Step into the darknessΜε κεκτημένη ταχύτητα, φτάνουμε στο τέλος του ταξιδιού μας λοιπόν. Όλοι οι...

Step into the darkness

Με κεκτημένη ταχύτητα, φτάνουμε στο τέλος του ταξιδιού μας λοιπόν. Όλοι οι δρόμοι- και οι επιλογές σας- σας οδήγησαν στο τελευταίο προπύργιο του κόσμου, όπως τον γνωρίσατε τουλάχιστον, την πόλη Arberrang και σε αυτό το τελικό (φετινό) instalment της τριλογίας τα πράγματα είναι ελαφρώς διαφορετικά σε σχέση με αυτά που είχαμε συνηθίσει στο πρώτο και δεύτερο μέρος. Ως συνήθως, θα το κρατήσουμε όσο το δυνατόν spoiler free, για εσάς που αποφασίσατε να ασχοληθείτε τώρα με τη σειρά.

Όπως και στα προηγούμενα, έτσι και εδώ διατηρείται το format των δύο factions. Πλέον όμως η μία ομάδα παραμένει σταθμευμένη στη διχασμένη πόλη και ασχολούμαστε περισσότερο με στρατηγικές και διπλωματικές αποφάσεις, ενώ η άλλη αποτελεί μια μικρή suicide squad που οδοιπορεί στο στόμα του λύκου. Μην ανησυχείτε, οι μάχες είναι και στα δύο μέτωπα μπόλικες.

Στις οποίες έχουμε μια υπέροχα καλοδεχούμενη αλλαγή: τις ενισχύσεις! Για την ακρίβεια, ο πόλεμος αντικαταστάθηκε από τα waves of combat, όπου ουσιαστικά είναι το ίδιο concept, απλά οι έξτρα μάχες μπορεί να είναι μέχρι δύο ενώ απουσιάζουν και οι τακτικές επιλογές. Η μεγάλη διαφοροποίηση όμως, έγκειται στο γεγονός ότι κάθε φορά που θα έχουμε ένα νέο κύμα εχθρών μπορούμε να αντικαταστήσουμε τους τραυματίες ή όποιους εμείς θεωρούμε ότι πρέπει να κάτσουν στον πάγκο. Φυσικά υπάρχει ακόμα η επιλογή, μετά το βασικό battle, να μην εμπλακούμε καν σε περαιτέρω περιπέτειες, κάνοντας ένα ωραιότατο flee χωρίς κανένα κόστος.

Βέβαια παρά τα reinforcements, το επίπεδο παραμένει ικανοποιητικά challenging και όπως στο The Banner Saga 2, έτσι και εδώ υπάρχει εξαρχής leveling up στους χαρακτήρες που δεν είχαν πάρει πολύ χρόνο συμμετοχής στα πρότερα παιχνίδια, ώστε να είναι άμεσα ετοιμοπόλεμοι. Μάλιστα με τον κέρσορα μπορούμε να βλέπουμε και τα stats τους κατευθείαν, χωρίς να χρειάζεται να μπαίνουμε στην καρτέλα του καθενός. Και μιας και αναφερθήκαμε στο promoting, να πούμε ότι ο καλός μας σύμμαχος για να μαζεύουμε kills, το training, απουσιάζει παντελώς.

Συνταρακτικές αλλαγές στον οπτικοακουστικό τομέα δεν έχουμε. Κατά τη γνώμη μας, θα ήταν όχι μόνο παράταιρο να βλέπαμε κάτι ριζικά διαφοροποιημένο, αλλά και αχρείαστο. Το αρτιστικό κομμάτι του The Banner Saga ήταν ούτως ή άλλως πανέμορφο. Παρ’ όλ’ αυτά, εάν έχετε an eye for detail θα προσέξετε ότι τα icons αφήγησης που αφορούν στην… ομάδα κρούσης φέρουν τα πρόσωπα playable χαρακτήρων, σε αντίθεση με τις random φάτσες που είχαμε στα μέχρι τώρα καραβάνια. Σε τεχνικά θέματα, ένα παρεμφερές bug με αυτό που αναφέραμε στο review του δεύτερου μέρους έκανε την εμφάνισή του. Αυτή τη φορά αφήσαμε το Switch να μπεί σε sleep mode από μόνο του, για λίγες ώρες . Όταν επανήλθαμε, παρόλο που ο αριστερός αναλογικός μοχλός φαινόταν λειτουργικός όσον αφορά στο μενού, in-game δεν ανταποκρινόταν. Αναγκαστικά λοιπόν, κάναμε reload.

Στο ζουμί τώρα, το story συνεχίζει να κινείται σε υψηλά επίπεδα με το άγχος μας για ενδεχόμενα τραγικά consequences να είναι πανταχού παρόν. Ο αντίκτυπος κάποιων αποφάσεών σας, από την αρχή της σειράς μάλιστα, είναι τόσο καθοριστικός που ή θα ξεφυσήσετε από ανακούφιση ή που θα σας ακούσει όλη η γειτονιά. Και ναι, οι clansmen παίζουν ρόλο τελικά. Βαρύτατο κιόλας. Το ίδιο και οι fighters με τους varl παρότι δε (φαίνεται να) αξιοποιούνται όσο παλιότερα. Το μόνο tip που θα σας δώσουμε είναι να μαζεύετε όσους μπορείτε χωρίς όμως να αμελείτε στρατηγικής φύσεως ζητήματα που απαιτούν το δυναμικό σας.

Όλα έδειχναν ότι το φινάλε θα είναι συναρπαστικό. Πράγματι, το 22ο και τελευταίο chapter ήταν καθηλωτικό. Αλλά κάπου εδώ φτάνουμε στο μελανό σημείο της τριλογίας. Το ending. Τηρουμένων των ωρών που διαθέσαμε, του τεράστιου decision impact καθ’ όλη τη διάρκεια της σειράς και της προσπάθειάς μας να κάνουμε το καλύτερο δυνατό κρατώντας όσους γινόταν ζωντανούς, κρίνεται τουλάχιστον ανεπαρκέστατο. Πόσω μάλλον για όσους πέτυχαν και το βέλτιστο από τα πέντε πιθανά endings. Αν το αξιολογούσαμε ως ένα, ενιαίο, παιχνίδι ίσως και να είμαστε επιεικέστεροι, όμως δε γίνεται να παραβλέψουμε το γεγονός πως κάποιοι περίμεναν σχεδόν πέντε χρόνια για να ολοκληρώσουν τη μοίρα των ηρώων μας. Στην κλίμακα απογοητευτικού τέλους, με άριστα το Mass Effect 3, ένα εφταράκι το χτυπάει άνετα.

To review βασίστηκε στην ψηφιακή έκδοση του παιχνιδιού για το Nintendo Switch, η οποία μας παραχωρήθηκε από την Versus Evil.

Πηγή: IGN Greece