Στοχεύοντας τη σελήνη, τ’ αστέρια, τη γαλήνη.
Ο Damien Chazelle, ο νεαρός σκηνοθέτης που με μόλις τέσσερις ταινίες μεγάλου μήκους στο ενεργητικό του, έχει καταφέρει να εδραιώσει το όνομά σου στην αμερικανική κινηματογραφική σκηνή, με ταινίες που έχουν λατρέψει κοινό, κριτικοί κι ακαδημίες, όπως το “La la Land” και το “Whiplash”, αναλαμβάνει για πρώτη φορά να σκηνοθετήσει ταινία που δεν έχει γράψει ο ίδιος κι έτσι ως νέος και λαχταριστά φιλόδοξος σκηνοθέτης που αγαπάει το σινεμά, θα διαλέξει την πιο φιλόδοξη ιστορία της ανθρωπότητας: αυτή του Neil Armstrong, του αστροναύτη που στις 20 Ιουλίου του 1969, περπάτησε στο φεγγάρι και ξεκλείδωσε τα όρια του ανθρώπου.
Το “The First Man” βασίζεται στο βιβλίο “First Man: The Life of Neil A. Armstrong” του James R. Hansen και μας δείχνει μια πολύ συναισθηματική ματιά στο ταξίδι του Armstrong, όχι μόνο προς την πιο διάσημη αποστολή του, αλλά και στην προσωπική του ζωή. O Chazelle και ο σεναριογράφος Josh Singer εξιστορούν το χρονικό του θριάμβου της αμερικανικής διαστημικής αποστολής για την πρώτη προσελήνωση, αλλά η ταινία δεν δίνει τόση έμφαση στα τεχνολογικά κατορθώματα και κατ’ επέκταση στις μοναδικές ικανότητες του Armstrong ως πιλότος κι αστροναύτης, αλλά στην ανθρώπινη ιστορία πίσω από αυτήν τη διάσημη φιγούρα. Ο Neil Armstrong δεν ήταν μόνο ένας λαμπρός πολυτεχνίτης, ήταν κι ένας απόμακρος πατέρας που πάλευε με την κοινωνικοποίησή του και με το να εκμηδενίσει τις αστρικές αποστάσεις που απέκτησε από την οικογένειά του μετά τη δική τους τραγωδία.
Ο Chazelle παραδίδει με το “First Man” ένα εντυπωσιακότατο blockbuster που δεν έχει εμφανή λάθη, που σε ταξιδεύει, που σε εντυπωσιάζει και σε καθηλώνει. Οι κλειστοφοβικές και γεμάτες θόρυβο κι αναταραχές σκηνές των εκτοξεύσεων έδιναν μια μοναδική κινηματογραφική εμπειρία, ενώ παράλληλα καθρέφτιζαν τον ήχο της ψυχής όταν χάνει κάποιον που αγαπά, αυτόν τον πανικό, τον εκκωφαντικό θόρυβο του είναι, που έρχεται σε μια πολύ ιδιαίτερη αντίθεση με την δυναμική ησυχία του χαρακτήρα του Armstrong. Αυτό που δεν κατάφερε να κάνει ο Chazelle με το “First Man” ωστόσο, είναι να δώσει το προσωπικό του στίγμα και έτσι να το εκτοξεύσει. Βέβαια, μπορεί ακόμα κι ο ίδιος να μην το έχει καθορίσει στο μυαλό του, αλλά οι ταινίες που έχει παρουσιάσει μέχρι στιγμής μοιράζονται μια υπέροχη αγάπη προς τη μουσική (και δη την τζαζ) κι ενώ η προσπάθεια του σκηνοθέτη να ενσωματώσει αυτό το χαρακτηριστικό (όπως για παράδειγμα διαγράφεται απίθανα σε μια ρομαντική σκηνή του ζευγαριού όπου χωρίς διαλόγους και φανφάρες, μπορούμε να καταλάβουμε τη σχέση τους μονομιάς), ωστόσο εν τέλει το αφήνει λίγο στην άκρη, δίνοντας περισσότερη βάση στην μπλοκμπαστερική του υφή, παρά την προσωπική του. Βέβαια, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός πως η ταινία είναι απολαυστική κι ένα κινηματογραφικό υπερθέαμα, όπως ακριβώς θα άρμοζε σε μια τέτοια ιστορία.
Φυσικά, πέρα από το συναισθηματικό σενάριο και τη σφιχτή σκηνοθεσία, τίποτα από αυτά δεν θα λειτουργούσε αν ο Ryan Gosling δεν είχε μια έμφυτη στόφα στωισμού, που χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, τουλάχιστον όχι εξωλεκτική, χαρτογραφεί ιδανικά τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του Armstrong, τις προσωπικές του μάχες, τις ανάγκες του για επικοινωνία και την υπεράνθρωπη προσπάθειά του να βάλει πέρα την ταυτότητα του απλού ανθρώπου που λυγίζει, πονάει κι υποφέρει, και να βάλει μπρος την αποφασιστικότητα, τον αγώνα, την αποτυχία και την οποιαδήποτε θυσία, βασικά συστατικά της επιτυχίας, όπως υποδηλώνει και η ταινία. Στο πλάι του στάθηκε επάξια ένα ολόσωστο cast, από την Claire Foy, που μπορεί ο ρόλος της να ήταν περιορισμένος, αυτό όμως δεν την εμπόδισε από το να αναπτύξει τον απαραίτητα δυναμισμό του χαρακτήρα της, ως τον Jason Clarke που έφερε μια ήσυχη ανθρωπιά σ’ έναν απρόσμενο χαρακτήρα.
IGN Greece
Πηγή: IGN Greece