They played us like a damn fiddle!Ας ξεκινήσω με τα ευχάριστα: Travis is back! Τα άσχημα είναι πως...

They played us like a damn fiddle!

Ας ξεκινήσω με τα ευχάριστα: Travis is back! Τα άσχημα είναι πως η επιστροφή του δε συνάδει και τόσο με την υπομονή που επέδειξαν οι fans του πιο otaku αντιήρωα δολοφόνου. Σχεδόν εννέα χρόνια είναι πολλά…

Για εσάς που ή είσαστε πολύ μικροί το 2007 για να θυμάστε ή δεν είχατε αγοράσει το (τότε) επαναστατικό Wii, να αναφέρουμε πως ο Travis Touchdown είναι ο πρωταγωνιστής των δύο action hack ’n’ slash τίτλων No More Heroes και δημιούργημα του πολυτάλαντου ιδρυτή της developer εταιρίας Grasshopper Manufacture, Goichi Suda. Ή Suda51, όπως και να τον φωνάξετε θα γυρίσει…

Πολλοί νομίζαμε ότι το Travis Strikes Again: No More Heroes θα ήταν το τρίτο “επίσημο” installment, αλλά στην πραγματικότητα θεωρείται spin-off. Ουσιαστικά για να δούμε πού βρίσκεται σήμερα ο Travis, a.k.a. The Crownless King. Μερακλής όπως πάντα, σ’ ένα τροχόσπιτο στη μέση του πουθενά παίζοντας βιντεοπαιχνίδια (δικός μας είσαι άρχοντα), μακριά από γυναίκα και παιδί.

Το εισαγωγικό cinematic μας άνοιξε την όρεξη και μπορούμε να πούμε πως ήταν και το μόνο πράγμα που ήταν αντάξιο των προσδοκιών, θυμίζοντας ατόφιο No More Heroes. Σε αυτό βλέπουμε ένα μανιασμένο οδηγό, τον Badman, να ορκίζεται εκδίκηση από τον Travis, επειδή σκότωσε την κόρη του. Φτάνοντας στο τροχόσπιτο, οι δύο άντρες μονομαχούν μέχρι που… η κονσόλα του Travis ζωντανεύει και τους ρουφάει στον κόσμο των video games! Σκοπός τους είναι, μπαινοβγαίνοντας στον πραγματικό και το ψηφιακό κόσμο, να συλλέξουν έξι Death Balls (ω, ναι…). Κάθε μία αντιστοιχεί σε διαφορετικό βιντεοπαιχνίδι και τερματίζοντάς τα όλα, μπορούν να πραγματοποιήσουν μία ευχή (ε, τί περιμένατε;;). Ό,τι να ’ναι; Σαφώς. Ταιριάζει στο στυλ της σειράς; Ξεκάθαρα!

(Update τελευταίας στιγμής: μετά το 24/1/2019 patch, προστέθηκε και δεύτερο intro που συνδέει το No More Heroes με το Killer7, του Suda επίσης.)

Η ιστορία, αυτή καθ’ αυτή, ποτέ δεν ήταν το δυνατό σημείο του franchise. Δε χρειάζεται άλλωστε, μιας και τα ατού του, που το χαρακτηρίζουν μάλιστα, είναι τα… γύρω-γύρω: punk, ψυχεδέλεια, gore, καφρίλες, καντήλια, χιούμορ παντός είδους, υπερβολές, αναφορές σε πορνό, σεξουαλικά υπονοούμενα, προκλητικές φούστες και ντεκολτέ, 4th wall breaking, παρωδία, διακωμώδηση. Κατά την προσωπική μου εκτίμηση, όλα τα παραπάνω “απαιτούν” να μην υπάρχει βαθύ story που να τα υπερκαλύπτει. Φανταστείτε τα παλιότερα παιχνίδια σαν ένα πιο σκοτεινό (και με λίγο λιγότερα σεξουαλικά υπονοούμενα…) Gintama.

Δυστυχώς, στη νέα κυκλοφορία φαίνεται σα να έχουν πέσει οι τόνοι. Αρκετά από τα στοιχεία που το έκαναν να ξεχωρίσει είναι παρόντα μεν αλλά σε πολύ πιο ήπιο ύφος, ενώ άλλα έμειναν στην απέξω. Διάολε, αίμα δεν υπάρχει, οι διάλογοι έχουν μειωθεί, τα innuendos ανύπαρκτα, καφρίλα μηδέν, όσο για το μπανιστήρι; Ούτε λόγος… Τουλάχιστον, η χαρακτηριστική παλινδρομική κίνηση ισχύος επί καθέτου άξονος, για να φορτίζουμε το beam sword, παραμένει αυτούσια. Άλλη χάρη βέβαια είχε με το χειριστήριο του Wii…

Τα άνωθεν φυσικά δε σημαίνουν πως το Travis Strikes Again: No More Heroes δεν έχει τις καλές και τις λαμπρές στιγμές του. Το παιχνίδι αποτελεί ένα homage στο retro gaming και βρίθει άπειρων αναφορών στην ποπ και video game κουλτούρα, τις οποίες εγγυημένα θα γουστάρετε. Να σας δώσουμε παράδειγμα; Βρίσκει ένα άλογο και το ονομάζει Epona! Να δώσουμε κι άλλο; Τη “μπαίνει” στον Deadpool! Καλά, για το Dragon Ball, το αντιληφθήκατε και από τη σύνοψη του σεναρίου… Αγαπημένη στιγμή, όταν συνομιλεί με τη γάτα του και τη ρωτάει αν αγχώνεται για το σκορ που θα πιάσουν στο Metacritic! Παρεμπιπτόντως, εκεί έχουμε και ξεκάθαρο hint/tease για No More Heroes 3…

Εκτός όμως από τις ατάκες, έχουμε και in-game στοιχεία που ξεχωρίσαμε. Πρώτο- πρώτο, την ύπαρξη δεύτερου playable χαρακτήρα- του προαναφερθέντος Badman- είτε για single player, είτε για couch co-op. Στην πρώτη περίπτωση μάλιστα, να ξέρετε πως καθένας έχει ξεχωριστό HP και το damage δε μοιράζεται, ενώ μπορείτε και να τους εναλλάσσετε κατά βούληση. Κάτι που μπορεί να φανεί πολύ χρήσιμο, καθώς λίγο πριν πεθάνει ο ένας, πετάτε μέσα τον άλλο φρέσκο, μέχρι τουλάχιστον να φτάσετε σε κάποιο save point/τουαλέτα. Ακόμα, μας άρεσε η ποικιλία των stages και των genres. Από Action και Platformer σε… Racing και Visual Novel! Σχεδόν σε όλα, κοινός παρονομαστής ήταν το hack ’n’ slash στοιχείο.

Κάπου εδώ όμως ξεκινάνε και οι αντιφάσεις, οι οποίες εν τέλει μας άφησαν με ανάμεικτα συναισθήματα- αν όχι ελαφρώς αρνητικά. Και εξηγούμαστε: βλέπουμε την ποικιλία σε genres, αλλά όχι σε μοτίβα. Μπαίνοντας σε κάθε κόσμο, ακολουθείτε το ίδιο pattern από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό. Δεδομένου ότι τα παιχνίδια διαρκούν γύρω στη μία με μιάμιση ώρα, οδηγούμαστε πολύ σύντομα σε επαναληψιμότητα και ρουτίνα. Δε βοηθάει κιόλας η -σχεδόν ανύπαρκτη- εξερεύνηση.

Χίλιες φορές να είχαμε περισσότερα games μικρότερης διάρκειας. Και όσο διαφορετικοί και να είναι οι κόσμοι μεταξύ τους, θα έχετε την αίσθηση ότι είναι άλλο τόσο πανομοιότυποι. Σε αυτό συμβάλλουν και οι εχθροί, οι οποίοι είναι οι ίδιοι και οι ίδιοι, με τις επιθέσεις τους να βασίζονται σε μία στρατηγική- να σκάνε ανά τακτά χρονικά διαστήματα κατά κύματα. Εσείς πάλι από την πλευρά σας, το μόνο που θα κάνετε είναι να τρέχετε και να πηδάτε πέρα δώθε σαν τα κατσίκια, χτυπώντας ό,τι βρίσκετε με το σπαθί/ ρόπαλο (ανάλογα το χαρακτήρα) ή χρησιμοποιώντας κάποιο από τα (collectibles και αντικειμενικά πολύ χρήσιμα) skills.

Αναφερόμενοι στους πρωταγωνιστές μας, εάν παίζετε σε single-player mode, δε βρίσκουμε ιδιαίτερο νόημα, πλην της τακτικής επιβίωσης που περιγράψαμε παραπάνω, να χρησιμοποιείτε και τους δύο. Η διαφοροποίηση στους διαλόγους είναι ελάχιστη και ανούσια. Ακόμα και στο μοίρασμα του διαθέσιμου experience, για levelling up, προτιμήσαμε να ανεβάζουμε τον Travis και το Badman να τον αφήσουμε σε ρόλο καθαρού meatshield, για όποτε απαιτείται.

 

Στην όλη μονοτονία έρχεται να προστεθεί και το ηχητικό περιεχόμενο. Η μουσική του κάθε stage είναι μικρή και επαναλαμβανόμενη διαρκώς. Αντιλαμβανόμαστε ότι είναι φόρος τιμής στα retro games, αλλά εμάς τα περισσότερα κομμάτια μας έσπασαν τα νεύρα. Περί ορέξεως, κολοκυθόπιτα βέβαια…

Εκεί όμως που έγινε το μεγαλύτερο, το υπερτονίζω με βελάκια και φώτα νέον, *το μεγαλύτερο* έγκλημα, είναι στο voice acting. Τόσο ελάχιστο που μας ξενέρωσε με το που το συνειδητοποιήσαμε. Γιατί, γιατί, γιατί;! Αφού τον κουβαλήσατε που τον κουβαλήσατε τον έρμο τον Robin Atkin Downes (ο οποίος είναι ο voice actor και του Kazuhira Miller στα Metal Gear), τρεις γραμμές του δώσατε να πει;! Τουλάχιστον ποιοτικά- όσο τον ακούσαμε δηλαδή- ήταν εξαιρετικός, ειδικά προσπαθώντας να παρωδήσει τα αμερικανοϊαπωνικά των otaku. Robin, σε παίξανε σαν καταραμένο βιολί, οι άτιμοι…

 

Όσον αφορά στα γραφικά, ανέκαθεν η σειρά είχε το δικό της ξεχωριστό στυλ. Το cel-shaded εικαστικό των main characters και του “πραγματικού” κόσμου είναι αρκετά ικανοποιητικό, αλλά από εκεί και πέρα τα πράγματα περιπλέκονται λίγο. Αυτό γιατί τα περιβάλλοντα αλλάζουν ανάλογα με το πόσο retro είναι το εκάστοτε παιχνίδι. Έτσι, καταλήγουμε με μια ευρεία γκάμα οπτικού περιεχομένου, από τις εποχές των αρχικών Vertical Scrolling Shooter μέχρι και τα χρόνια του πρώτου PlayStation. Μη ξεχάσουμε να κάνουμε ιδιαίτερη μνεία στη live action σκηνή, η οποία μας εξέπληξε ευχάριστα. Στον τομέα των frames, η Unreal Engine τα πάει εξαιρετικά με σχεδόν ακατέβατα τα 60fps, είτε docked είτε handheld- τουλάχιστον στο δικό μας playthrough.

Παρ’ ολ’ αυτά, παρατηρήσαμε και κάποιες “τεχνικές” αστοχίες που θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί. Αναφερόμαστε στο δεύτερο stage, όπου το top-down ήταν αρκετά μακρινό, ώστε να μας βγουν λίγο τα μάτια… Και για όσους αναρωτιούνται γιατί δεν κάναμε zoom, να πούμε πως, γενικά, έχουμε ολοκληρωτική απουσία ελέγχου της κάμερας. Ακατανόητη επιλογή από τη μεριά της Grasshopper Manufacture…

 

Κάτι ακόμα που μας ξένισε, είναι στο Racing κομμάτι ο περίεργος χειρισμός που απαιτείται και κάνει τα πράγματα αδίκως δύσκολα. Εκτός αυτού, δε βρήκαμε ιδιαίτερα challenging κάτι, στο normal επίπεδο δυσκολίας τουλάχιστον.

To review βασίστηκε στην ψηφιακή έκδοση του παιχνιδιού για το Nintendo Switch, η οποία μας παραχωρήθηκε από τη CD Media.

Πηγή: IGN Greece