«Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξη ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα» Αριστείδης Στεργιάδης (ύπατος αρμοστής Σμύρνης), καλοκαίρι 1922   Η Αθηνά γεννήθηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα στην περιοχή της Σαμψούντας, ανάμεσα σε πολλά αδέρφια κι αδερφές. Μεγάλωσε κι έζησε μέχρι τα εφηβικά της χρόνια στην πατρίδα, όπως συνήθιζε να...

«Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξη ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα»
Αριστείδης Στεργιάδης
(ύπατος αρμοστής Σμύρνης), καλοκαίρι 1922
 
Η Αθηνά γεννήθηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα στην περιοχή της Σαμψούντας, ανάμεσα σε πολλά αδέρφια κι αδερφές. Μεγάλωσε κι έζησε μέχρι τα εφηβικά της χρόνια στην πατρίδα, όπως συνήθιζε να λέει, μέχρι που αναγκάστηκε με βίαιο τρόπο να εγκαταλείψει σπίτι και οικογένεια, καθώς οι εκκαθαριστικές και εξαιρετικά φονικές έφοδοι του τουρκικού στρατού δεν άφηναν άλλα περιθώρια για να ζήσει κάποιος σε κείνα τα μέρη. Έγινε προσφυγοπούλα ακριβώς στην ενηλικίωσή της. Χωρίς να γνωρίζει τις τύχες της υπόλοιπης οικογένειας, χωρίς να ξέρει πού θα καταλήξει.

Η πορεία της μέχρι να φτάσει στη Δράμα, που έμελε να είναι η μόνιμή της εγκατάσταση, ήταν βασανιστική και κράτησε μεγάλο χρονικό διάστημα.
«Απαγορεύεται η εν Ελλάδι αποβίβασις προσώπων ομαδόν αφικνουμένων εξ αλλοδαπής, εφ’ όσον ούτοι δεν είναι εφωδιασμένοι διά τακτικών διαβατηρίων νομίμως τεθεωρημένων ή διά των εγγράφων των εκάστοτε οριζομένων διά Βασιλικών διαταγμάτων, εκδιδομένων προτάσει των επί των Εσωτερικών, Εθνικής Οικονομίας και Περιθάλψεως υπουργών».

Νόμος 2870 Ιούλιος 1922

Μετά τις κακουχίες που πέρασε στη διαδρομή εξόδου από την Τουρκία, αλλά και κατά τη μεταφορά της προς την Ελλάδα, συνάντησε τις ίδιες ή και χειρότερες συνθήκες, όταν πάτησε το πόδι της στην ελληνική επικράτεια. Εκμετάλλευση και εξευτελιστική συμπεριφορά από τους ντόπιους, χυδαία αντιμετώπισή τους ως μιάσματα και φορείς βρωμιάς και διαφόρων ασθενειών.

«Εκεί ήτανε το μεγάλο δράμα των γονιών μου, γιατί με το μωρό στην αγκαλιά η μαμά μου […] πηγαίνανε στα ξενοδοχεία και ρωτούσανε αν υπάρχει κρεβάτι, αν υπάρχει δωμάτιο και τους λέγανε “τσ!”, ούτε όχι δεν λέγανε, “τσ!” κάναν με τη γλώσσα τους και αυτό ήτανε. Εζήτησε λέει ένα ποτήρι γάλα για τη λεχώνα και του είπανε δεν έχουμε. Γιατί μας θεωρούσανε παράσιτα. Ηρθαν οι “πρόσφυγγες” να πάρουν το ψωμί μας, έτσι λέγανε».

Διαβάστε όλο το θέμα στο TVXS.gr