεις για την παιδική και εφηβική ηλικία
10 χρόνια σεμινάριο Αφήγηση Ζωής

Εκδόσεις Ταξιδευτής – 2019
Επιμέλεια: Κρυσταλία Πατούλη
Σελ. 257

[…] Κατάλαβα πως από όποια πλευρά κι αν κοίταζα, πίσω ή μπροστά μου, δεξιά ή αριστερά, έβλεπα διάσπαρτα εδώ κι εκεί μικρά παιδιά […] Άρχισα να φωνάζω, κρατώντας το κεφάλι μου, για να μην τρελαθώ. Βοήθεια! Τα πετάνε έξω από τα σπίτια τους σαν σκυλιά! Σαν αδέσποτα σκυλιά! Αδέσποτα παιδιά! […].
Συγκλονιστικό!

Διαβάστε όλο το θέμα στο TVXS.gr