Μια φιλόδοξη ληστεία, μια αλλοπρόσαλλη συμμορία, ένα πανούργο σχέδιο.
Μια πολύ παράτολμη ληστεία θα λάβει χώρα στο Hatton Garden του Λονδίνου, το Σαββατοκύριακο του Πάσχα. Μια ληστεία κοσμημάτων, από μια παρέα εξηντάριδων και εβδομηντάριδων συνταξιούχων. Μόλις η ληστεία τελειώσει επιτυχημένα, τα μέλη της συμμορίας, αδυνατούν να μοιραστούν δίκαια μεταξύ τους τα ποσοστά και οι προστριβές, θα κάνουν την εμφάνισή τους.
Ο James Marsh, δημιουργός της βιογραφίας του Steven Hawking, ασχολείται εδώ με μια αληθινή ιστορία, μια απ’ τις διαβόητες ληστείες κοσμημάτων στην ιστορία της Αγγλίας. Στο πλευρό του, ένα cast παλαίμαχων Βρετανών ηθοποιών με προεξέχοντα τον αγέρωχο Michael Caine και τους Michael Gambon, Jim Broadbent, Tom Courtenay και Charlie Cox, να συμπληρώνουν τα μέλη της συμμορίας των ηλικιωμένων (εκτός του Cox φυσικά). Πρόκειται για μια πολύ ανάλαφρη και με διασκεδαστικό ύφος, προσέγγιση του εν λόγω γεγονότος, με τους πρωταγωνιστές να κάνουν πολλή πλάκα μεταξύ τους και να το χαίρονται, ενώ ο James Marsh αφήνει την ροή να κυλήσει χωρίς να κάνει ιδιαίτερες αισθητικές ή φιλόδοξες σκηνοθετικές παρεμβάσεις, δίνοντας την αίσθηση, πως άφησε τους ηθοποιούς να ρολάρουν και να αυτοσχεδιάσουν όπως θέλουν, οδηγώντας αυτοί την εξέλιξη του φιλμ.
Ο ίδιος ο Marsh, μένει εδώ σε μια ουδέτερη απόσταση σαν σκηνοθέτης, καταγράφοντας μεν τα γεγονότα, αλλά μην παρεμβαίνοντας ουσιαστικά, επιλογή που εν τέλει δεν του βγαίνει όπως θα ήθελε, καθώς δίνεται η εντύπωση ενός ταλαντούχου σκηνοθέτη, με όμορφες και σύγχρονες ιδέες και φιλοσοφία γυρίσματος, που ωστόσο εδώ απουσιάζει και αδυνατεί να πάει παρακάτω τα τεκταινόμενα, χωρίς να δίνει το κάτι παραπάνω. Παρόλο το στρωτό ρυθμό και το κέφι της παρέας του cast που μεταδίδεται στο θεατή, όλα εδώ είναι αφημένα σε αυτόματο πιλότο, χωρίς κάποια προσπάθεια για κάποιο παραπάνω ενδιαφέρον, τόσο απ’την πλευρά του σεναρίου, όσο και της σκηνοθεσίας που δεν εκμεταλλεύεται στο έπακρον τις ερμηνευτικές ικανότητες και τους χαρακτήρες της ιστορίας, ενώ υποτίθεται ότι εκεί στηρίζει το στόρυ του. Αυτό είναι και το μεγάλο σφάλμα του King of Thieves, μια ταινία εξολοκλήρου χαρακτήρων, με ένα cast πρώτης κλάσεως, που αφήνει τους πρωταγωνιστές του μετέωρους και ξύλινους ως προς την αντιμετώπισή τους, ενώ πολλές μεταξύ τους σκηνές, που αναδεικνύουν τη σχέση μεταξύ των μελών, τις προσωπικές διαφορές και προστριβές, παρουσιάζονται με τρόπο επιδερμικό και διεκπαιρεωτικό, χάνοντας έτσι τη δυναμική τους.
Κάποια εύστοχα αστεία και χιούμορ περί της γηραιάς ηλικίας, είναι διάσπαρτα στο φιλμ, εξαιτίας και της ηλικίας των πρωταγωνιστών, ενώ η μεταξύ τους χημεία περνά όμορφα στο θεατή, που σε στιγμές διασκεδάζει μαζί τους, ενώ ο Michael Caine είναι από μόνος του επιβλητικός και με μια στόφα έκδηλης σοφίας, που όσο μεγαλώνει γίνεται εντονότερη και πιο έκδηλη, όντας το πιο ενδιαφέρον πρόσωπο του φιλμ. Και το υπόλοιπο cast δεν πάει πίσω, άσχετα αν δεν εκμεταλλεύεται κατά τα πρέποντα, ωστόσο το φιλμ έχει τις στιγμές του, ενώ παρά τις βελτιώσεις που απαιτούσε το υλικό, μάλλον το ίδιο το θέμα από μόνο του είναι τέτοιο, που είναι περιορισμένο εξαρχής και δεν σηκώνει και πολλά επιπλέον έξτρα, πέρα απ’αυτά που βλέπεις. Όπως και να’χει και παρά τις καλές στιγμές του, το King of Thieves, δεν έχει κάτι εξεζητημέμο ώστε να προκαλέσει έκπληξη, όλα είναι πολύ αναμενόμενα, ενώ το focus εδώ γίνεται, στις εσωτερικές διενέξεις της συμμορίας, μιλώντας για την απληστία, τη ματαιότητα του υλικού πλούτου και τη φθορά εξαιτίας αυτού, όχι μέσα από βαθιές φιλοσοφίες, αλλά υπό ένα ελαφρύ πρίσμα εμπορικού σινεμά, πράγμα απόλυτα σεβαστό. Εν τέλει πάντως και πλην των πρωταγωνιστών, σαν φιγούρες, το φιλμ δεν μένει και πολύ στη μνήμη μετά το πέρας, ενώ θυμίζει ταινία που προσφέρεται για κάποιο χαλαρό θερινό σινεμά στα μέσα του Ιουλίου.
IGN Greece
Πηγή: IGN Greece