God save the Queen.
Το κωμικό δίδυμο των “Step Brothers”, παρουσιάζει εδώ μια διαφορετική και αυστηρά χιουμοριστικών προθέσεων version, του διάσημου ντετέκτιβ του Άρθουρ Κόναν Ντόυλ και του βοηθού του.
Πολλοί φαν του διάσημου Sherlock Holmes και των διηγημάτων του, αλλά και των κινηματογραφικών του μεταφορών μέχρι τα πρόσφατα φιλμ του Guy Ritchie, ίσως περίμενε εναγωνίως αυτή εδώ την χιουμοριστική εναλλακτική μεταφορά, απ’ το εκρηκτικό δίδυμο του Step Brothers και του Talladega Knights, Will Ferrell και John C. Reilly, όμως αυτή τη φορά η εξέλιξη δεν είναι η αναμενόμενη, καθώς προς απογοήτευση των περισσότερων, τίποτα σχεδόν δεν λειτουργεί όπως θα περιμέναμε. Οι αρχικές προθέσεις του δημιουργού Etan Cohen, αλλά και των σεναριογράφων, είναι το χιούμορ και η κωμωδία, κάτι που δεν θα πείραζε κανέναν, με την προϋπόθεση ότι θα είχε κάτι να πει ή να προσθέσει, με τρόπο αν όχι πρωτότυπο, έστω συμβατό με ένα μέσο σύνολο, ώστε να το καθιστά αξιόλογο, μόνο που στην προκειμένη αυτό και δεν συμβαίνει και δεν φαίνεται να υπάρχει η κατάλληλη έμπνευση για κάτι τέτοιο.
Δυστυχώς το μείζον πρόβλημα του Holmes and Watson, είναι πως όλα εδώ λειτουργούν με τη λογική του αυτόματου πιλότου σε βαθμό υπερθετικό, καθώς υπάρχει εμφανώς η αίσθηση του αυστηρά βιομηχανικού προϊόντος και όχι ενός φιλμ με καλλιτεχνικές αξιώσεις που έχει κάτι να προσθέσει στη μυθολογία του Sherlock Holmes, αλλά και της κωμωδίας γενικότερα. Μάλλον δημιουργοί και γενικότερα συντελεστές, ξεκίνησαν ένα εγχείρημα που θα μπορούσε υπό άλλες συνθήκες να βγάζει γέλιο ή να οδηγεί κάπου, όμως εν τέλει δίνει την εντύπωση τεμπελιάς και πως κανείς δεν ασχολήθηκε περαιτέρω μαζί του, ώστε να υπάρχει μια συνοχή ή κάποιος ρυθμός, που να δικαιολογεί την θέαση και κατασκευή εν τέλει της ταινίας. Αντ’ αυτού δυστυχώς εδώ, έχουμε μια διαρκή επανάληψη καταστάσεων που δεν βγάζουν γέλιο, ενώ οι προσπάθειες παραγωγής χιούμορ, μοιάζουν παρωχημένες, δίνοντας την αίσθηση απανωτών deja vu, από αντίστοιχου τύπου χιούμορ ταινιών δεκαπενταετίας και βάλλε. Δυστυχώς εδώ τον πρώτο λόγο έχει η διεκπεραίωση, σε βαθμό τόσο μεγάλο που το φιλμ μοιάζει παρατημένο στην τύχη του, δίχως να υπολογίζει τη διάδραση με τον θεατή, η οποία εδώ δεν υφίσταται, καθώς όλα εδώ εξελίσσονται και συμβαίνουν σε έναν τόνο που κουράζει εξαρχής, δίχως να βελτιώνεται στην πορεία, με κάποια προσθήκη ή κάποια έξυπνη κωμική πινελιά.
Μέσα στο όλο σύνολο, κάποιες στιγμούλες για κάτι πιο ενδιαφέρον ίσως κάνουν την εμφάνισή τους, ωστόσο δεν θα εκμεταλλευτούν διόλου απ’ τους συντελεστές και έτσι το όλο εγχείρημα, θα μείνει σε μια στασιμότητα και mood αδιαφορίας μέχρι το φινάλε, ενώ μεγάλο είναι και το κρίμα για τους δύο κεντρικούς πρωταγωνιστές Will Ferrell και John C. Reilly, που ενώ έχουν αποδείξει την χημεία που διαθέτουν, εδώ δυστυχώς παρασύρονται απ’ το σύνολο και μένουν σε μια ρηχή επιφάνεια, χωρίς να μπορούν να προσφέρουν κάτι απ’ το ταλέντο τους. Ferrell και Reilly, δεν θα χρησιμοποιηθούν καθόλου ορθά απ’ το σενάριο, που τους καθιστά ξύλινους και καρικατουρίστικους χαρακτήρες, χωρίς προοπτική ανάπτυξης, ενώ αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, πως καθόλη τη διάρκεια, ελάχιστες οι σκηνές που οι δύο ηθοποιοί δημιουργούν υποψία γέλιου ή αστεϊσμού. Δυστυχώς και στο σύνολό του, το Holmes and Watson, είναι άκρως προβλέψιμο και δεν καταφέρνει να κάνει το θεατή να διασκεδάσει, όπως αρχικά υπόσχεται, ενώ είναι εμφανής η αδράνεια από μέρους των συντελεστών, ώστε να κάνουν το θέμα τους ενδιαφέρον και παρακολουθήσιμο, ενώ εν αντιθέσει το αποτέλεσμα είναι άνευρο και κινηματογραφικά αχρείαστο στο ταλαιπωρημένο είδος της κωμωδίας.
IGN Greece
Πηγή: IGN Greece