Να σταματήσουν την επανεισδοχή προσφύγων στην Τουρκία, σεβόμενες την αρχή της μη επαναπροώθησης, το δικαίωμα στο άσυλο και τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου, ζητεί από τις ελληνικές αρχές το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες.
Σε σημερινή ανακοίνωσή του το ΕΣΠ περιγράφει δύο περιπτώσεις «ιδιαίτερα ευάλωτες με ανάγκη διεθνούς προστασίας», που επαναπροωθήθηκαν από τη Χίο στην Τουρκία και υπενθυμίζει ότι «η συνομολόγηση της Συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων των Ελληνικών Αρχών, όπως αυτές προκύπτουν από το σύνολο των κανόνων του εθνικού, ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου».
Τους δύο πρόσφυγες συνάντησε κλιμάκιο του ΕΣΠ, αποτελούμενο από δικηγόρους και διερμηνείς, στα τέλη Μαρτίου στο hotspot της Χίου. Όπως περιγράφει, αμφότεροι ανέφεραν ότι είχαν εγκαταλείψει τις χώρες καταγωγής τους λόγω δίωξης, προκειμένου να απολαύουν διεθνούς προστασίας σε ευρωπαϊκό έδαφος. Επίσης, ανέφεραν ότι δεν είχαν λάβει καμία ενημέρωση για τις ακολουθούμενες διαδικασίες σε ό,τι αφορούσε την κράτηση τους, την πιθανότητα επανεισδοχής στην Τουρκία και τη δυνατότητά τους να αιτηθούν ασύλου στην Ελλάδα.
Το ΕΣΠ καταγγέλλει ότι η εκκίνηση των διαδικασιών επανεισδοχής στην Τουρκία στις 4 Απριλίου έγινε «χωρίς να έχει διασφαλιστεί προηγουμένως ότι όλοι όσοι επιθυμούσαν να υπαχθούν στη διαδικασία ασύλου είχαν τη δυνατότητα αυτή, γεγονός που αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του εθνικού, ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου». Την ημέρα υλοποίησης της πρώτης επιχείρησης επανεισδοχής προς την Τουρκία αλλά και τις επόμενες ημέρες το ΕΣΠ επιχείρησε να έρθει σε επαφή με τις δύο ευάλωτες περιπτώσεις, αλλά αυτό δεν κατέστη δυνατό, καθώς τα τηλέφωνά τους παρέμεναν κλειστά. Επίσης, απέστειλε έγγραφο στις 7 Απριλίου προς την Αστυνομική Διεύθυνση Χίου ζητώντας ενημέρωση για το εν είχαν γίνει οι διαδικασίες επανεισδοχής για τα συγκεκριμένα άτομα, ωστόσο μέχρι σήμερα δεν έχει λάβει απάντηση.
Είκοσι και πλέον μέρες μετά την επανεισδοχή τους, οι δύο πρόσφυγες τηλεφώνησαν στους εκπροσώπους του ΕΣΠ και τους ενημέρωσαν ότι βρίσκονται κρατούμενοι σε φυλακή στην Τουρκία και υπό το φόβο της επιστροφής στις χώρες καταγωγής τους. Οι ίδιοι ανέφεραν ότι δεν έχουν πρόσβαση σε νομική συνδρομή, ότι δεν είχαν τη δυνατότητα να έρθουν σε επαφή με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και ότι στερούνταν παντελώς ενημέρωσης σχετικά με τα δικαιώματά τους αναφορικά με την κράτηση και το δικαίωμά τους να έχουν πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου. Εξάλλου, δεν γνώριζαν ούτε τον ακριβή τόπο κράτησής τους. Η μόνη πληροφόρηση που είχαν προερχόταν από τις αρχές κράτησής τους και σύμφωνα με αυτήν, εάν δεν συναινούσαν στην επιστροφή τους θα παρέμεναν κρατούμενοι.
Το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες δηλώνει ότι επιφυλάσσεται για κάθε νόμιμη ενέργειά του για το παραπάνω περιστατικό και εκφράζει την ανησυχία του για την πραγματική προστασία που παρέχεται σε πρόσωπα που χρήζουν διεθνούς προστασίας σε Ελλάδα και Τουρκία.