Τα ρατσιστικά και φασιστικά φαινόμενα στο σχολικό περιβάλλον και η επίδραση τους στα μέλη της μαθητικής κοινότητας απασχόλησαν το σεμινάριο της ΕΛΜΕ Ρεθύμνου που πραγματοποιήθηκε στο Ρέθυμνο με την παρουσία του ομότιμου καθηγητή παιδαγωγικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκη, Γιώργου Τσιάκαλου.

Ο λόγος που ο σύλλογος εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και η ΕΛΜΕ Ρεθύμνου πραγματοποίησαν το σεμινάριο προήλθε από τον προβληματισμό των εκπαιδευτικών, οι οποίοι τα τελευταία χρόνια έχουν να αντιμετωπίσουν ολοένα και πιο συχνά φαινόμενα ρατσιστικής βίας. Όπως επισημάνθηκε από τους ομιλητές, η οικονομική κρίση, η άνοδος του κόμματος της Χρυσής Αυγής και η είσοδός του στη Βουλή δημιουργούν ένα πλαίσιο αποδοχής των φαινομένων αυτών, χωρίς τη δυνατότητα των μαθητών να μπορούν να επεξεργαστούν τους κινδύνους που κρύβει μία ρατσιστική και φασιστική ιδεολογία.

“Το γεγονός ότι κάποιοι πιθανολογούν ότι η Χρυσή Αυγή είναι μία εγκληματική οργάνωση είναι αποτέλεσμα του ότι έχουν ξεχαστεί μία σειρά από γεγονότα και αποφάσεις που αποτελούν νομικό δίκαιο για ολόκληρη την Ευρώπη. Αναφέρομαι στη δίκη της Νυρεμβέργης, στην οποία καταδικάστηκαν οι πρωτεργάτες του ναζιστικού κόμματος και των εγκλημάτων κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτό που δεν γνωρίζουν οι περισσότεροι είναι ότι η πρώτη απόφαση που ελήφθη το 1946 στο δικαστήριο της Νυρεμβέργης δεν αφορούσε ανθρώπους, αλλά οργανώσεις. Δηλαδή το δικαστήριο μελέτησε αν το ναζιστικό κόμμα, τα SS και διάφορες άλλες οργανώσεις που είχαν ως ιδεολογία τους το ρατσισμό και τον εθνοφυλετισμό ήταν από μόνα τους εγκληματικές οργανώσεις. Πρώτη απόφαση ήταν ότι αποτελούν. Εξαιτίας του προγράμματος και της ιδεολογίας τους, από τη στιγμή της σύστασής τους σαν κόμμα αποτελούν εγκληματική οργάνωση και συνεπώς όλα τα ηγετικά στελέχη τους ήταν υπόδικα γι' αυτές τις πράξεις”, ανέφερε ο καθηγητής.

Στο πλαίσιο αυτής της σκέψης ο κ. Τσιάκαλος ανέφερε ότι “και οι εκπαιδευτικοί, δεδομένου ότι σηκώνουν στις πλάτες τους τη διαπαιδαγώγηση των μικρών παιδιών και τη μεταφορά των μηνυμάτων όπως αυτό της δημοκρατίας, θα πρέπει να μάθουν πολλά, μιας και από κοινού μαθητές και καθηγητές, προσπαθούν για μία Ελλάδα δημοκρατική”.

Σύμφωνα με τον καθηγητή, εκεί είναι που μπερδεύονται τα παιδιά τα οποία επιθυμούν να είναι εθνικιστές, μια και το έθνος είναι που αγαπούν, λατρεύουν, θέλουν να ζήσουν και να προστατεύσουν. Οι δάσκαλοι αφού μάθουν, οφείλουν να βοηθήσουν τους μαθητές να ξεχωρίσουν την αγάπη προς το έθνος από τις όποιες βασικές αρχές ενός κόμματος.

“Πρέπει κάποιος να δείξει ότι ο εθνικισμός της Χρυσής Αυγής βρίσκεται σε πλήρη αντιπαράθεση προς τον πατριωτισμό, ακόμα και στον εθνικισμό που γνωρίζαμε εμείς… Η Χρυσή Αυγή επιμένει ότι ο δικός της πατριωτισμός στηρίζεται στην έννοια της φυλής, πράγμα που πάει να πει ότι από τη στιγμή που κάνουν έναν χάρτη που λέει ότι στην Ελλάδα υπάρχουν άνθρωποι με διαφορετικά φυλετικά γνωρίσματα και δεν εννοούμε τους μετανάστες, αλλά τους Έλληνες, τότε έρχεται και λέει ότι ο δικός μας εθνικισμός που στηρίζεται στη φυλή, είναι τέτοιος που αποπέμπει από το έθνος ακόμα και ανθρώπους που είναι Έλληνες, γιατί στη λογική της Χρυσής Αυγής ο εθνικισμός αφορά μία ομάδα σημαντικών και λίγων Ελλήνων. Αυτό είναι καθήκον των εκπαιδευτικών να το δείξουν και να πουν μέσα στην τάξη των 24 παιδιών, προσέξτε, γιατί πιθανότατα τα 17-18 ανήκουν σε εκείνη την ομάδα που δεν θεωρείται άξια από την Χρυσή Αυγή να αυτοαποκαλείται Έλληνας”.

Ο κ. Τσιάκαλος είναι αισιόδοξος ότι τα όποια φαινόμενα εθνικισμού ή ρατσισμού στα σχολεία είναι μεμονωμένες περιπτώσεις και η αισιοδοξία του αυτή επισφραγίζεται από την άποψη του ότι το φαινόμενο ύπαρξης του ακροδεξιού κόμματος στην πολιτική σκηνή είναι παροδικό, την ίδια στιγμή που τόσο οι γονείς όσο και οι εκπαιδευτικοί έχουν πολύ θετική στάση στην υπεράσπιση της δημοκρατίας.

Στην άποψη αυτή συμφώνησαν τόσο ο πρόεδρος των δασκάλων του νομού Γιώργος Τρούλης όσο και η πρόεδρος της ΕΛΜΕ Ρεθύμνου Δέσποινα Νικολάου, οι οποίοι υποστήριξαν την ανάγκη διοργάνωσης τέτοιων ενημερωτικών σεμιναρίων που δίνουν τα απαραίτητα εργαλεία για την αντιμετώπιση των συγκεκριμένων φαινομένων. Παράλληλα όπως επισήμαναν, το φαινόμενο του ρατσισμού αν δεν το προλάβουν εκπαιδευτικοί και γονείς τότε θα διογκωθεί.